Λάκης Ιορδανόπουλος

Ο Πράσινος υποψήφιος Βαν Ντερ Μπέλεν δεν εκχώρησε τον όρο «πατρίδα» στην Ακροδεξιά: «Όταν ο Χόφερ είδε στις αφίσες του Βαν Ντερ Μπέλεν τη λέξη “Heimat” (“Πατρίδα”), έγινε έξαλλος. Θεωρούσε ότι ο πατριωτισμός είναι ιδιοκτησία του»

Ο Χόφερ και ο αρχηγός του κόμματός του, ο Χάιντς Κρίστιαν Στράχε, κατέβηκαν στις εκλογές ως οι “αγνοί”, οι “ειλικρινείς”, οι “υπεράνω πάσης υποψίας” απέναντι στο “διεφθαρμένο σύστημα”. Αλλά στη σύγχρονη ιστορία της αυστριακής δημοκρατίας το κόμμα που έχει εμπλακεί τόσο βαθιά σε σκάνδαλα είναι η Ακροδεξιά»

Εδώ και σαράντα χρόνια ανάμεσα σε δύο πατρίδες, τη Θεσσαλονίκη και τη Βιέννη, ο Λάκης Ιορδανόπουλος, δημοσιογράφος στη δημόσια αυστριακή τηλεόραση, έδινε μάχες τους τελευταίους μήνες μέσω του διαδικτύου για τη νίκη του Πράσινου υποψηφίου προέδρου Αλεξάντερ Βαν Ντερ Μπέλεν -ή, για την ακρίβεια, για την ήττα του ακροδεξιού Μάρτιν Χόφερ. Τρεις μέρες μετά τη νίκη, λοιπόν, η χαρά του ξεχειλίζει μέσα από την τηλεφωνική γραμμή:

«Ενθουσιάστηκα με το αποτέλεσμα και δεν αντέχω τις γκρίνιες του τύπου ‘μα, δεν βλέπετε ότι οι φασίστες πήραν το 47%;’. Στην Αυστρία τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, δεν είναι όπως στην Ελλάδα, όπου οι ακροδεξιοί είναι διάσπαρτοι σε όλο το πολιτικό φάσμα. Εδώ τα στρατόπεδα ήταν συγκεκριμένα και νίκησε αυτό των δημοκρατικών δυνάμεων».

Για τον Ιορδανόπουλο το σημαντικό είναι ότι επιτέλους πολλοί δημοκράτες, Σοσιαλιστές, Πράσινοι, ακόμη και αρκετοί συντηρητικοί φοβήθηκαν πού θα καταντήσει η χώρα τους –«στον απόπατο της Ιστορίας», όπως λέει- κι αποφάσισαν να πάνε να ψηφίσουν.

Ο φόβος τους ήταν όχι τόσο στο επίπεδο των συμβόλων, αλλά ουσιαστικός. Διείδαν ότι, εάν έβγαινε πρόεδρος ο Χόφερ, στην πρώτη κρίση του μεγάλου συνασπισμού θα έσπευδε να τον παύσει και να προκηρύξει εκλογές, από τις οποίες ήταν πολύ πιθανό να βγει πρώτο κόμμα η Ακροδεξιά του FPOe και να φτιάξει κυβέρνηση με τους συντηρητικούς, αυτή τη φορά ως ισχυρός εταίρος, κι όχι ως μικρός, όπως όταν το 1999 ο τότε αρχηγός της Γιεργκ Χάιντερ συγκυβέρνησε με τους συντηρητικούς του Βόλφγκανγκ Σούσελ.

«Σ’ αυτή την προεκλογική περίοδο, που κράτησε… αιώνες, έπαιξαν πολύ μεγάλο ρόλο οι πολιτικές εξελίξεις εκτός Αυστρίας. Πρώτα το Brexit και η απόλυτη αμηχανία που επικράτησε μετά στο στρατόπεδο των νικητών, οι οποίοι απέδειξαν ότι δεν ήξεραν τι ήθελαν να κάνουν με την απόφαση εξόδου της χώρας τους από την Ε.Ε., και μετά, ακόμη περισσότερο, η νίκη του Τραμπ.

Αυτοί που βαριούνταν να πάνε να ψηφίσουν αίφνης αντιλήφθηκαν ότι τα πράγματα είναι σοβαρά. Κι έτσι ξεκίνησε μια πολύ σημαντική κινητοποίηση, κυρίως μέσω των κοινωνικών δικτύων, που οδήγησε στην ξεκάθαρη νίκη του Βαν Ντερ Μπέλεν» τονίζει ο Ιορδανόπουλος.

Η έννοια «πατρίδα»

Το δεύτερο… νεωτερικό στοιχείο αυτού του προεκλογικού αγώνα, σύμφωνα με τον Ιορδανόπουλο, ήταν ότι ο Πράσινος Βαν Ντερ Μπέλεν δεν εκχώρησε τον όρο «πατρίδα» στην Ακροδεξιά: «Όταν ο Χόφερ είδε στις αφίσες του Βαν Ντερ Μπέλεν τη λέξη ‘Heimat’ (‘Πατρίδα’), έγινε έξαλλος. Θεωρούσε ότι ο πατριωτισμός είναι ιδιοκτησία του. Επιπλέον αυτή τη φορά οι δημοκρατικές δυνάμεις και ο υποψήφιός τους δεν έπεσαν στην παγίδα της πόλωσης. Άφησαν την Ακροδεξιά να την παίξει μόνη της και να εκτεθεί, δεν πήραν μέρος στη λασπομαχία. Κι αυτό λειτούργησε θετικά» υποστηρίζει.

Ο συνομιλητής μας εκτιμά ότι το αποτέλεσμα θα επιτρέψει στην Αυστρία να ηρεμήσει μέχρι τον Ιούνιο του 2018, οπότε είναι προγραμματισμένες οι ομοσπονδιακές εκλογές, ενώ με τη στροφή των Σοσιαλδημοκρατών από το δόγμα Βρανίτσκι (σ.σ.: «ποτέ δεν μιλάμε με την Ακροδεξιά») μειώνεται η ευχέρεια των συντηρητικών να το παίζουν δίπορτο:

«Θυμάστε την απότομη στροφή του καγκελαρίου Φάιμαν; Όταν ερχόταν στην Ελλάδα ως ο καλύτερος φίλος της και τη στήριζε τόσο στη διαπραγμάτευση με την τρόικα όσο και στο προσφυγικό και ξαφνικά έκανε στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών; Αναγκάστηκε να το κάνει υπό τον εκβιασμό των συντηρητικών κυβερνητικών του εταίρων, που του είπαν ‘ή συμφωνείς με το κλείσιμο των συνόρων στη βαλκανική διαδρομή ή πάμε σε εκλογές και τα βρίσκουμε με την Ακροδεξιά’”.

Η «καθαρότητα» της Ακροδεξιάς

Αυτό που… δαιμονίζει τον Ιορδανόπουλο όταν μιλά για τους ψηφοφόρους της Ακροδεξιάς είναι η κοντή τους μνήμη:

“Ο Χόφερ και ο αρχηγός του κόμματός του, ο Χάιντς Κρίστιαν Στράχε, κατέβηκαν στις εκλογές ως οι ‘αγνοί’, οι ‘ειλικρινείς’, οι ‘υπεράνω πάσης υποψίας’ απέναντι στο ‘διεφθαρμένο σύστημα’. Αλλά στη σύγχρονη ιστορία της αυστριακής δημοκρατίας το κόμμα που έχει εμπλακεί τόσο βαθιά σε σκάνδαλα είναι η Ακροδεξιά.

Στην Καρινθία, όπου κυβερνούσε, κατάφερε να γκρεμίσει την τοπική τράπεζα και να οδηγήσει το κρατίδιο σε χρεοκοπία. Στην κυβέρνηση Σούσελ – Χάιντερ ούτε ένας ακροδεξιός υπουργός δεν κατάφερε να μείνει μέχρι τέλους, καθώς έβαζαν τα χέρια τους πολύ βαθιά στο μέλι. Στον αντίποδα τα σκάνδαλα των Σοσιαλδημοκρατών ήταν πολύ λίγα και των συντηρητικών περισσότερα μεν, αλλά λιγότερα από αυτά της Ακροδεξιάς. Κι όμως, οι πολίτες ξεχνάνε. Και μετά, όταν αποκαλύπτεται το επόμενο σκάνδαλο, πέφτουν από τα σύννεφα»…

Ο παλαίμαχος δημοσιογράφος ελπίζει τώρα σε διάσπαση της Ακροδεξιάς, ακριβώς όπως συνέβη στις αρχές της δεκαετίας του 2000: «Αμέσως μετά την ήττα του ο Χόφερ, με την ‘προίκα’ του 47% και της τεράστιας δημοσιότητας που κέρδισε σ’ αυτή την παρατεταμένη προεκλογική περίοδο (σ.σ.: υπενθυμίζεται ότι οι εκλογές έγιναν πέρσι την άνοιξη, το αποτέλεσμά τους ακυρώθηκε και τελικά επανελήφθησαν -έπειτα από καθυστερήσεις για… τεχνικούς λόγους- την περασμένη Κυριακή) ανακοίνωσε ότι θα παραμείνει πολιτικά ενεργός στην πρώτη γραμμή.

Αυτό δεν άρεσε καθόλου στον αρχηγό του κόμματός του, τον Στράχε, που βλέπει αίφνης ένα πρώην μεσαίο στέλεχος να γίνεται ισχυρός εσωκομματικός αντίπαλος. Στους κόλπους των Αυστριακών φασιστών οι καυγάδες είναι συνηθισμένοι, αλλά χρειάζονται λίγο χρόνο. Γι’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, όσο πιο αργά γίνουν οι ομοσπονδιακές εκλογές, κατά προτίμηση στο τέλος της κοινοβουλευτικής περιόδου, τόσο καλύτερα».

Via : www.avgi.gr