Νίκος Γραικούσης

του Νίκου Γραικούση *

ΜΕΡΟΣ 2ον

Περιγράψαμε παραπάνω το κεντρικό πολιτικοοικονομικό αξίωμα της διαχωρισμένης ή της διαμοιρασμένης οικονομίας μέσω του οποίου τροφοδοτείται η κοινωνία με δημόσια και ιδιωτικά αγαθά.

Ποια είναι όμως η ποιότητα και η ποσότητα των αγαθών αυτών;

Όσον αφορά τα ιδιωτικά αγαθά αυτό καθορίζεται από τους νόμους της αγοράς.

Με τα Δημόσια αγαθά τι γίνεται;

Η ποιότητα των δημοσίων αγαθών είναι αποτέλεσμα της χρηστής ή μη χρηστής διαχείρισης των πόρων που διαθέτεις για αυτά. Είναι θέμα περισσότερο τεχνικό-διαχειριστικό και λιγότερο πολιτικό.

Για την ποσότητα όμως, η οποία απαιτεί και τους ανάλογους πόρους, ποιος αποφασίζει;

Η απόφαση αυτή είναι ο κεντρικός πυρήνας και σχεδόν ο ορισμός της πολιτικής.

Για το λόγο αυτό δεν πρέπει να αφήνεται στους εκάστοτε πολιτικούς διοικούντες

Διότι ο καθένας ανάλογα με το πολιτικό του ιδεολόγημα θα την έκανε ‘’ασανσέρ’’, με αποτέλεσμα είτε την καταστροφή και τη λεηλασία των δημόσιων υποδομών, όπως συμβαίνει στις μέρες μας είτε με την υπερδιόγκωση τους, γεγονός που θα στρεφόταν ενάντια στο κοινωνικό σύνολο που υποτίθεται ότι υπηρετούν.

Στην Ελλάδα έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια και τα δύο έργα.

Η απόφαση για την ποσότητα, το εύρος και το είδος των δημοσίων αγαθών, του δημόσιου τομέα με άλλα λόγια, οφείλει να έχει δύο διαστάσεις:

1.- Να είναι Δημοκρατική:  Να μετέχει ολόκληρη η κοινωνία στην απόφαση

2.- Να είναι Λογική: Δηλαδή να είναι τόση όσο αντέχει η οικονομία.

Ο Δημόσιος τομέας, που για εμάς είναι ταυτόσημος με την παραγωγή δημόσιων αγαθών (και η δημόσια διοίκηση εντάσσεται στα δημόσια αγαθά) οφείλει να είναι κλάσμα της συνολικής οικονομίας. Δηλαδή του συνολικού πλούτου που παράγεται.

Επαναλαμβάνουμε για να μην παρεξηγηθούμε.

Στο μοντέλο το οποίο προτείνουμε συνυπάρχουν ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας, αλλά δεν μιλάμε για μικτή οικονομία. Δεν μιλάμε για σοσιαλδημοκρατία και σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο.

Μιλάμε για ένα μοντέλο στο οποίο δημόσιος και ιδιωτικός τομέας εφάπτονται αλλά δεν τέμνονται.

Ωσμώνονται αλλά δεν αλλοιώνονται. 

Τα δημόσια αγαθά με κανένα τρόπο δεν θα μπορούν να μετατραπούν σε εμπόρευμα.

Αλλά από την άλλη ο ιδιωτικός πλούτος είναι και θεμιτός και αναγκαίος.

Χωρίς αυτόν δεν υπάρχει δημόσιος τομέας.

Σεβόμαστε την έννοια του ιδιωτικού πλούτου ως κυρίαρχου κινήτρου παραγωγής και προόδου, αλλά ο πλούτος αυτός και η συσσώρευση του έχει όρια. Ποσοτικά και ποιοτικά.

Δεν είναι ανεξέλεγκτος. Σταματά εκεί που γίνεται οικονομικά αντιπαραγωγικός. Σταματά επίσης και εκεί που βάζει το πόδι του στην εξουσία.

Μια κοινωνία που θα ήθελε να περάσει ένα τέτοιου είδους μήνυμα θα βράβευε με την ανώτατη τιμή κάθε χρόνο, τους εργαζόμενους που θα συνταξιοδοτούνταν με τα περισσότερα ένσημα και τους επιχειρηματίες που θα δήλωναν το μεγαλύτερο ποσό ως κέρδη.

Στο σημείο αυτό όμως θα πρέπει να επικεντρωθούμε στην έννοια του Δημόσιου Αγαθού καθ’ ημάς.

Τι εννοούμε όταν λέμε πως πρόκειται για Δημόσιο Αγαθό;

Ο πολιτικός ορισμός του δημόσιου αγαθού, τον οποίο υπερασπιζόμαστε, περιλαμβάνει τα αγαθά και τις υπηρεσίες, η κατανάλωση των οποίων εξασφαλίζει εκείνο το όριο ευημερίας  ώστε να μπορεί ο καθένας να ζει μια αξιοπρεπή ζωή χωρίς το φόβο της στέρησης τους.

Η απάλειψη του φόβου της στέρησης των αναγκαίων για τη ζωή ή τουλάχιστον ενός μεγάλου μέρους αυτών,       είναι  το κομβικό σημείο της πολιτικής μας σκέψης.

Τα παραπάνω αποτελούν γενικούς ορισμούς που μάλλον δημιουργούν περισσότερες απορίες από αυτές που λύνουν, αλλά το θέμα είναι τεράστιο και δεν μπορεί να αναλυθούν σε ένα απλό εισαγωγικό σημείωμα πολιτικού οραματισμού.

Στο σημείο αυτό όμως πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ένα πολύ σημαντικό θέμα.

Το θέμα της σχέσης μεταξύ του ατόμου, του συνόλου και του δημόσιου αγαθού.

Τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα.

Στη δική μας οπτική γωνία δεν υπάρχουν δικαιώματα παρά μόνο υποχρεώσεις.

Το άτομο έχει υποχρέωση να εφοδιάζει την κοινωνία με δημόσια αγαθά (μέσω της φορολογίας) και η κοινωνία, μέσω της οργανωμένης Πολιτείας, έχει την υποχρέωση να εφοδιάζει το άτομο με δημόσια αγαθά, σύμφωνα με τις ανάγκες του.

Κάθε δικαίωμα προκύπτει έμμεσα, μέσα από την υποχρέωση της άλλης πλευράς.

Και γιατί οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε αυτό;

Γιατί στο παρελθόν είχε γίνει μια παρανόηση από πολλούς ότι το κράτος οφείλει να μας τα παρέχει όλα από πόρους άλλων.

Η αντίληψη μας αυτή βασίζεται στη θεώρηση που έχουμε για το ρόλο της ατομικής ευθύνης καθενός και για τον τρόπο της ζωής όλων μας.

Δεν είμαστε δικαιωματιστές.

Ο ανθρωπολογικός τύπος του αφηγήματός μας είναι αυτός που αισθάνεται την ευθύνη για κάθε τι που συμβαίνει, ακόμα και αν δεν συμμετέχει άμεσα σε αυτό.

Το αφήγημα μας βασίζεται σε ένα νέο πρότυπο ζωής και συμπεριφοράς που δυστυχώς δεν μπορεί να αναλυθεί στο παρόν πόνημα.

Αναπτύξαμε μέχρι τώρα το περίγραμμα ενός νέου μοντέλου αλλά δεν έχουμε αναφερθεί καθόλου σε αυτό που ονομάζουμε πράσινο και οικολογικό.

Η θέση μας εδώ είναι και πάλι απλή: Το περιβάλλον με την πιο ευρεία έννοια που μπορεί να του δώσει κανείς είναι Δημόσιο αγαθό. Αυτό σημαίνει ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εμπόρευμα. Η λογική του χρηματιστηρίου ρύπων που συμβαίνει σήμερα, για εμάς δεν είναι μόνο μια εγκληματική πολιτική αλλά και η απόδειξη της υποκρισίας όσον αφορά τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται η επερχόμενη κλιματική και όχι μόνο καταστροφή.

Αφού λοιπόν το περιβάλλον είναι δημόσιο αγαθό, αναπόφευκτα δημόσια είναι και τα κοινά αγαθά.

Όπως ο Αέρας, η Θάλασσα,  τα Δάση, το Νερό, οι Ενεργειακοί και Φυσικοί πόροι (ο ορυκτός πλούτος), ο αιγιαλός, το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα, οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι, οι χώροι πρασίνου κλπ.

Και θα πει εύλογα ο καθένας: και τι με αυτό! Πως μπορεί να αποφευχθεί η κλιματική καταστροφή με τη θεώρηση του περιβάλλοντος ως δημόσιου αγαθού;

Για να γίνει λοιπόν πιο κατανοητή η θέση μας θα πρέπει να αναπτύξουμε και την έννοια της καθ ημάς ‘’ανάπτυξης’’.

Γνωρίζουμε όλοι ότι η σημερινή έννοια της ανάπτυξης περιορίζεται στην ποσοτική αύξηση της αξίας των προϊόντων και των υπηρεσιών που παράγουμε.

Είναι ένα νούμερο, ένας αριθμός, ένα νομισματικό ποσό που δηλώνει την αξία των αγαθών που παράγονται μέσα σε μια χρονική περίοδο.

Πλούτο όμως, με αυτήν την έννοια παράγει η και κατασκευή μια βόμβας που θα σκοτώσει ανθρώπους, πλούτο παράγει και ο εκδότης ενός χρηματιστηριακού προϊόντος που είναι ‘’φούσκα’’ από τη γέννηση του και θα καταστρέψει νοικοκυριά και επιχειρήσεις!

Τι είναι λοιπόν ανάπτυξη;

Πως μπορεί να μετρηθεί η αύξηση της ευημερίας του καθενός έστω και με μέσους όρους;

Ανάπτυξη για εμάς σημαίνει ένας οικομετρικός δείκτης που περιέχει μεταξύ άλλων στοιχεία όπως: τον μέσο αλλά και τον κατώτατο μισθό, την μέση αλλά και την κατώτερη αγοραστική δύναμη, τις επενδύσεις κεφαλαίου, τα επιχειρηματικά κέρδη, τις νοσοκομειακές κλίνες και τους γιατρούς ανά χιλιάδα πληθυσμού, τον αριθμό των εκπαιδευτικών και των σχολικών εγκαταστάσεων σε σχέση με τον πληθυσμό, το μέσο αριθμό παιδιών ανά σχολική τάξη,  το χρόνο διεκπεραίωσης των δικαστικών υποθέσεων, την παραβατική συμπεριφορά, τη ρύπανση του περιβάλλοντος κλπ.

Μαζί με όλα αυτά μετράμε και την αξία του παραγόμενου πλούτου, αυτό που αποκλειστικά μετράμε μέχρι σήμερα.

Μια τέτοια αντίληψη θα έθετε άμεσα φραγμό σε κάθε κακή πρακτική σε σχέση με το περιβάλλον.

Ο στόχος δεν θα ήταν μόνο η αύξηση της αξίας του πλούτου με τρόπο που να συνάδει με τη συσσώρευση του, αλλά το είδος του πλούτου που θα παραγόταν μέσα από νέες παραγωγικές σχέσεις.

Παραγωγικές σχέσεις οι οποίες θα τον μοίραζαν διαφορετικά, με αποτέλεσμα και την προστασία του περιβάλλοντος και την άμβλυνση της ανισομερούς κατανομής του.

Όλα όσα περιγράφονται παραπάνω παραπέμπουν ευθέως και σαφώς σε μια άλλη και διαφορετική πολιτειακή οργάνωση.

Τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορεί να γίνει αν δεν έχουμε ταυτόχρονα και πολιτειακή αλλαγή.

Το σημερινό μας πολίτευμα, ηλικίας περίπου 150-200 ετών δημιουργήθηκε από την αστική τάξη της εποχής,             η οποία διεκδίκησε και πέτυχε, με επαναστατικό πολλές φορές τρόπο, την σύνδεση της με την εξουσία.

Σήμερα η σύνδεση αυτή έχει πάρει τέτοια μορφή ώστε να τείνει να είναι επικίνδυνη για το ίδιο το πολίτευμα.

Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και η συνακόλουθη συγκέντρωση και οργάνωση του συσσωρευμένου πλούτου έχει μετατοπίσει τα κέντρα των πολιτικών αποφάσεων.

Τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα επιβάλλουν πλέον πολιτικές πέρα από τη βούληση και τα συμφέροντα των Λαών.

Αυτό δεν είναι συνωμοσιολογία, αλλά η φυσική εξέλιξη ενός συστήματος που δομείται με τον τρόπο που δομείται.

Ασχέτως ονομασίας του πολιτεύματος, με όσους επιθετικούς προσδιορισμούς και να το στολίσουμε, αυτή είναι η καθαρή αλήθεια.

Αν επιθυμούμε όμως μια κοινωνία όπως τη σκιαγραφήσαμε παραπάνω, απαιτείται μια πολιτειακή αλλαγή η οποία θα απομακρύνει τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα από τον έλεγχο της εξουσίας.

Το σύνθημα που κυριαρχεί σήμερα και εκφράζει αυτήν την τάση είναι: ‘’Οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη’’.

Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πολιτικές ικανές να διαχέουν την πολιτική εξουσία σε όσο το δυνατό περισσότερους και για τον ελάχιστο απαιτούμενο χρόνο.

Πρεσβεύουμε δηλαδή ένα πολίτευμα το οποίο θα περιλαμβάνει την αύξηση των πολιτικών αποφασιστικών συλλογικοτήτων και οργάνων, την αύξηση του αριθμού των συμμετεχόντων σε αυτά και τη δραστική μείωση του χρόνου της θητείας των μελών τους.

Με βάση τις τρεις αυτές παραδοχές επιβάλλεται η  συγγραφή ενός νέου Συντάγματος.

Βλέπουμε λοιπόν ότι αρκούν ελάχιστες παραδοχές, για να αλλάξει μορφή το όλο οικοδόμημα.

Δεν θέλουμε ούτε να καταστρέψουμε ούτε να κατεδαφίσουμε αυτό που υπάρχει σήμερα.

Ελάχιστες μετατροπές στον σημερινό φέροντα πολιτικό οργανισμό θα τον οδηγήσουν σε μια νέα, ομολογουμένως πιο δίκαιη και οικολογική ισορροπία, θεμελιωδώς διαφορετική από την υπάρχουσα.

Θεωρούμε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα σήμερα είναι η άγνοια της δυνατότητας να υπάρξει  εναλλακτική λύση.

Και η βαθιά πίστη της μεγάλης πλειοψηφίας του κόσμου σε θέσφατα που έχουν πάψει πλέον να ισχύουν, πολλά εκ των οποίων δεν ίσχυαν ποτέ.

Η  σκέψη μας είναι εγκλωβισμένη σε ένα πλαίσιο περιχαρακωμένο και εντέχνως τοποθετημένο στον κοινό νου και κάθε τι έξω από το πλαίσιο αυτό μας φαίνεται ότι ανήκει στον κόσμο της ουτοπίας.

Γεγονός απόλυτα ψευδές.

*Οικονομολόγος , Μέλος Πολιτικής Επιτροπής ΠΡΑΣΙΝΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ