του Γιώργου Ι. Βοϊκλή

Το κείμενο αυτό αποτελεί καταγραφή ομιλίας μου στο Πολιτιστικό Κέντρο Ηλιούπολης, στο πλαίσιο του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Περιβάλλοντος, στις 5 Ιουνίου του 1995, και δημοσιεύθηκε στο τεύχος 6-7 του περιοδικού “Καταναλωτικά Βήματα – Τι να διαλέξω” (Ιούνιος – Ιούλιος 1995) του Κέντρου Προστασίας Καταναλωτών (ΚΕΠΚΑ).

Επανέρχομαι σε αυτό είκοσι τρία χρόνια μετά, στα μισά περίπου της διαδρομής που κάλυπτε, συμπληρώνοντάς το με στοιχεία από νεώτερες έρευνες, τα οποία επιβεβαιώνουν ή ανατρέπουν τις προβλέψεις του, επισημαίνοντας, ωστόσο, το ότι διατηρεί και σήμερα ακέραια την επικαιρότητά του.

Παραθέτω αυτούσιο το κείμενο του 1995 και σε παρένθεση τα νεώτερα στοιχεία και τα σχόλια.

Θα ξεκινήσω με μερικές καθημερινές εικόνες

Φανταστείτε πως ταξιδεύουμε με ένα τραίνο έχοντας την πλάτη στραμμένη προς τη μηχανή. Δεν βλέπουμε τη διαδρομή παρά εκ των υστέρων, αφού έχουμε προσπεράσει τα τοπία της. Το βλέμμα μας είναι στραμμένο στο παρελθόν…

Φανταστείτε ότι οδηγούμε το αυτοκίνητό μας  με την όπισθεν κοιτάζοντας μπροστά, χωρίς ούτε καν να βλέπουμε από το καθρεφτάκι…

“Φανταστείτε ότι επιβαίνετε σε ένα αυτοκίνητο που τρέχει με 300 χιλιόμετρα την ώρα. Με αυτή την ταχύτητα ποιο θα είναι το τέρμα της πορείας; Μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια, αν δεν κατορθωθεί να αναχαιτιστεί ο ρυθμός τεχνολογικής ανάπτυξης, με τις αναπόφευκτες περιβαλλοντικές επιπτώσεις, τότε όλος ο “πολιτισμός” θα ξεπεράσει το σημείο ελέγχου, με αποτέλεσμα όλες οι μετεξελίξεις που θα σημειωθούν στο περιβάλλον να μην είναι δυνατόν να ελεγχθούν”.

Αυτό το τελευταίο δεν το λέω εγώ. Το γράφει στην έκθεσή του με τον χαρακτηριστικό τίτλο “Δέκα χρόνια πριν το οικολογικό ολοκαύτωμα” το Ινστιτούτο για την παρακολούθηση της Γης”, ένας από τους πιο έγκυρους διεθνείς οργανισμούς που υπάγεται στην πανίσχυρη Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των ΗΠΑ.

[Μια ακόμη παρομοίωση που διάβασα αργότερα είναι η εξής: Φανταστείτε ένα νούφαρο σε μία λίμνη που διπλασιάζει κάθε νύχτα το μέγεθός του. Την επόμενη ημέρα που θα έχει καλύψει τη μισή έκταση της λίμνης, θα την έχει καλύψει ολόκληρη].

Πρόβλεψη και Προγραμματισμός

Από τα πολύ παλιά χρόνια οι άνθρωποι προσπαθούσαν να προβλέψουν το μέλλον. Οι μάντεις και οι προφήτες ήταν ιερά πρόσωπα με πολύ μεγάλη επιρροή. Σκεφτείτε μόνο το ρόλο των Δελφών στην Αρχαία Ελλάδα.

Σήμερα, η πρόβλεψη του μέλλοντος δε στηρίζεται στη Μεταφυσική, δεν είναι οιονοσκόπιση.

Η επιστήμη καταγράφει τις εξελίξεις σε όλους τους τομείς, τροφοδοτούμε με τα δεδομένα τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και έχουμε στη διάθεσή μας το διάγραμμα των εξελίξεων που θα συντελεστούν στη διάρκεια των επόμενων 10ετιών. Η μελλοντολογία είναι πλέον μια θετική επιστήμη που τα πορίσματά της μπορούν να αξιοποιηθούν κοινωνικά με μια επίσης επιστημονική μέθοδο που λέγεται “προγραμματισμός”.

Ο “οικονομικός προγραμματισμός” που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο -το περίφημο New Deal- και σε όλο τον δυτικό κόσμο στη συνέχεια, έκανε δυνατό το ξεπέρασμα των οικονομικών κρίσεων. Η ανάγκη ενός συνολικού προγραμματισμού σε πλανητικό επίπεδο και με χρονικό βάθος δεκαετιών, είναι σήμερα επιτακτική ανάγκη, ανάγκη επιβίωσης για όλη την ανθρωπότητα. Γιατί τα προβλήματα που έχουν παρουσιαστεί και οι εξελίξεις που συντελούνται είναι βέβαιο ότι, αν δεν παρθούν επείγοντα μέτρα, οδηγούν σε μεγάλες ανατροπές στο όχι πολύ μακρινό μέλλον. Και η διαδρομή δεν θα είναι καθόλου ανώδυνη. Συνοδεύεται, όπως άλλωστε διαπιστώνουμε ήδη, από δυστυχία και θάνατο.

Πληθυσμός – Κατανάλωση – Περιβάλλον

Προσπαθώντας να σκιαγραφήσουμε τις εξελίξεις των επόμενων πέντε δεκαετιών θα αναφερθούμε κυρίως σε τρεις αλληλένδετους τομείς:

-Την αύξηση του πληθυσμού.

-Το πρόβλημα της διατροφής (και γενικότερα της κατανάλωσης) και

-Τις αλλαγές στο φυσικό περιβάλλον του πλανήτη.

Η αύξηση του πληθυσμού της Γης…

…παρουσιάζεται επιγραμματικά σε μια από τις πρώτες οικολογικές μελέτες με τίτλο “Σχέδιο για την επιβίωση” που εκπονήθηκε στην Αγγλία στις αρχές της 10ετίας του 1970:

“Στη διάρκεια των 100.000 γενιών, όπου οι πρόγονοί μας ζούσαν απ’ το μάζεμα των καρπών, οι δυσκολίες για την επιβίωση ήταν τόσο μεγάλες ώστε οι πληθυσμοί περιορίζονταν βασικά από την έλλειψη τροφίμων. Με την υιοθέτηση της γεωργίας, πριν από 200 με 300 γενιές, οι νεοαποκτηθείσες πηγές τροφίμων επέτρεψαν στους πληθυσμούς να αυξηθούν μέχρι το σημείο που τους περιόριζαν οι ασθένειες. Τέλος, οι σύγχρονες μέθοδοι δημόσιας υγείας, οι πρακτικές ελέγχου των φορέων πολλών ασθενειών, επέτρεψαν εντυπωσιακές αυξήσεις, οι οποίες στο σύνολό τους σήμερα είναι γνωστές σαν “έκρηξη του πληθυσμού”.

Το 1700 μ. Χ. Ο πληθυσμός της Γης ήταν 750 εκατ. άνθρωποι. Για τον διπλασιασμό του είχαν χρειαστεί 17 αιώνες. (δηλαδή την εποχή του Χριστού ήταν 375 εκατ.)

Το 1900 ήταν 1,5 δισεκ. Άνθρωποι. Ο πληθυσμός τη;ς Γης είχε διπλασιαστεί σε δυο αιώνες.

Το 1980 ήταν 4 δισεκ. Άνθρωποι και το 1995 είναι 6 δισεκ, Έχουμε δηλαδή τετραπλασιασμό σε λιγότερο από έναν αιώνα.

Πρόσφατη μελέτη του Τμήματος Διεθνών Οικονομικών και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΟΗΕ (CDIESA) υπολογίζει ότι το 2.025 ο πληθυσμός της Γης θα είναι 8,85 δισεκ. άνθρωποι.

Αν συνεχιστεί ο σημερινός ρυθμός αύξησής του, το 2070 θα έχει ξεπεράσει τα 10 δισεκ.

[Δυστυχώς, οι προβλέψεις αυτές όχι απλώς επιβεβαιώνονται αλλά ο ρυθμός  αύξησης που προβλέπουν επιταχύνονται. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ίδιου Τμήματος του ΟΗΕ, το 2018 ο παγκόσμιος πληθυσμός έχει φτάσει στα 7,63 δισεκ και η πρόβλεψή του για το 2023 είναι ότι θα φτάσει στα 8 δισεκ και για το 2050 στα 9,7 δισεκ., αντί του 2070 της προηγούμενης πρόβλεψης].

Τι σημαίνει το να προστεθεί ένας ακόμη κάτοικος του πλανήτη σε δύο σημερινούς τα επόμενα 50 χρόνια μπορούμε ίσως να το αντιληφθούμε ακόμη και εμπειρικά. Η αύξηση του πληθυσμού ωστόσο δεν είναι ένα αυτόνομο μέγεθος. Συνδέεται άμεσα με τις εξελίξεις στην επιστήμη, την τεχνολογία και τις παραγωγικές – κοινωνικές εφαρμογές τους. Συνδέεται με την κατανομή του κοινωνικού πλούτου και το επίπεδο διαβίωσης – κατανάλωσης. Συνδέεται, τέλος, με την κατάσταση που διαμορφώνεται στο φυσικό περιβάλλον.

Οι υπέρ-αισιόδοξοι

Την πιο αισιόδοξη πρόβλεψη του μέλλοντός μας διαβάσαμε στην έκθεση ενός Αμερικανικού Ινστιτούτου Μελλοντολογίας που εκπροσωπεί την τεχνοκρατική άποψη:

“Το δεύτερο μισό του επόμενου αιώνα ο πληθυσμός της Γης θα είναι 20 δισεκ. άνθρωποι, το μέσο κατά κεφαλή εισόδημα 20.000 δολάρια (διπλάσιο από το σημερινό μέσο παγκόσμιο) και το παγκόσμιο “ακαθάριστο προϊόν” 100 φορές μεγαλύτερο από το σημερινό”!

Ένα τέταρτο του αιώνα μετά την διατύπωση αυτής της πρόβλεψης, ενώ δικαιώνεται -ευτυχώς όχι απόλυτα- στο πρώτο σκέλος της, ως προς την αύξηση του πληθυσμού, διαψεύδεται κατάφορα στο δεύτερο. Τα επιστημονικά – τεχνολογικά “θαύματα” που θα έλυναν το διατροφικό πρόβλημα του αυξανόμενου πληθυσμού δεν είναι καν ορατά, ενώ η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται, εδώ και δεκαετίες, σε κατάσταση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν στασιμότητα.

Είναι βέβαιο ότι η υπεραισιόδοξη αυτή πρόβλεψη δεν πρόκειται να επαληθευτεί. Υπάρχουν όμως δυο τρόποι για τη διάψευσή της: Ο ένας είναι η καταστροφή και ο άλλος ο προγραμματισμός.

Ας αναζητήσουμε, λοιπόν, την ρεαλιστική ελπίδα.

Πληθυσμός και ανάπτυξης

Το “Σχέδιο για την επιβίωση” στο οποίο προαναφέρθηκα, γράφει για την εξέλιξη του πληθυσμού:

“Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου από μόνη της περιορίζει την αύξηση του πληθυσμού. Οι οικογένειες γίνονται όλο και μικρότερες όσο το επίπεδο του υλικού πλούτου ανεβαίνει”

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ετήσιες γεννήσεις σε 5 αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Δανία) μειώθηκαν στη διάρκεια δύο αιώνων (1770-1970) από 40% σε 14,4%. Στο σύνολο του ανεπτυγμένου κόσμου, δηλαδή στο 1/3 του πληθυσμού του πλανήτη, και στη διάρκεια δύο περίπου αιώνων (1800-1980), παρά την άνοδο της μέσης διάρκειας ζωής από 18 σε 70 χρόνια, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του πληθυσμού είναι κάτω του 1%. Στα υπόλοιπα 2/3 του πληθυσμού που σε στις -κατ’ ευφημισμόν αποκαλούμενες- “αναπτυσσόμενες χώρες”, ο ρυθμός αύξησης εξακολουθεί να είναι πάνω από 3% το χρόνο.

[Το φαινόμενο αυτό παρουσιάζεται, αν και σε ελαφρά ηπιότερη μορφή, στις δύο επόμενες δεκαετίες: Από το 1980 μέχρι το  2000, στις ανεπτυγμένες  χώρες οι γεννήσεις μειώθηκαν από το 0,59 στο 0, 34 και αντίστοιχα στις “αναπτυσσόμενες” χώρες από 2,28 σε 1,52. Ιδιαίτερα στην Ευρώπη οι γεννήσεις μειώθηκαν από το 0,39 του 1980 στο 0,02 το 2000.

Ως προς την κατανομή του παγκόσμιου πληθυσμού, ο πληθυσμός των ανεπτυγμένων χωρών (Ευρώπη. Βόρεια Αμερική και Αυστραλία)  μειώθηκε στο 15%,  ενώ ο πληθυσμός των “αναπτυσσόμενων” χωρών (Ασία, Αφρική, Λατινική Αμερική) αποτελεί πλέον το 85% του παγκόσμιου πληθυσμού].

Είναι φανερό ότι η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των λαών αυτών θα έλυνε και το πρόβλημα του υπερπληθυσμού. Αλλά σ’ αυτό θα επανέλθουμε αφού πρώτα απαντήσουμε στο ερώτημα:

Πόσο πληθυσμό αντέχει η Γη;

Μήπως ήρθε η εποχή να θέσουμε υπό αμφισβήτηση  τη βιβλική εντολή “αυξάνεσθαι και πληθύνεσθαι”;

Έχοντας σαν δεδομένα τα “πεπερασμένα όρια του πλανήτη και την πολύπλοκη εξάρτησή μας από τα βασικά στοιχεία του φυσικού του οικοσυστήματος, οδηγούμαστε στη σκέψη ότι θα πρέπει ο παγκόσμιος πληθυσμός να “σταθεροποιηθεί” με την “απλή αναπαραγωγή” σε κάποιο αριθμό. Το ποιος θα είναι αυτός ο αριθμός εξαρτάται βέβαια από το επίπεδο και τις μορφές διαβίωσης, καθώς και από τον τρόπο παραγωγής με τον οποίο θα την εξασφαλίσουμε.

Την πιο ρεαλιστική απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα βρήκα στη μελέτη ενός Ρωσικού Ινστιτούτου, που εκπονήθηκε την εποχή της Περεστροίκα, (στο τέλος της 10ετίας του 1970):

“Ο πληθυσμός της Γης  θα πρέπει να σταθεροποιηθεί στο ύψος των 6 δισεκ. ανθρώπων και το μέσο ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα στις 10.000 δολάρια.

Και τα δύο μεγέθη, δηλαδή, στα μέσο παγκόσμιο επίπεδο εκείνης της εποχής.

Συμπληρωματικές προϋποθέσεις της επιβίωσης και με αυτά τα δεδομένα βέβαια είναι:

-Η ισοκατανομή του παγκόσμιου του παγκόσμιου εισοδήματος  σ’ όλο τον πληθυσμό του πλανήτη και

-Η φιλική στο περιβάλλον παραγωγική δραστηριότητα και καταναλωτική συμπεριφορά. Τελευταία αυτός ο τρόπος παραγωγής – διαβίωσης ονομάζεται “αειφόρος ανάπτυξη”.

Στόχος “Ανάπτυξη μηδέν”

Την ανάγκη της σταθεροποίησης πληθυσμού – παραγωγής  για την αποτροπή “μη αντιστρέψιμων” καταστροφών στο φυσικό περιβάλλον του πλανήτη, επισημαίνουν πολλοί διαπρεπείς επιστήμονες σε όλο τον κόσμο στη διάρκεια των τελευταίων 10ετιών. Ανάμεσά τους και ο προκάτοχος του Ζακ Ντελόρ στην προεδρεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης κ. Μάσχολντ, ο οποίος, στη διάρκεια της 10ετίας του 1970, πρότεινε σαν στόχο την “Ανάπτυξη μηδέν”!

Στην “ανάπτυξη μηδέν” έχουμε βέβαια οδηγηθεί κατ’ ανάγκην, με εξαίρεση ορισμένες χώρες κυρίως της Άπω Ανατολής, χωρίς όμως τις διορθωτικές αλλαγές που θα την καθιστούσαν προϋπόθεση της επιβίωσης. Χωρίς την εξασφάλιση της ισοκατανομής του κοινωνικού πλούτου και της φιλικής συμπεριφοράς απέναντι στο φυσικό περιβάλλον.

Ας δούμε, λοιπόν, τι συμβαίνει σε αυτούς  τους δυο τομείς:

Στέρηση και υπερκατανάλωση

Σήμερα το βιοτικό επίπεδο του 1/3 του πληθυσμού της Γης που ζει στις ανεπτυγμένες χώρες είναι 100 φορές υψηλότερο από το αντίστοιχο των 2/3 που ζει στις “αναπτυσσόμενες” χώρες. Στις ακραίες περιπτώσεις (ΗΠΑ – Ρουάντα) η απόσταση είναι 1.00 φορές!

Στον τομέα της διατροφής, βέβαια, οι αποστάσεις είναι μικρότερες:

Η μέση κατά κεφαλήν κατανάλωση δημητριακών του τρίτου κόσμου είναι 160 κιλά.

H αντίστοιχη των κατοίκων των αναπτυγμένων χωρών είναι 715 κιλά, από τα οποία τα 65 με μορφή δημητριακών και τα 650 μετασχηματισμένα σε ζωικές τροφές.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση  της Διεθνούς Τράπεζας, τα ποσοστά των ανθρώπων που ζουν σε συνθήκες “ανασφάλειας τροφής”, δηλαδή με εισόδημα κάτω των 60.000 δραχμών [176 ευρώ του 2018] το χρόνο [λιγότερο από μισό ευρώ την ημέρα] είναι:

Αφρική (κάτω της Σαχάρας) ……….     43,1%

Ινδία ………………………………………..      25,4%

Β. Αφρική – Μέση Ανατολή ……….      22,6%

Νότια Ασία………………………………..      18,0%

Λατινική Αμερική ……………………..       11,1%

Ανατολική Ευρώπη ……………………      7,8%

Ανατολική Ασία ………………………..      4,0%

Κίνα …………………………………………     2,9%

Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 100 εκατομμύρια στη διάρκεια της 10ετίας του 1980.

[Με βάση νεότερη έρευνα της Διεθνούς Τράπεζας, το 2015 οι άνθρωποι που ζούσαν με 1,25 δολάρια την ημέρα ήταν 702 εκατομμύρια, ποσοστό 9,6% του παγκόσμιου πληθυσμού.

Ως προς την κατανομή του στις διάφορες περιοχές του πλανήτη, η ίδια έκθεση περιλαμβάνει πίνακα με το ποσοστό των κατοίκων τους που ζούσαν σε αυτό το επίπεδο το 1990 και το 2015. Ο πίνακας αυτός έχει ως εξής:

 

Περιοχή                                       1990                       2015                     (+-)

—————————————————————————————–

Ανατολική Ασία ……………….     60% ………………..  5% ………….. (-55%)

Υποσαχάρια Αφρική …………     56% ………………. 37% ………….. (-19%)

Νότια Ασία ……………………..      51% ……………..   14% ………….. (-37%)

Ευρώπη – Κεντρική Ασία …        2%  …………….     2%  …………. (    0%)

Λατινική Αμερική ……………      18%  …………….     5%  …………. (-13%)

Με βάση τον πίνακα αυτόν, η ακραία φτώχεια μειώνεται αισθητά στις αναπτυσσόμενες χώρες και εντυπωσιακά στην Ανατολική και τη Νότια Ασία, όπου και οι χώρες με τον μεγαλύτερο πληθυσμό (Κίνα – Ινδία).

Τους αριθμούς των ανθρώπων που αντιστοιχούν σε αυτά τα ποσοστά βρίσκουμε σε αντίστοιχη έρευνα της Διεθνούς Τράπεζας του 2013:

Αφρική ………….. 383 εκατ.

Ασία ……………… 327   “

Νότια Αμερική …. 19    “

Βόρεια Αμερική .. 13    “

Ωκεανία ………….   2,5 “

Ευρώπη ………….   0,7 “

Στον πίνακα αυτόν περιλαμβάνονται και οι κάτοικοι των αναπτυγμένων χωρών που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια αυξάνονται λόγω του άκρατου νεοφιλελευθερισμού που εφαρμόζεται  από τα διεθνή οικονομικά κέντρα και τις κυβερνήσεις τους.]

Η “ανασφάλεια της διατροφής” δεν αφορά όμως μόνο τον τρίτο κόσμο. Πίσω από τους υψηλούς “μέσους όρους” των ίδιων των ανεπτυγμένων χωρών κρύβεται πλέον ένα “περιθώριο” που ξεπερνάει το 10% του πληθυσμού. Το χάσμα της ανισότητας διευρύνεται όχι μόνο ανάμεσα στον αναπτυγμένο και τον Τρίτο κόσμο, αλλά και μέσα στις ίδιες της αναπτυγμένες κοινωνίες.

Ας επανέλθουμε όμως στον Τρίτο κόσμο.

Τα ποσοστά των παιδιών που υποσιτίζονται κατανέμονται ως εξής στις διάφορες περιοχές του πλανήτη, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της UNICEF:

Νότια Ασία …………………. 47%

Υπόλοιπη Ασία ……………. 42%

Αφρική ……………………… 26%

Κίνα …………………………  21%

Νότια Αμερική …………..  14%

οι στατιστικές αυτές έχουν τραγικές διαστάσεις. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, από τα 142 εκατ. παιδιά που ήρθαν στον κόσμο το1990, το 88% γεννήθηκαν σε χώρες του Τρίτου κόσμου. Από αυτά το 21% (περίπου 25 εκατ. παιδιά) πέθαναν από πείνα και επιδημίες πριν συμπληρώσουν τα 5 τους χρόνια!

Δυστυχώς όμως, ο πρόωρος θάνατος δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των λαών του Τρίτου κόσμου. Αποτελεί τραγική ειρωνεία το γεγονός ότι σχεδόν στο ίδιο ποσοστό πρόωρων θανάτων από στέρηση του Τρίτου κόσμου βρίσκονται τα ποσοστά των πρόωρων θανάτων από υπερβολική και αφύσικη κατανάλωση στον αναπτυγμένο κόσμο.

Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία μιας 15ετίας, που επιβεβαιώνονται άλλωστε από την προσωπική μας εμπειρία, στους τέσσερις κατοίκους των αναπτυγμένων χωρών μόνο ένας πεθαίνει από γηρατειά. Οι άλλοι τρεις πεθαίνουν πριν τα 55 τους χρόνια, ο ένας από καρδιά, ο δεύτερος από καρκίνο και ο τρίτος από τροχαίο.

Στη διάρκεια του 1993 πέθαναν σε όλο τον κόσμο 51 εκατ. άνθρωποι. Τα 12 στον αναπτυγμένο και τα 39 στον Τρίτο κόσμο.(Η αναλογία του πληθυσμού είναι 17 πρός 34).

Έλληνες “Προφήτες”

Την ανάγκη της παράλληλης αντιμετώπισης των δύο αιτιών μαζικού πρόωρου θανάτου -από στέρηση και υπερκατανάλωση- έχουν επισημάνει και προτείνει στη διεθνή κοινότητα με τεκμηριωμένες μελέτες τους δύο Έλληνες “σοφοί” – “προφήτες”, σύμφωνα με όσα είπαμε στην εισαγωγή μας.

Ο πρόσφατα χαμένος Άγγελος Αγγελόπουλος έχει εκπονήσει εδώ και δύο περίπου δεκαετίες ένα πρόγραμμα ανάπτυξης του Τρίτου κόσμου που εγκωμιάστηκε από όλους τους διεθνείς οργανισμούς, χωρίς βέβαια να εφαρμοστεί.

Το “κύκνειο άσμα”, το τελευταίο βιβλίο του διεθνούς κύρους επίσης Έλληνα οικονομολόγου Ξενοφώντα Ζολώτα, που εκδόθηκε στις αρχές της 10ετίας του 1980, έχει τον χαρακτηριστικό τίτλο “Οικονομική μεγένθυση και φθίνουσα κοινωνική ευημερία”.

Γεωργική παραγωγή: Η αντίστροφη μέτρηση

Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, επικαλούμενος την εμπειρία του πρόσφατου παρελθόντος, ότι οι παγκόσμιες διατροφικές ανάγκες θα μπορούσαν να καλυφθούν από μια συνεχώς αυξανόμενη γεωργική παραγωγή. Γιατί πραγματικά στη διάρκεια εκατό πενήντα χρόνων, από το 1800 μέχρι το 1950 η απόδοση της αγροτικής παραγωγής αυξήθηκε 500 φορές! Τα γεωργικά μηχανήματα, οι αρδεύσεις, η χρήση χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, καθώς και οι εφαρμογές της γεννετικής στα υβρίδια της γεωργίας και τις παραγωγικές ράτσες της κτηνοτροφίας, ήταν οι βασικοί λόγοι αυτής της πραγματικά εντυπωσιακής εξέλιξης, που συνεχίστηκε και τις επόμενες δεκαετίες.

Από το 1950 μέχρι το 1984 η παγκόσμια παραγωγή δημητριακών αυξήθηκε 2,6 φορές, η στρεμματική απόδοση από τα 110 κιλά σιτηρά έφτασε στα 230 κιλά και η κατά κεφαλήν αναλογία τους στον παγκόσμιο πληθυσμό αυξήθηκε κατά 40% περίπου.

Ακόμη κι όταν παρουσιάζει τα πραγματικά αξιοθαύμαστα αποτελέσματά του, βέβαια,  αυτό το μοντέλο αγροτικής παραγωγής κρύβει μέσα του σοβαρά προβλήματα:

Στη διάρκεια της εικοσαετίας 1949-1968 στις ΗΠΑ, για την αύξηση κατά 11% της αγροτικής παραγωγής χρειάστηκε να αυξηθούν αντίστοιχα τα αζωτούχα λιπάσματα κατά 648% και τα χημικά παρασιτοκτόνα κατά 267%.

Η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει από τα μέσα της 10ετίας του 1980: Από το 1984 μέχρι το 1988 η κατά κεφαλήν αναλογία δημητριακών μειώθηκε κατά 14% επιστρέφοντας στα επίπεδα του 1970.

Η μείωση της απόδοσης των καλλιεργούμενων εδαφών οφείλεται στην αλλοίωση της σύνθεσής τους λόγω:

-της μακρόχρονης εφαρμογής του συστήματος των μονοκαλλιεργειών.

-της υπερβολικής χρήσης χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων και

-της αύξησης των αλάτων από την άρδευση.

Θα μπορούσε μήπως η εξασφάλιση νέων καλλιεργήσιμων εδαφών να υποκαταστήσει την μείωση της απόδοσης των ήδη καλλιεργούμενων;

Σύμφωνα με σχετική μελέτη του FAO (ΟΗΕ) μέχρι το 2030 οι καλλιεργούμενες εκτάσεις θα αυξηθούν κατά 5%. Στο ίδιο διάστημα ο πληθυσμός της Γης θα φτάσει όμως το 8 δισεκ. κατά συνέπεια η αναλογία καλλιεργούμενης έκτασης ανά κάτοικο θα μειωθεί από 0,28 εκτάρια που είναι σήμερα σε 0,19 εκτάρια.

[Τη διαχρονική πραγματική μείωση της κατά κεφαλήν καλλιεργήσιμης γης παρουσιάζει σε εργασία της που δημοσιεύτηκε το 2014 στο ηλεκτρονικό περιοδικό LEFT η καθηγήτρια του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου κ. Ελένη Καπετανάκη – Μπριασούλη.

“Η μέση κατά κεφαλή καλλιεργήσιμη γη” γράφει “μειώνεται από 0,39 εκτάρια το 1960 σε 0,23 εκτάρια το 2.000 και σε 0,21 εκτάρια το 2007”.

Επίσης, αναφερόμενη στην ερημοποίηση των καλλιεργήσιμων εδαφών σημειώνει:

“Κάθε χρόνο 120.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης, που θα μπορούσαν να παράγουν 20 εκατομμύρια τόνους σιτηρών, μετατρέπονται σε ανθρωπογενείς ερήμους”].

Ο επιφανής Γάλλος γεωπόνος Ρενέ Ντυμόν, υποψήφιος των Οικολόγων στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές της Γαλλίας, γράφει στη “Monde Diplomatike”:

“Οι επιτυχίες του παρελθόντος στον τομέα της γεωργικής παραγωγής δεν μπορούν πλέον να ακολουθήσουν τον ίδιο ρυθμό, που μερικοί πίστεψαν πως μπορεί να συνεχιστεί επ’ άπειρον. Και να που εμφανίζεται μια ακόμη απειλή: Η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη!”

Το φαινόμενο του θερμοκηπίου

Το μεγαλύτερο μέρος της ηλιακής ακτινοβολίας φτάνει στη Γη σε ένα μήκος κύματος, αυτό που βλέπουμε, το οποίο διαπερνά την ατμόσφαιρα. Η Γη απορροφά αυτή την ακτινοβολία και στη συνέχεια την εκπέμπει στο διάστημα σε ένα διαφορετικό μήκος κύματος, αυτό της υπέρυθρης ακτινοβολίας. Τα μόρια του διοξειδίου του άνθρακα που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα απορροφούν ένα μεγάλο μέρος αυτής της ακτινοβολίας και την εκπέμπουν ξανά στην επιφάνεια της Γης. Χωρίς αυτή τη συγκεκριμένη αναλογία συμμετοχής του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα της Γης, που προήλθε από τις εκρήξεις των ηφαιστείων, η μέση θερμοκρασία του πλανήτη θα ήταν κατά 33ο C  χαμηλότερη. Αντί 15ο C πάνω από το μηδέν θα ήταν 18οC κάτω από το μηδέν. Αν η αναλογία του διοξειδίου του άνθρακα ήταν μεγαλύτερη, θα συγκρατούσε πολύ περισσότερη θερμοκρασία, όπως συμβαίνει στην Αφροδίτη που η θερμοκρασία ξεπερνάει τους 400ο C.

Στο τέλος του προηγούμενου αιώνα (19ου) η αναλογία διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα της Γης ήταν 270 μέρη στα 1.000. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 έφτασε στα 375 μέρη στα 1.000 παρουσιάζοντας αύξηση κατά 28%.

Σύμφωνα με διεθνείς μετεωρολογικές μετρήσεις, η μέση θερμοκρασία της Γης από το 1950 μέχρι το 1980 ήταν 15ο C. Στις επόμενες δεκαετίες η μέση θερμοκρασία ανέρχεται σημαντικά.

Η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1ο C περίπου είναι αποτέλεσμα αυτής της μεταβολής, που συνεπάγεται ήδη αισθητές κλιματολογικές μεταβολές.

[Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου World Resources, η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα αυξήθηκε από το 1750 μέχρι το 2004 κατά 31%.

Με βάση την ίδια έρευνα, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα το 2004  ήταν 12 φορές υψηλότερες από αυτές του 1900.

Τέλος, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΟΗΕ, το 2016 τα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα ήταν 45% πάνω από τα αντίστοιχα της προβιομηχανικής περιόδου.]

Κύριος υπεύθυνος της αύξησης του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα της Γης είναι βέβαια οι καύσεις των ορυκτών πηγών ενέργειας (κάρβουνο, πετρέλαιο, μεθάνιο). Κατά 20% συμβάλλει στην αύξησή του η καταστροφή των δασών, κυρίως των τροπικών, που παράγουν το 80% του οξυγόνου της ατμόσφαιρας. Οι δασικές εκτάσεις του πλανήτη μειώθηκαν στη διάρκεια ενός αιώνα από 46% της συνολικής του έκτασης σε κάτω από 25%. Στην αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη συμβάλλει επίσης η συνεχής επέκταση της “τρύπας του όζοντος”.

Δυσοίωνες προβλέψεις

Η πρώτη Βορειοαμερικανική Σύνοδος για τις αλλαγές του κλίματος, που πραγματοποιήθηκε στην Ουάσιγκτον το 1987 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι:

“Μια άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 3 βαθμούς μέχρι το 2050, θα ανέβαζε τη στάθμη των θαλασσών κατά 0,5 μέχρι 1 μέτρο. Μέχρι το τέλος του αιώνα μάλιστα, θα μπορούσε να ξεπεράσει το σημερινό επίπεδο κατά δύο μέτρα”

Η Διακήρυξη της Διεθνούς Συνάντησης Υπουργών Περιβάλλοντος από 67 χώρες και τους τους εκπροσώπους 11 Διεθνών Οργανισμών, που πραγματοποιήθηκε στην Ολλανδία το 1990, επαναλαμβάνει:

“Ναι, το κλίμα του πλανήτη αλλάζει. Πρώτος υπεύθυνος είναι ο άνθρωπος και η αλόγιστη χρήση ενέργειας. Σε τρεις το πολύ 10ετίες οι νέες κλιματολογικές συνθήκες, γνωστές σαν “φαινόμενο θερμοκηπίου”, θα κυριαρχήσουν στον πλανήτη μας¨.

Η υποχώρηση της εύκρατης ζώνης σε βορειότερες περιοχές, η επέκταση των ερήμων και η αύξηση των τυφώνων είναι η πιο ανώδυνες επιπτώσεις αυτών των κλιματολογικών μεταβολών. Η σημαντικότερη είναι ίσως η τήξη των πολικών πάγων, που συνεπάγεται την άνοδο της στάθμης της θάλασσας μέχρι και 2 μέτρα, με αποτέλεσμα να κατακλυστούν από νερά τεράστιες περιοχές που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού και της παραγωγικής και κοινωνικής υποδομής.

Η ερημοποίηση

Η επέκταση των ερήμων και η αύξηση των μη γόνιμων εδαφών , που συντελείται ήδη με ραγδαίους ρυθμούς σε όλη την έκταση του πλανήτη, δεν οφείλεται μόνο στην άνοδο της θερμοκρασίας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του FAO, που δημοσιεύτηκαν το 1988, η ερημοποίηση των εδαφών του πλανήτη επεκτείνεται με ρυθμό 6 εκατ. εκταρίων το χρόνο.

Στην ερημοποίηση έρχεται να προστεθεί η διάβρωση των εδαφών που συντελείται με ρυθμό 24 δισεκ. τόνων εδάφους το χρόνο. Η διάβρωση των εδαφών, η απογύμνωσή τους δηλαδή από το γόνιμο έδαφος που παρασύρεται από τους χειμάρους, κυρίως λόγω της αποδάσωσης, προβλέπεται να φτάσει τα 960 δισεκ. τόνους εδάφους μέχρι το 2030.

Ήδη οι καλλιεργούμενες εκτάσεις έχουν μειωθεί κατά 23%. Μέχρι το 2030 θα έχουν αποσυρθεί από την καλλιέργεια εκτάσεις διπλάσιες όλων των καλλιεργήσιμων εδαφών των ΗΠΑ.

Τέλος, ο υδροφόρος ορίζοντας των ΗΠΑ χαμηλώνει κατά 0,15 μέχρι 1,2 μέτρα το χρόνο, με αποτέλεσμα οι αρδευόμενες εκτάσεις τους να μειωθούν κατά 7% από το 1978 μέχρι σήμερα (1995). Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται παγκόσμια με συνεχώς αυξανόμενους ρυθμούς.

Οι προτάσεις των τεχνοκρατών

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της “Διακυβερνητικής Επιτροπής για την αλλαγή του κλίματος (IPCC): “Για να σταθεροποιηθούν οι ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις που δημιουργούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου στα σημερινό επίπεδο, θα πρέπει να μειωθούν οι εκπομπές:

-Διοξειδίου του άνθρακα κατά 60%

-Οξειδίου του νίτρου κατά 70-80%

-Χλωροφθορανθράκων (CFCs) κατά 70-80%

-Μεθανίου κατά 15-20%

Ταυτόχρονα πρέπει να σταματήσει αμέσως η εκχέρσωση των δασών και να εφαρμοστεί εκτεταμένο πρόγραμμα αναδασώσεων.

Δυστυχώς, ούτε η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη του 1922 στο Ριο, ούτε η εφετινή (1995) του Βερολίνου, που είχαν σαν βασικό θέμα τους το φαινόμενο του θερμοκηπίου, δεν πήραν κανένα συγκεκριμένο μέτρο, ούτε καν για τη μείωση κατά 20% των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα,

Με βάση τη συμφωνία της Διάσκεψης του Ριο συντάχθηκε το 1997 το Πρωτόκολλο του Κιότο, το οποίο υπεγράφη από 141 χώρες και τέθηκε σε εφαρμογή το 2005. Στις χώρες αυτές, ωστόσο, δεν περιλαμβάνονται οι ΗΠΑ και η Κίνα.

Είχε προηγηθεί, το 1987, στο Μόντρεαλ του Καναδά, η Διεθνής Διάσκεψη για το Όζον. Η σχετική συμφωνία, που τέθηκε σε ισχύ το 1989, προέβλεπε χρονοδιάγραμμα παγώματος, μείωσης της χρήσης και κατάργησης των ουσιών που καταστρέφουν την στιβάδα του όζοντος στην στρατόσφαιρα, και κυρίως των CFCs, που περιέχονται στους εξοπλισμούς ψύξης και κλιματισμού καθώς και ως προωθητικά στα διάφορα σπρέι. Τα αποτελέσματα των μέτρων αυτών θα αρχίσουν να εμφανίζονται, βέβαια, μετά από 25 χρόνια, γιατί τόσο διαρκεί το ταξίδι των ουσιών αυτών μέχρι τη στρατόσφαιρα.

Η πιο πρόσφατη διεθνής συνάντηση για το κλίμα ήταν αυτή του 2015 στο Παρίσι στην οποία οι κυβερνήσεις που συμμετείχαν δεσμεύτηκαν να περιορίσουν την άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη στους δύο βαθμούς, σε σχέση με αυτήν της προβιομηχανικής εποχής. Και από αυτή τη συμφωνία απέσυρε την υπογραφή των ΗΠΑ ο πρόεδρος Τραμπ.

Οικολογία σημαίνει ανθρωπισμός.

Η επιβίωση του ανθρώπινου είδους προϋποθέτει τον σεβασμό της ισορροπίας του φυσικού οικοσυστήματος του πλανήτη, του οποίου στοιχείο είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Κατά συνέπεια, ένας πιο φυσικός – οικολογικός τρόπος διαβίωσης, ο οποίος μάλιστα ταυτίζεται με τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, αποτελεί τη βασική προϋπόθεση.

Ο οικολογικός προσανατολισμός της ζωής μας δεν είναι μόνο, δεν είναι προπαντός, τεχνοκρατικό πρόβλημα. Είναι πρόβλημα ιεράρχησης αξιών. Ο άνθρωπος δεν θα επιβιώσει παρά μόνο στο βαθμό που θα γίνει ΑΝΘΡΩΠΟΣ.

[Τα δεδομένα του 2018

Στα μισά περίπου της διαδρομής που καλύπτει η εργασία μου του 1995, από τα περιορισμένα νεώτερα στοιχεία που αναζήτησα στο διαδίκτυο προκύπτει ότι επιβεβαιώνονται, δυστυχώς, σε μεγάλο βαθμό οι δυσοίωνες προβλέψεις

Στο διάστημα αυτό, βέβαια, έχουν συνειδητοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό τα προβλήματα, τόσο από τους επιστήμονες όσο και από την διεθνή κοινότητα. Στο ίδιο διάστημα έχουν υλοποιηθεί από τις κυβερνήσεις θετικά μέτρα σε επιμέρους τομείς (Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, Ανακύκλωση απορριμάτων, Βιολογική γεωργία κ.α.) Επίσης, έχει ευαισθητοποιηθεί σε σημαντικό βαθμό μεγάλες ομάδες του πληθυσμού και έχουν παρουσιαστεί θετικές συμπεριφορές σε αρκετούς τομείς.

Όλα αυτά, όμως, δεν επαρκούν, κατά την εκτίμησή μου, για να προλάβουμε την επερχόμενη ανατροπή του γήινου οικοσυστήματος και να κατακτήσουμε τον φιλόδοξο στόχο του επιλόγου της εργασίας μου του 1995.]