Νίκος Γκάλης: Ενας οικουμενικός αθλητής, που μετέτρεψε σε… αργία την Πέμπτη για να βλέπουμε όλοι τον καταπληκτικό δικό του Αρη, ένας σταρ που μεταξύ όλων των άλλων ανέβασε και τα κασέ των ελλήνων μπασκετμπολιστών

Κείμενο Κώστας Κοφινάς

Η αίθουσα του αμφιθεάτρου του ΑΠΘ την περασμένη Τρίτη είχε κόσμο. Αν ήταν κατάμεστη, σίγουρα το κοινό θα έφτανε περίπου τα 1.500 άτομα. Πόσοι βρέθηκαν στην τελετή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και την τιμητική αναγόρευση του Νίκου Γκάλη σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού; Περίπου 500 άνθρωποι. Μικρός ο αριθμός για τον μεγάλο Νικ της νιότης πολλών. Ισως οι νεότεροι βλέπουν τον ηλικίας 66 ετών παλαίμαχο άσο και δεν γνωρίζουν επακριβώς τι ήταν. Θα έχουν ακούσει, ωστόσο, από τις διηγήσεις πατεράδων και παππούδων. Λάθος. Ακόμη και από άτομα γένους θηλυκού!

Γιατί ο Νίκος Γκάλης «μίλησε» με τα πεπραγμένα του σε όλες τις γενιές και σε όλα τα φύλα. Χρόνια μετά τιμήθηκε για τη δυσθεώρητη προσφορά του στον αθλητισμό και τον πολιτισμό, όπως άλλωστε και για τις υπηρεσίες που πρόσφερε στην κοινωνία. Στα πηγαδάκια πολλοί σχολίασαν το γεγονός πως ο κόσμος δεν τόσος πολύς. Ακόμη περισσότερο έγινε κουβέντα για το γεγονός πως απουσίασαν άνθρωποι του Αρη, δηλαδή της ομάδας που δόξασε ο Γκάλης και μέσω αυτής έφτασε στο απόγειο της καριέρας του, μαζί φυσικά με την εκτόξευση μέσω της Εθνικής. Ας μην ειπωθούν πολλά για την αθλητική σταδιοδρομία του Νο 6 του Αρη και Νο 4 της πρώην πρωταθλήτριας Ευρώπης. Γνωστά αυτά σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο ή και τον υπόλοιπο κόσμο. Γιατί τα νέα, και ας μην είχε ξημερώσει η εποχή του Ιντερνετ τότε, τη δεκαετία του ’80 και στις αρχές του ’90 ταξίδευαν με ταχύτητα φωτός. Αστραπιαία.

Οπως με… αστραπή έμοιαζε ο Γκάλης όταν πετούσε κυριολεκτικά πάνω από τους αντιπάλους και άφηνε την μπάλα με ένα στυλ ολότελα δικό του στο καλάθι, ένα στυλ κομμένο και ραμμένο στα δικά του στάνταρ. «Με ξέρετε πώς είμαι, δεν μου αρέσει να μιλάω για τον εαυτό μου. Θέλω να πιστεύω ότι έχω δώσει το καλό παράδειγμα για τα μικρά παιδιά και για τον κόσμο γενικά, το πώς να λειτουργεί σαν σωστός επαγγελματίας και πώς να κάνει σωστά τη δουλειά του. Θέλω να με θυμούνται τα παιδιά σαν έναν σκληρό εργάτη που έκανε σωστά τη δουλειά του στο παρκέ. Η πόλη μου είναι η Θεσσαλονίκη. Δεν την αφήνω τη Θεσσαλονίκη, δεν πάω πουθενά», είπε σε μια αποστροφή των λόγων του. Και κοίταξε πού αλλού; Την κόρη του,  τη Στέλλα, που είναι μέλος της εθνικής ομάδας τσιρλίντινγκ.

Εβγαζε η ματιά συγκίνηση

«Ηθος έχει», ήταν κάτι άλλο που είπε ο Νικ και είχε τη μεγίστη σημασία του για το πώς αυτός βλέπει τον αθλητισμό. Στην καριέρα του σημείωσε 24.721 πόντους και ο μέσος όρος ήταν 32,8. Αυτά δεν υπάρχουν τη σημερινή εποχή. Πολλοί θα υποστηρίξουν πως «το μπάσκετ άλλαξε». Φευ! Δεν είναι αυτή η αλήθεια. Το μπάσκετ, ο αθλητισμός γενικότερα, είναι κάτι που διαρκώς εξελίσσεται. Αλλά ο μέσος όρος των πόντων που βάζουν ακόμη και οι σουπερστάρ μειώνεται, πολύ απλά γιατί κανείς δεν βγήκε από το καλούπι ενός… Γκάλη. Ηταν ένας και μοναδικός, η σημαντικότερη μορφή στην ιστορία του αθλήματος στην Ελλάδα. Το 2007 έγινε ο πρώτος έλληνας μπασκετμπολίστας που εντάχθηκε στο Hall of Fame της FIBA και το 2017 στο Naismith Memorial Basketball Hall of Fame. Με απλά λόγια, στο Πάνθεον του παγκοσμίου μπάσκετ. Στην εποχή του, οι αντίπαλοι έλεγαν πως «ο μόνος τρόπος να τον σταματήσουν ήταν να τον κλειδώσουν στο δωμάτιο του ξενοδοχείου» και όντως δεν υπήρξε γοητευτικότερη ομολογία αναγνώρισης αξίας από αυτή. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη βραδιά», πρόσθεσε φορώντας τη μαύρη τήβεννο του επίτιμου διδάκτορα με τις χρυσές λεπτομέρειες.

«Είναι στο σωστό χρώμα», συμπλήρωσε χαριτολογώντας. Εξω από την αίθουσα, στους δρόμους της Θεσσαλονίκης ή στην Αθήνα οσάκις επιχειρεί το ταξίδι στην πρωτεύουσα, πολλά παιδιά σταματούν τον Γκάλη και τον ρωτούν: «Πώς στεκόσασταν στον αέρα; Θέλω να το κάνω κι εγώ. Θέλω να γίνω μεγάλος παίκτης». Ο Γκάλης, αυτός ο αγέλαστος στα παρκέ, σκάει ένα χαμόγελο, αγκαλιάζει τα πιτσιρίκια και απαντά στέλνοντας το δικό του μήνυμα: «Είναι ωραίο να κυνηγάς το όνειρό σου. Ακολούθησε την καρδιά σου. Να ξέρεις όμως ότι αυτό απαιτεί θυσίες. Θέλει σκληρή δουλειά. Μετρά το ταλέντο, αλλά θα μείνουν για πάντα τα γράμματα, η γνώση και το ήθος. Να σπουδάσετε».

Εκείνα τα άνυδρα αθλητικά χρόνια του τέλους της δεκαετίας του ’70, ο Γκάλης ήταν ο ήρωας που είχε ανάγκη η Ελλάδα. Οι πάντες «ακούμπησαν» στους δυνατούς του ώμους και λες και άρχισαν να τραγουδούν το «Stairway to heaven», το κλασικό τραγούδι των Led Zeppelin. Μαζί με τον Νικ με το μικρό μπόι (1,83 ήταν όταν αγωνιζόταν), ανέβηκε ένας ολόκληρος λαός τα σκαλιά που έβγαζαν στον παράδεισο.

Ηταν μια εμβληματική προσωπικότητα και θα είναι ένας… φάρος για τους φοιτητές και τις φοιτήτριες του Αριστοτελείου, αν θέλουμε να πάμε στο σήμερα. Αλλά κάνοντας «γέφυρα» με το χθες διαπιστώνουμε τη μεγάλη κληρονομιά που άφησε ο Γκάλης. Εκανε το μπάσκετ από «άθλημα των ψηλών» ένα «άθλημα και των κοντών» γιατί αυτός βραχύσωμος ήταν και έμαθε από μικρός να ξεπερνά τα όριά του και να τα βάζει με πανύψηλους αντιπάλους. Να τους νικά. Να τους θέτει νοκάουτ.

Ηταν ένας ενορχηστρωτής ελπίδας, γιατί όλοι βλέποντάς τον πίστεψαν πως ενίοτε το αδύνατο μπορεί να γίνει δυνατό. Για πρώτη φορά οι δρόμοι των πόλεων και των χωριών της Ελλάδας πλημμύρισαν από κόσμο ένεκα κάποιου αθλητικού γεγονότος. Ενας οικουμενικός αθλητής, που μετέτρεψε σε… αργία την Πέμπτη για να βλέπουμε όλοι τον καταπληκτικό δικό του Αρη, ένας σταρ που μεταξύ όλων των άλλων ανέβασε και τα κασέ των Ελλήνων μπασκετμπολιστών. Ενα «ευχαριστώ», μάλλον είναι πολύ λίγο για τον αξεπέραστο «Γκάνγκστερ» των παρκέ…

Πηγή : https://www.in.gr