Του ΣΤΑΘΗ ΛΙΔΩΡΙΚΗ

biomaza

Oι σημερινές τάσεις στην προμήθεια και χρήση ενέργειας είναι εμφανώς μη βιώσιμες, περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά. Εκτιμάται ότι μέχρι το 2050, αν δεν υπάρξουν αποφασιστικές δράσεις, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που σχετίζονται με την ενέργεια θα διπλασιαστούν, ενώ η αυξανόμενη ζήτηση πετρελαίου  θα αυξήσει τις ανησυχίες, σχετικά με την ασφάλεια των προμηθειών πετρελαίου.

Η ανθρώπινη κοινότητα μπορεί και πρέπει να αλλάξει το σημερινό τρόπο κατανάλωσης ενέργειας, αλλά αυτό θα χρειαστεί μια ενεργειακή επανάσταση, ενώ καθοριστικό και κρίσιμο ρόλο θα παίξουν ενεργειακές τεχνολογίες με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Για την επίτευξη, όμως, των στόχων για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, απαιτείται μια εκτεταμένη ανάπτυξη ενεργειακών ζητημάτων, όπως για παράδειγμα ενεργειακή αποτελεσματικότητα, διάφορες μορφές ανανεώσιμης ενέργειας, δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (carbon capture and storage, CCS), νέες τεχνολογίες μεταφοράς. Μια τέτοια ενεργειακή αναδιάταξη θα πρέπει να έχει παγκόσμιο χαρακτήρα και να περιλαμβάνει κάθε χώρα και τομέα της οικονομίας.

Σημαντικό ρόλο στην αναγκαία ενεργειακή αναδιάταξη έχει αρχίσει να διαδραματίζει η βιομάζα, βιομάζα, η οποία ορίζεται ως οργανική ύλη που προέρχεται από φυτά ή ζώα και είναι διαθέσιμη σε ανανεώσιμη βάση “ και η οποία χρησιμοποιείται για ενεργειακές εφαρμογές καλύπτοντας μία ευρεία γκάμα πρακτικών και τεχνολογιών που κυμαίνονται από την παραδοσιακή παραγωγή θερμότητας για μαγείρεμα ή/και θέρμανση χώρων έως τη σύγχρονη παραγωγή βιοενέργειας (παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, συνδυασμό παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, παραγωγή βιοκαυσίμων) και χημικών και υλικών.

Το 2012, η βιοενέργεια αποτελούσε το 10 % περίπου (ή 51 ΕJ)[1] της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από κάθε άλλη μεμονωμένη επιλογή ανανεώσιμης ενέργειας. Από την ποσότητα αυτή βιοενέργειας το μεγαλύτερο μέρος (27 ΕJ) προέρχεται από τη χρήση βιομάζας σε παραδοσιακές σόμπες ξύλου στις αναπτυσσόμενες χώρες. Σε ότι αφορά την υψηλή απόδοση στη χρήση βιομάζας και την ουδέτερη σε άνθρακα φύση της καύσης βιομάζας, παρατηρείται μία αύξηση σε συστήματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με βάση την βιομάζα, φθάνοντας περίπου τα  6 ΕJ. Οι κυριότερες τεχνολογικές επιλογές που ευρέως εφαρμόζονται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι:

  • η καύση σε σταθερή και ρευστοποιημένη κλίνη,
  • η από κοινού καύση βιομάζας (co-firing) σε μεγάλης κλίμακας μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με άνθρακα και
  • η συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας σε μικρομεσαίες μονάδες με πρώτη ύλη βιομάζα.

Ειδικά, η από κοινού καύση βιομάζας μειώνει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από μονάδες καύσης άνθρακα και επιτυγχάνει υψηλότερες αποδόσεις σε σύγκριση με μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που τροφοδοτούνται κατά 100 % με βιομάζα.

Επειδή η βιομάζα είναι κατανεμημένη σε παγκόσμιο επίπεδο, ένα από τα πλεονεκτήματα αξιοποίησης βιομάζας για παραγωγή ενέργειας είναι ότι σχεδόν κάθε χώρα μπορεί να αξιοποιήσει τους εγχώριους πόρους βιομάζας που διαθέτει. Από την άλλη πλευρά, η ενεργειακή πυκνότητα βιομάζας είναι μικρότερη σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα. Παρόλο, δε, που η διεργασία προ-επεξεργασίας βιομάζας έχει αναπτυχθεί τεχνικά, για την αποτελεσματική αξιοποίηση της βιομάζας είναι αναγκαία η κατάλληλη συγκομιδή και μεταφορά.

Ένα άλλο ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό της βιομάζας είναι η εποχική διακύμανση στην προμήθειά της, η οποία οφείλεται στην βιολογική της φύση. Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά δείχνουν ότι η διασφάλιση υψηλής ποιότητας πρώτης ύλης βιομάζας σε προσιτές τιμές, καθ’όλη τη διάρκεια ζωής της μονάδας, αποτελεί κρίσιμη παράμετρο για τις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με πρώτη ύλη βιομάζα. Ένα από τα μοναδικά χαρακτηριστικά που διαθέτει η βιομάζα είναι ο πολυδιάστατος ρόλος της, αφού αξιοποιείται για παραγωγή τροφίμων, ζωοτροφών, ινών, ενέργειας, χημικών προϊόντων και υλικών.

Για όλες αυτές τις χρήσεις χρησιμοποιείται η ίδια γεωργική γη. Επίσης, η αξιοποίηση της βιομάζας ενισχύει διαφορετικής μορφής οικολογικούς σκοπούς, όπως βιοποικιλότητα, μείωση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και ανάπτυξη τοπίου. Θα πρέπει, όμως, να τονιστεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι η αξιοποίηση βιοενέργειας μπορεί να αλλάξει δυναμικά τις σχέσεις αυτές και να δημιουργήσει θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις, τόσο τοπικά όσο και παγκόσμια.

Έτσι, προκειμένου να ενισχυθεί ο πολυδιάστατος ρόλος της βιομάζας, ενώ μετριάζονται οι πιθανές παρενέργειες (αντισταθμίσματα) που σχετίζονται με την ανάπτυξη βιοενέργειας, είναι απαραίτητο ένα αποτελεσματικό μείγμα πολιτικής και όχι μια επιμέρους αυτόνομη πολιτική ή επιμέρους μέτρα πολιτικής.  Η διαμόρφωση εθνικών στόχων αποτελεί ένα σύνηθες μέτρο που εφαρμόζεται με κύριο στόχο την μεσοπρόθεσμη διασφάλιση αγορών βιοενέργειας.

Μια σειρά χωρών (για παράδειγμα Βραζιλία, Γερμανία, Αγγλία) έχουν εισαγάγει εθνικούς στόχους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα. Όμως, το σχετικά υψηλότερο κόστος βιοενέργειας μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο για την επίτευξη ενός τέτοιου στόχου. Υπό τις συνθήκες αυτές απαιτούνται οικονομικά κίνητρα, όπως τιμολόγια εγγυημένων τιμών (Feed in tariffs, FIT) ή φορολογικές ελαφρύνσεις, τουλάχιστον κατά το αρχικό στάδιο ανάπτυξης. Το κρίσιμο, όμως, στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη, όταν εισάγονται τέτοια οικονομικά κίνητρα και ιδιαίτερα αν τα κίνητρα αυτά είναι πολύ υψηλά, είναι ότι ενδεχόμενα να συνεπάγονται οικονομικές επιβαρύνσεις και να εμποδίζουν την ανάπτυξη της τεχνολογίας σε βάθος χρόνου.  Είναι σημαντικό να εξετάζεται με προσοχή το τεχνολογικό κόστος και οι τάσεις, έτσι ώστε τα οικονομικά μέτρα να εφαρμόζονται με αποτελεσματικότητα.

Η σταδιακή μείωση των τιμολογίων εγγυημένων τιμών (Tariff regression) αποτελεί μια προσέγγιση υποστήριξης μειώσεων στο τεχνολογικό κόστος, ενώ παρέχονται οικονομικά κίνητρα στους επενδυτές βιοενέργειας. Η διασφάλιση βιώσιμης αγοράς βιοενέργειας καθ’όλη τη διάρκεια ζωής του επενδυτικού έργου, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τους επενδυτές βιοενέργειας. Μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς βιοενέργειας έχει αναπτυχθεί σε συνεργασία με κυβερνητική πολιτική. Γιαυτό και η σταθερότητα της πολιτικής αυτής είναι το πρώτο και βασικό κριτήριο για τους επενδυτές, προκειμένου να αξιολογήσουν την αγορά βιοενέργειας κατά τη διάρκεια ζωής ενός επενδυτικού έργου.

Μια από τις κύριες προκλήσεις που σχετίζονται με την βιοενέργεια είναι η διαχείριση και μεγιστοποίηση των πιθανών ωφελειών και αντισταθμίσεων (trade-offs), όπως μείωση αερίων θερμοκηπίου, βιοποικιλότητα, ευκαιρίες απασχόλησης και διασφάλιση ενέργειας και τροφίμων. Γιαυτό και είναι αναγκαία μια συνεκτική προσέγγιση, η οποία να καλύπτει όλα τα ζητήματα βιωσιμότητας, από την οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική πλευρά.

Στα ζητήματα αυτά βιωσιμότητας που σχετίζονται με την προώθηση βιοενέργειας υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες, όπως οι δείκτες βιωσιμότητας που έχουν διαμορφωθεί από τον παγκόσμιο σύνδεσμο βιοενέργειας (Global Bioenergy Partnership, GBEP), καθώς επίσης διάφορα συστήματα πιστοποίησης για βιώσιμη διαχείριση  δασικών εκτάσεων. Επίσης, βρίσκονται σε εξέλιξη, στις χώρες της ΕΕ, συζητήσεις σχετικά με κριτήρια βιωσιμότητας στερεών βιοκαυσίμων.

Χρειάζονται συνεχείς προσπάθειες προκειμένου να διαμορφωθεί μια κοινή προσέγγιση μέσω της συνεργασίας ανάμεσα σε κυβερνήσεις, επιχειρηματικό και ερευνητικό τομέα και γενικότερα την κοινωνία.

Ειδικά για τη χώρας μας, η οποία βρίσκεται ουσιαστικά στα πρώτα βήματα ανάπτυξης βιοενέργειας, είναι ανάγκη οι όποιες επενδυτικές πρωτοβουλίες στο χώρο αυτό να γίνουν με βάση ένα καλά μελετημένο στρατηγικό σχέδιο αξιοποίησης της βιομάζας στη χώρα μας, προκειμένου να αποφευχθούν αποσπασματικές και ευκαιριακές προωθήσεις επενδυτικών έργων, όπως δυστυχώς γίνεται μέχρι σήμερα. Γιαυτό και είναι απαραίτητη η διαμόρφωση ενός οδικού χάρτη (στρατηγικού σχεδίου) με την ολόπλευρη συνεργασία δημόσιου, επιχειρηματικού, πανεπιστημιακού/ερευνητικού και κοινωνικού τομέα.  Με βάση τον οδικό αυτό χάρτη θα διαμορφώνονται οι αναγκαίοι τεχνολογικοί στόχοι και θα προσδιορίζονται οι βασικές δράσεις που θα πρέπει να αναλάβει ο δημόσιος τομέας σε συνεργασία με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, έτσι ώστε να προωθηθεί με βιώσιμο και κοστολογικά εφικτό τρόπο η βιώσιμη παραγωγή και χρήση βιοενέργειας.

Για την επίτευξη του οράματος αυτού είναι αναγκαία η προώθηση ισχυρών και εξισσοροπημένων πολιτικών με στόχο τη δημιουργία σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος  και την προώθηση τεχνολογιών μετατροπής βιομάζας σε βιοενέργεια, με τρόπο που θα διασφαλίζεται ότι η βιώσιμη (με βάσει τα διεθνή κριτήρια) παραγωγή και χρήση βιοενέργειας παρέχει τις προβλεπόμενες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και έχει θετικές επιπτώσεις στην κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη και το περιβάλλον.

Η διαμόρφωση ενός τέτοιου στρατηγικού σχεδίου προώθησης βιοενέργειας στη χώρα μας, θα πρέπει να γίνει με την ολόπλευρη συνεργασία δημόσιου, επιχειρηματικού, πανεπιστημιακού/ερευνητικού και κοινωνικού τομέα.

Via : www.presspublica.gr