Αγγελική Σπανού, 28/10/2014

Είναι κάπως σαν έθιμο, κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, να ακούγονται στο βάθος της εικόνας των επετειακών εορτασμών φωνές υπέρ της κατάργησης των παρελάσεων. Κάποιος βουλευτής της Αριστεράς θέτει συνήθως το θέμα, ένας προοδευτικός διανοούμενος εκφράζει την αντίθεσή του, μια καθηγήτρια που αρνείται να συνοδεύσει τα παιδιά στην παρέλαση και βρίσκεται αντιμέτωπη με πειθαρχικές κυρώσεις – με κάποια αφορμή ανοίγει η σχετική συζήτηση που κλείνει μόλις περάσει η αργία και μέχρι την επόμενη χρονιά. Η κουβέντα, όσο κρατάει, είναι θορυβώδης γιατί γίνεται με τον παραδοσιακό ελληνικό τρόπο: Με διχαστικούς όρους, αμφισβήτηση του πατριωτισμού των επίδοξων αναθεωρητών, υπερθνικιστικές κορώνες, πολιτικό μελοδραματισμό αλλά και τηλεοπτικής κατανάλωσης μοντερνισμό.

Και ενώ οι πολιτικοί χτυπιούνται για το νόημα των σιδερόφρακτων παρελάσεων και των εξεδρών με τους “επίσημους”, στο δαδίκτυο διαχεόνται τεράστιες ποσότητες συμπλεγματικής ανοησίας για τα πιο καυτά μίνι της παρέλασης, τις πιο εντυπωσιακές σημαιοφόρους, τις γυμνάστριες που ξεχώρισαν. Αλλωστε, στα χρόνια της κρίσης, στη διάρκεια παρελάσεων εκφράστηκε με τον πλέον δυναμικό τρόπο ο χρυσαυγιτισμός, όχι μόνο μέσα από το αγριεμένο πλήθος αλλά και από τις τάξεις κόκκινων από το μίσος ενστόλων.

Οι στρατιωτικές παρελάσεις επινοήθηκαν από τον Φρειδερίκο της Πρωσίας, απέκτησαν ιδιαίτερη σημασία στη Γερμανία του Χίτλερ, καθιερώθηκαν στην Ελλάδα από τη δικτατορία του Μεταξά και τιμήθηκαν ιδιαίτερα στη χούντα των συνταγματαρχών.

Το επιχείρημα υπέρ της πραγματοποίησής τους είναι ότι γίνονται για να τονωθεί το εθνικό φρόνημα, να διατηρηθεί ζωντανή η ιστορική μνήμη και να βιωθεί το μήνυμα της επετείου. Ο αντίλογος είναι προφανής: Απαράδεκτος ο μιλιταριστικός χαρακτήρας των εκδηλώσεων, παρεμποδίζεται η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών, αφού μπορεί να είναι προαιρετική η συμμετοχή αλλά στην πράξη ασκείται πίεση από τη στιγμή που όλο το σχολείο ζει στο ρυθμό της παρέλασης που θα γίνει.

Αν είσαι κοντός δεν έχεις τύχη να βρεθείς μπροστά, αν δεν τα καταφέρνεις στα μαθήματα επίσης, αν είσαι αλλοδαπός και αρίστευσες δικαιούσαι να κρατήσεις τη σημαία αλλά και πάλι γίνεσαι είδηση στην τοπική κοινωνία, που σημαίνει ότι δεν είναι και τόσο αυτονόητο όσο λέγεται.

Τα παιδιά που περπατούν με στρατιωτικό βηματισμό, εν-δυο, και έχουν κάνει πρόβες στο προαύλιο για μη χαθεί ο ρυθμός, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι μπορούν να περιγράψουν με σωστά ελληνικά πώς ξεκίνησε και πώς τελείωσε ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος, τι συνέβη στη διάρκειά του. Περισσότερα γνωρίζουν, ασφαλώς, για την γερμανική κατοχή και την ελληνική αντίσταση, αφού άλλωστε είναι ένα από τα δημοφιλέστερα σήμερα κομμάτια της ιστορίας μας και οι αναφορές ακόμη και στα τηλεοπτικά πάνελ, είτε με αφορμή τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων είτε με την καταγγελία των δανειστών-κατακτητών, είναι πυκνές.

Το βέβαιο είναι ότι οι μαθητές δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από τη συμμετοχή τους στην παρέλαση πέρα από κάποιες οικογενειακές φωτογραφίες, που μετά από όχι πολλά χρόνια μάλλον θα τους φαίνονται γραφικές.

Αν έχει κάποιο νόημα η συζήτηση γύρω από την κατάργηση των μαθητικών παρελάσεων αυτό ίσως βρίσκεται στο γεγονός ότι φέρνει μπροστά το βασικό ερώτημα σχετικά με την παιδεία – τι σχολεία θέλουμε, τι πολίτες θέλουμε. Αν ενδιαφέρει η εκπαίδευση συνεπών χριστιανών που σγκινούνται ακούγοντας τον εθνικό ύμνο και βλέποντας την ελληνική σημαία να ανεμίζει, που γνωρίζουν όλες τις νίκες της πατρίδας και κανένα ιστορικό λάθος ή έγκλημα, τότε είμαστε σε καλό δρόμο. Αν προέχει η καλλιέργεια σύγχρονης ευρωπαϊκής συνείδησης και των αρχών του ανθρωπισμού, η ευαισθητοποίηση για την καταστροφή του περιβάλλοντος και η διέγερση του ενδιαφέροντος για τις νέες τεχνολογίες και την καινοτομία, τότε πάμε σε λάθος κατεύθυνση.

Το 70,4% των μαθητών της Γʼ Λυκείου καπνίζουν, λιγότερο ή περισσότερο (σύμφωνα με μελέτη που εκπονήθηκε από την CMT ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ σε σχολεία της Αττικής και της Θεσσαλονίκης). Ετσι, τα παιδιά που βλέπουμε στις παρελάσεις σημαιοφόρους και παραστάτες ή να προσπαθούν να στοιχηθούν στις πίσω σειρές μπορεί να κατέφυγαν στη νικοτίνη λίγο πριν για να τους φύγει το άγχος (όπως έχουν μάθει να πιστεύουν οι καπνιστές) και να ανάψουν αμέσως μετά το τσιγάρο της ανάπαυσης από την εκτέλεση μιας υποχρέωσης που δεν πολυκαταλαβαίνουν, αλλά την έχουν αποδεχτεί μηχανικά, εν-δυο, επειδή αυτό κάνουν όλοι γύρω.

Η Αγγελική Σπανού είναι δημοσιογράφος