Μαρία ΔεδούσηΜαρία Δεδούση

Η 9η Οκτωβρίου είναι η 282η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 83η σε δίσεκτα έτη. Στις 9 Οκτωβρίου ξεκινά «Τέταρτη Διάσκεψη της Μόσχας», που θα οδηγήσει στη «Συμφωνία των Ποσοστών» ανάμεσα στον Ουίνστον Τσόρτσιλ και τον Ιωσήφ Στάλιν. Και έχει τεράστια σημασία για την Ελλάδα.

«Δεν θα θεωρηθεί πολύ κυνικό αν φανεί ότι διευθετήσαμε τη μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων, με έναν τόσο ‘πρόχειρο’ τρόπο; Ας κάψουμε το χαρτί», είπε ο Τσώρτσιλ.

«Όχι, κράτα το», απάντησε ο Στάλιν. Και δίπλωσε τη χαρτοπετσέτα…

Ο διάλογος δεν είναι απόσπασμα από θεατρικό έργο, ούτε προϊόν μυθοπλασίας.

Σύμφωνα με τον ίδιον τον Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο τότε Πρωθυπουργός της Βρετανίας και ο Ιωσήφ Στάλιν διαπραγματεύτηκαν τη μοιρασιά των Βαλκανίων, κρατώντας σημειώσεις σε μια χαρτοπετσέτα, στην οποία ο Τσόρτσιλ έγραψε τις προτάσεις του και ο Στάλιν ενέκρινε…

Όπως έγραψε αργότερα στην αυτοβιογραφία του, ο Τσώρτσιλ πρότεινε η Σοβιετική Ένωση να έχει 90% επιρροή στη Ρουμανία και 75% στη Βουλγαρία, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο να έχει 90% επιρροή στην Ελλάδα.

 Ο Τσώρτσιλ επίσης πρότεινε στην Ουγγαρία και τη Γιουγκοσλαβία να έχουν 50% επιρροή και οι δύο. Στη συνέχεια ο Τσώρτσιλ έγραψε τη συμφωνία με μπλε μολύβι σε μία χαρτοπετσέτα, την οποία έδωσε στον Στάλιν, ο οποίος αφού την ενέκρινε, του την επέστρεψε.

Η Ελλάδα δεύτερη στη λίστα, με τα γράμματα του Ουίνστον Τσόρτσιλ…

Ας μοιράσουμε τον κόσμο

 Στις 9 Οκτωβρίου 1944, τρεις ημέρες πριν την απελευθέρωση της Ελλάδος απότους Γερμανούς, ο Τσόρτσιλ μεζί με τον υπουργό του των Εξωτερικών Άντονι Ήντεν πηγαίνουν στη Μόσχα για να συναντήσουν τον Στάλιν και τον Σοβιετικό υπουργό Εξωτερικών, Βιατσεσλάβ Μολότοφ.

Η «Τέταρτη Διάσκεψη της Μόσχας» θα είχε κωδική ονομασία «Τολστόι», από το όνομα του Ρώσου συγγραφέα και ήταν πράγματι πολύ «δημιουργική».

Η διάσκεψη διήρκεσε δέκα ημέρες. Μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστο εάν όντως υπήρξε, στο πλαίσό της, η «Συμφωνία των Ποσοστών», για την οποία μιλάει εκτενώς ο ίδιος ο Τσόρτσιλ, πλην όμως δεν έχει επιβεβαιωθεί ποτέ από καμία άλλη πηγή.

Γιατί όμως να πει ψέματα ο Τσόρτσιλ;

Και μάλιστα εμφανίζοντας ο ίδιος αντίγραφο της περίφημης χαρτοπετσέτας, στην οποία γράφτηκαν τα ποσοστά επιρροής των δύο μεγάλων δυνάμεων στις βαλκανικές χώρες και που πλέον ανήκει στα βρετανικά εθνικά αρχεία.

Η Ελλάδα εμφανίζεται δεύτερη στη λίστα, με την επιπλέον σημείωση: «Ιn accord with USA», σε συμφωνία με τις ΗΠΑ δηλαδή και το όνομα του Γ. Παπανδρέου γραμμένο ευκρινώς.

Είναι δεδομένη έτσι κι αλλιώς η πρεμούρα των μεγάλων δυνάμεων να καθορίσουν τον μεταπολεμικό κόσμο, πριν τελειώσει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Και τα Βαλκάνια ήταν νευραλγικής σημασίας για όλους τους.

Ήδη από το Δεκέμβριο του 1941, όταν οι Ρώσοι απώθησαν τους Γερμανούς από τη Μόσχα, ο Στάλιν είχε συναντηθεί με τον Ήντεν και του είχε εκφράσει την επιθυμία του Ρωσία και Βρετανία «να τα βρουν» για το μετά.

Ο Βρετανός καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, Βίκτορ Ρόθγουελ στο βιβλίο του «Βρετανία και Ψυχρός Πόλεμος, 1941-1947», γράφει ότι «ο Ήντεν είχε τότε εκπλαγεί βρίσκοντας τον Στάλιν τόσο κατατοπισμένο, ώστε να μιλάει για θέματα όπως της Ρηνανίας ή του μέλλοντος των Δωδεκανήσων μόλις την επομένη της απώθησης των Γερμανών από τις πύλες τις Μόσχας».

Στις 27 Νοεμβρίου 1943, γίνεται η Διάσκεψη της Τεχεράνης, με την κωδική ονομασία «ΕUREKA», δηλαδή «Εύρηκα». Ήταν η πρώτη φορά που Στάλιν, Ρούσβελτ και Τσώρτσιλ βρίσκονται όλοι μαζί και σχεδιάζουν τα σύνορα του μεταπολεμικου κόσμου. Και φυσικά, αργότερα ήλθε η Γιάλτα.

Στο ενδιάμεσο αυτών, υπήρξαν προφανώς πάρα πολλές μυστικές συνομιλίες και συναντήσεις, κατά τη διάρκεια των οποίων έγιναν οι ουσιαστικές διαπραγματεύσεις.

Θα ήταν τουλάχιστον αφελές να πιστέψει κανείς ότι όλα ήταν τόσο εύκολα ώστε να διευθετηθούν αυτομάτως μέσα σε λίγες μέρες.

Τα «ευαίσθητα» και σύνθετα Βαλκάνια

Όταν πήγε στη Μόσχα το Μάιο του 1944, ο Τσόρτσιλ ανησυχούσε πολύ για τα Βαλκάνια, κυρίως λόγω της εκτεταμένης δράσης των κομμουνιστών ανταρτών τόσο στη Γιουγκοσλαβία όσο και την Ελλάδα, οι οποίοι φαίνονταν να διαμορφώνουν μια ντε φάκτο κατάσταση.

Επιπλέον, παρανοϊκός αντικομμουνιστής όπως ήταν, έβλεπε παντού ρωσικό δάκτυλο και σοβιετικές παρεμβάσεις. Εν μέρει μπορεί να μην είχε και άδικο. Όταν διατύπωσε αυτές τις ανησυχίες στον Ήντεν, εκείνος του απάντησε ότι η Βρετανία είχε βοηθήσει περισσότερο από τη Σοβιετική Ένωση τους κομμουνιστές στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία, λόγω του «ατυχούς γεγονότος ότι φαίνονταν να είναι οι καλύτεροι αρχηγοί των ανταρτών».

Ένα αγκάθι στη συμφωνία, ήταν η Βόρεια Ήπειρος, ένα θέμα που είχε θέσει επιτακτικά η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση.

Δεν ήταν τόσο απλό όμως. Οι Βρετανοί πιθανώς θα προτιμούσαν να πάει στην Ελλάδα, κυρίως με αντάλλαγμα να αφήσει αυτή ήσυχα τα Δωδεκάνησα. Τα οποία ήταν έτοιμοι να προσφέρουν στην Τουρκία, προκειμένου να τη «δωροδοκήσουν για να μπει στον πόλεμο».

Η Αλβανία όμως, αν και «μικρή και πρωτόγονη», υπήρχε και ήταν επιθυμία όλων των μεγάλων δυνάμεων να συνεχίσει να υπάρχει. Αν η Ελλάδα έπαιρνε ένα τμήμα του νότου της, ήταν απολύτως βέβαιο -και δεδηλωμένο- ότι η Γιουγκοσλαβία θα έπαιρνε κι εκείνη ένα τμήμα των βορείων εδαφών της.

Όταν ο Τσόρτσιλ έφτασε στη Μόσχα, τον πίεζε πλέον αφόρητα ο χρόνος, καθώς ο Κόκκινος Στρατός είχε αρχίσει τη καλπάζουσα προέλασή του στην ανατολική Ευρώπη και η μία μετά την άλλη οι χώρες έπεφταν στα χέρια του.

Αναφορικά με τα Βαλκάνια, ήδη Βουλγαρία και Ρουμανία ήταν υπό σοβιετική επιρροή, ενώ ο Στάλιν είχε συνάψει και συμφωνία με τον Τίτο. Περίπου τα ίδια και στην Ουγγαρία.

Γιατί ήθελε η Βρετανία την Ελλάδα;

Τι έμενε; Η Ελλάδα, για την οποία οι Βρετανοί ήταν έτοιμοι να δώσουν μάχη, προκειμένου να επιστρέψει εκεί η εξόριστη κυβέρνηση του Παπανδρέου, την οποία ήλεγχαν απόλυτα.

Όταν έγραψε στο χαρτί τα προτεινόμενα ποσοστά, ο Τσόρτσιλ εντυπωσιάστηκε με την ευκολία με την οποία ο Στάλιν τα δέχτηκε. Δεν θα έπρεπε. Ο Σοβιετικός ηγέτης είχε ήδη αποφασίσει τι θα έκανε και είναι δεδομένο ότι οι χώρες που τον ενδιέφεραν περισσότερο ήταν η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Γιουγκοσλαβία. Όσα χαρτιά και να υπέγραφε, επίσημα ή μη, η κατάληξη θα ήταν η ίδια.

Σε κάθε περίπτωση, αναφορικά με την Ελλάδα κράτησε το λόγο του και την έδωσε στους Βρετανούς, που ως ναυτική δύναμη ήθελαν τα λιμάνια της και τον έλεγχο της ανατολικής Μεσογείου. Από την πλευρά τους, οι Σοβιετικοί ενδιαφέρονταν πιο πολύ για τις χώρες του εσωτερικού, ο έλεγχος των οποίων ήταν ζωτικός για τη δική τους ασφάλεια και τον καθορισμό της ζώνης επιρροής τους.

Όταν ξέσπασε ο ελληνικός εμφύλιος, η Βρετανία υποστήριξε τις δυνάμεις της Ελληνικής Κυβέρνησης, ενώ η Σοβιετική Ένωση δεν βοήθησε καθόλου τους κομμουνιστές.

Στις 10 Ιανουαρίου 1945 ο Στάλιν έλεγε: «Εγώ συμβούλευσα τους Έλληνες να μην αρχίσουν αυτόν τον αγώνα. Οι άνθρωποι του ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να βγουν από την κυβέρνηση του Παπανδρέου. Καταπιάστηκαν με μια δουλειά για την οποία δεν τους επαρκούσαν οι δυνάμεις. Φαίνεται, υπολόγιζαν ότι ο Κόκκινος Στρατός θα κατέβει ως το Αιγαίο. Εμείς αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε. Εμείς δεν μπορούμε να στείλουμε και στην Ελλάδα δικά μας στρατεύματα. Οι Έλληνες έκαναν βλακεία».

Η «Συμφωνία των Ποσοστών», είτε είχε κάποια αξία είτε όχι, είτε εν τέλει υπήρξε είτε όχι, δεν ήταν καθοριστική για το μέλλον, αλλά για κάτι άλλο:

Κατέδειξε το κολοσσιαίο μέγεθος του κυνισμού με τον οποίο αντιμετώπισαν οι δύο χώρες το ζήτημα της μοιρασιάς και της επιρροής τους, εν μέσω του μεγαλύτερου πολέμου στην ιστορία.

Οι περισσότεροι ιστορικοί, εξάλλου, συμφωνούν στο εξής: Οι Σοβιετικοί και οι Βρετανοί θα τα έβρισκαν ούτως ή άλλως. Γι αυτούς ο πόλεμος είχε ήδη τελειώσει καιρό πριν. Και το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η συνύπαρξη μετά από αυτόν, με τα μεγαλύτερα δυνατά κέρδη για τον καθέναν.

Έστω και γραμμένα σε μια χαρτοπετσέτα.

Πηγή : https://www.cnn.gr