του Σταύρου Καπάκου

Την ώρα που γράφεται αυτό το σημείωμα, ο μέσος μισθός των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα είναι πολύ πιθανόν να έχει πέσει κάτω από τα 800 ευρώ καθαρά. Τα στοιχεία του ΙΚΑ για το 2013, που έφερε στο φως η «Καθημερινή της Κυριακής», είναι αποκαλυπτικά για το βάθος της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης. Αν όμως τα 800 ευρώ είναι ο μέσος καθαρός μισθός, τέσσερις στους δέκα εργαζόμενους αμείβονταν με ακόμη μικρότερες απολαβές, μόλις με 630 ευρώ!

Στην πραγματικότητα, είναι πολύ πιθανό, επτά μήνες μετά, να έχουν πέσει κάτω από τα 800 ευρώ οι μέσες καθαρές αποδοχές. Είναι επίσης πιθανό πολλοί εργοδότες να δίνουν στους εργαζομένους λιγότερα χρήματα από αυτά που δηλώνουν. Αν σε αυτά τα στοιχεία συνυπολογίσει κανείς την επισφαλή εργασία και τη μερική απασχόληση, βλέπει με ανάγλυφο τρόπο τις «πολεμικές» επιπτώσεις της σκληρής λιτότητας σε όσους συνεχίζουν να εργάζονται, γιατί, ας μην το ξεχνάμε, υπάρχει και ο εφιάλτης της μαζικής ανεργίας για περίπου ενάμισι εκατομμύριο συνανθρώπους μας.

Ας δούμε τώρα τις επιπτώσεις στα έσοδα του Δημοσίου, τις οποίες ίσως φανταζόμαστε, εκ πρώτης όψεως. Προ της κρίσης η μέση αμοιβή ενός εργαζομένου στον ιδιωτικό τομέα ήταν περίπου 1.250 ευρώ μεικτά. Από αυτά πήγαιναν στα ασφαλιστικά ταμεία ως εισφορές περίπου 200 ευρώ και στο κράτος ως άμεση φορολογία άλλα 200. Το Δημόσιο εισέπραττε από τον ίδιο εργαζόμενο ως έμμεση φορολογία άλλα 150-200 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι το 45%-50% του εισοδήματος πήγαινε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στο Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Λόγω του Μνημονίου, οι αποδοχές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα έχουν μειωθεί κατά 20%, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία του ΙΚΑ. Δεν χάνουν, όμως, μόνον οι εργαζόμενοι. Απώλειες έχει το Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και τελικά η ίδια η οικονομική δραστηριότητα εξαιτίας της μείωσης της κατανάλωσης.

Η σημασία αυτής της εξίσωσης σκοπίμως αγνοείται από τους εμπνευστές της εσωτερικής υποτίμησης, όπως υποβαθμίζεται και το ότι τα χρήματα που παίρνουν οι εργαζόμενοι έχουν υψηλή πολλαπλασιαστική επίδραση στην πραγματική οικονομία, ιδιαίτερα όταν διοχετεύονται σε προϊόντα ή υπηρεσίες με υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία.

Χωρίς ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης καμιά οικονομία δεν μπορεί να αναπτυχθεί. Ταυτόχρονα τα στοιχεία δείχνουν πως η κατρακύλα των μισθών δεν ενίσχυσε τις εξαγωγές, οι οποίες μειώνονται για δέκατο συνεχή μήνα. Επομένως κάτι δεν πάει καλά με το «πείραμα», εκτός κι αν στόχος ήταν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Ή μήπως ήταν;

Via : www.avgi.gr