Μερικές σκέψεις για μια εντυπωσιακή πολιτική διαδρομή

Παναγιώτης Σωτήρης
Ο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο είχε σίγουρα μια εντυπωσιακή και πλούσια πολιτική καριέρα, που διέτρεξε ένα επίσης εντυπωσιακό πολιτικό τόξο στα 70 χρόνια που χώριζαν την ένταξή του στο Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και την παραίτησή του από την προεδρία της Ιταλικής Δημοκρατίας.

Ο ναπολιτάνος Ναπολιτάνο ως φοιτητής στη διάρκεια του πολέμου πέρασε από τις οργανώσεις του καθεστώτος (που όμως λειτουργούσαν ως αντιφασιστικά φυτώρια), σύντομα ήρθε σε επαφή με τις παράνομες κομμουνιστικές οργανώσεις στη Νάπολη και ήδη από το 1945 είναι μέλος και στέλεχος του κόμματος.

Άνθρωπος με πολύ μεγάλες πολιτικές και οργανωτικές ικανότητες, θα ζήσει για πολλά χρόνια τη ζωή του κομματικού στελέχους. Θα εκλεγεί για πρώτη φορά βουλευτής το 1953 και θα επανεκλεγεί πολλές φορές. Μέλος της κεντρικής επιτροπής θα έχει πλήθος θέσεις ευθύνης μέσα στο πιο μαζικό κομμουνιστικό κόμμα της Δυτικής Ευρώπης.

Στη δεκαετία του 1960 και ιδίως στις αντιπαραθέσεις που θα ακολουθήσουν το θάνατο του Παλμίρο Τολιάτι το 1964, ο Ναπολιτάνο θα είναι πιο κοντά στον Τζόρτζιο Αμέντολα, το βασικό εκπρόσωπο της «δεξιάς πτέρυγας» του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που επέμεινε σε μια συγχώνευση ουσιαστικά με το Σοσιαλιστικό Κόμμα.

Μέλος της εθνικής καθοδήγησης του κόμματος και συντονιστής του γραφείου της γραμματείας του κόμματος και του πολιτικού γραφείου, για ένα διάστημα φάνηκε ότι θα ήταν ο διάδοχος του Λουίτζι Λόνγκο, του παλιού αρχηγού των παρτιζάνων που είχε διαδεχτεί τον Τολιάτι, αλλά αντιλαμβανόταν ότι χρειαζόταν να περάσει η ηγεσία στη νεότερη γενιά.

Για μια περίοδο οι πιθανότητες να εκλεγεί ο Ναπολιτάνο γραμματέας ήταν περισσότερες από αυτές του Μπερλινγκουέρ

Ο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο στο βήμα, υπό το βλέμμα του Ενρίκο Μπερλινγκουέρ

Μάλιστα, σε εκείνη την περίοδο, οι πιθανότητες να γίνει αυτός γραμματέας του κόμματος ήταν μεγαλύτερες από αυτές να γίνει ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, ο οποίος «χρεωνόταν» ότι στη σύγκρουση με την αριστερή τάση που εκπροσωπούσε ο Πιέτρο Ινγκράο είχε κρατήσει «συμφιλιωτική τάση».

Όμως, ο Λόνγκο που σε αντίθεση π.χ. με την ηγεσία του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος αναζήτησε διαύλους επικοινωνίας με το κίνημα του 1968, φαίνεται ότι εκτίμησε ότι ο Μπερλινγκουέρ θα ήταν τελικά καλύτερος, εκτός των άλλων και γιατί μετά την σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1969 (που το ΙΚΚ καταδίκασε) χρειαζόταν ένας ηγέτης που να μπορούσε να υψώσει ανάστημα απέναντι στους σοβιετικούς.

Ο Αμέντολα αποδέχτηκε αυτή τη λύση, εξασφαλίζοντας ισχυρή παρουσία και έλεγχο στη γραμματεία και έτσι ο Μπερλινγκουέρ αναδείχτηκε στον ηγέτη του κόμματος.

Ο Ναπολιτάνο θα συνεχίσει να είναι ένα από τα πιο υψηλόβαθμα στελέχη του κόμματος, είχε άλλωστε σημαντική θεωρητική συγκρότηση, που φαίνεται εάν κανείς αναζητήσει την αρθρογραφία του, και μεγάλες οργανωτικές και πολιτικές ικανότητες. Φαίνεται αυτό και από τη δράση ως υπεύθυνος για την πολιτική του κόμματος για την κουλτούρα στη δεκαετία του 1970. Είχε δε μια χαρακτηριστική ικανότητα να μπορεί να κινητοποιεί τις ικανότητές του αυτές προς όφελος της τάσης ή του κόμματος στο οποίο ανήκε.

Ο Ναπολιτάνο στα αριστερά, στο κέντρο ο Τζόρτζιο Αμέντολα και στα δεξια ο Τζανκάρλο Παγιέτα

Ο Ναπολιτάνο θα πρωταγωνιστήσει στη διαμόρφωση ενός εσωτερικού ρεύματος στο Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, που θα πάει ακόμη δεξιότερα τη γραμμή που ιστορικά είχε διαμορφώσει ο Αμέντολα. Η τάση αυτή, με την επονομασία miglioristi (οι «βελτιωτές» αφού τους χρέωναν ότι υποστήριζαν τη «βελτίωση» του καπιταλισμού) θα αποτελεί μια σημαντική εσωτερική αντιπολίτευση στον Μπερλινγκουέρ ιδίως στη δεκαετία του 1980.

Μάλιστα, θα είναι ο Ναπολιτάνο και αυτή η τάση που θα επιμένουν στην αντιφατική διετία 1976-78 (την περίοδο όπου στο όνομα της «Εθνικής Αλληλεγγύης» το ΙΚΚ θα προσφέρει έμμεση στήριξη στη Χριστιανοδημοκρατία) μαζί μαζί με τον Αμέντολα και τον Λάμα στη γραμμή ότι η εργατική τάξη θα έπρεπε να αποδεχτεί θυσίες στο όνομα του «κοινού καλού».

Όταν ο Μπερλινγκουέρ επιλέξει τη εγκατάλειψη της γραμμής της «εθνικής αλληλεγγύης» και τη στροφή προς τα αριστερά, ο Ναπολιτάνο, που στην αυτοβιογραφία του μιλάει πολύ επικριτικά για αυτήν, θα προσπαθήσει να διαμορφώσει ένα αντίθετο ρεύμα που θα πιέσει για μια στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία, ιδίως μετά τον θάνατο του Μπερλινγκουέρ το 1984. Και βέβαια όταν ηγέτης γίνει ο Ακίλε Οκέτο που αποφάσισε τη «Στροφή της Μπολονίνα», δηλαδή την εγκατάλειψη του κομμουνιστικού χαρακτήρα του κόμματος, ο Ναπολιτάνο θα υποστηρίξει τη νέα γραμμή. Ούτως ή άλλως αργότερα θα υποστηρίξει ότι το ΙΚΚ καθυστέρησε να γίνει ένα ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Μάριο Μόντι και Τζόρτζιο Ναπολιτάνο

Η μετατόπιση του Ναπολιτάνο σε δεξιότερες τοποθετήσεις θα συνεχιστεί. Σε αυτό το φόντο θα εκλεγεί πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας το 2006 και έτσι θα αναλάβει ένα σημαντικό ρόλο θεσμικής εγγύησης και συνέχεια. Θα τον ασκήσει, ίσως, με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο όταν εν μέσω της κρίσης του ευρώ, το 2011, θα επιβάλει ουσιαστικά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον τραπεζίτη Μάριο Μόντι, για να εξασφαλίσει την πολιτική και την οικονομική σταθερότητα της Ιταλίας και με ανάλογο τρόπο θα διαχειριστεί και άλλες κυβερνητικές εναλλαγές μέχρι την παραίτησή του, για λόγους ηλικίας το 2015, δύο χρόνια μετά την επανεκλογή του.

Με έναν τρόπο, ο Ναπολιτάνο αποτύπωσε στην πολιτική του διαδρομή την ίδια τη συνολικότερη μετατόπιση της ιταλικής Αριστεράς, ή τουλάχιστον ενός συνολικού τμήματός της από την διεκδίκηση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού (έστω και με όρους ενός «ιταλικού δρόμου για το σοσιαλισμό») στην πλήρη αποδοχή του καπιταλισμού ως αναπόδραστου ιστορικού ορίζοντα.

Ο Τζόρζιο Ναπολιτάνο θα παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτές τις στιγμές και τις μετατοπίσεις. Και θα τις υπηρετήσει με τις αναμφίβολες ικανότητες και τη μεγάλη παιδεία και συγκρότησή του. Όμως, αυτό συνεπάγεται ότι και η αποτίμηση δεν μπορεί παρά να είναι ανάλογα αντιφατική.

Πηγή : https://www.in.gr