Τάσος Σαραντής

Αέρα στα πτερύγια της αιολικής βιομηχανίας δίνει ο νέος κανονισμός της Ε.Ε. που προβλέπει ταχεία αδειοδότηση έργων ΑΠΕ καταργώντας παλαιότερες οδηγίες για την προστασία των ειδών και των οικοτόπων . Εντονες αντιδράσεις από περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Προς την πλήρη κατάρρευση της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας οδηγεί ο νέος Ευρωπαϊκός Κανονισμός έκτακτης ανάγκης για την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) που εγκρίθηκε από το συμβούλιο των υπουργών Ενέργειας στο όνομα της αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης και της αντιστάθμισης της «μετατροπής της ενέργειας σε όπλο από τη Ρωσία».

Βάσει αυτού του νέου Κανονισμού, για πρώτη φορά οι ΑΠΕ συνιστούν έργα «υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος για λόγους δημόσιας υγείας και ασφάλειας» και ως τέτοια θα υπόκεινται σε ειδικό καθεστώς ταχείας αδειοδότησης. Οπως προβλέπει ο Κανονισμός, κάθε χώρα θα έχει στη διάθεσή της 18 μήνες για να χαρτογραφήσει συγκεκριμένες περιοχές ως προτεραιότητας για τις ΑΠΕ, στις οποίες οι διαδικασίες χορήγησης αδειών δεν θα διαρκούν περισσότερο από ένα έτος για χερσαία έργα και δύο χρόνια για υπεράκτια έργα. Για περιοχές που έχουν ήδη χαρακτηριστεί κατάλληλες για ταχεία ανάπτυξη Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας θα δίνεται προθεσμία μόλις 6 μηνών, εφόσον αυτές δεν βρίσκονται σε περιοχές Natura 2000 και έχουν υποβληθεί σε περιβαλλοντική αξιολόγηση.

Τα έργα ΑΠΕ θα έχουν πλέον πλήρη προτεραιότητα όταν, κατά την αδειοδοτική διαδικασία, θα σταθμίζονται σε σχέση με άλλα νομικά αγαθά, όπως είναι η προστασία της βιοποικιλότητας, ανεξάρτητα από την ευπάθεια της περιοχής στην οποία χωροθετούνται. Ετσι, ακόμα και αν διαπιστώνονται επιπτώσεις σε μεμονωμένα άτομα ή ομάδες ατόμων που ανήκουν σε προστατευόμενα είδη, τα έργα ΑΠΕ θα γίνονται εφόσον o πληθυσμός του είδους παραμένει σε ικανοποιητικό επίπεδο.

Η θέσπιση του νέου Κανονισμού έχει προκαλέσει ήδη την αντίδραση περιβαλλοντικών οργανώσεων που κάνουν λόγο για ένα αντιπεριβαλλοντικό, αντιδημοκρατικό και νομικά ελέγξιμο κείμενο. Κι αυτό, διότι καταρρίπτονται στην πράξη το σκεπτικό και οι στόχοι των οδηγιών για τους οικοτόπους, για την προστασία των πουλιών και της οδηγίας-πλαίσιο για τα νερά. Παράλληλα, παραβιάζεται η Αρχή της Προφύλαξης και αφαιρείται ο λόγος ύπαρξης της «δέουσας εκτίμησης», ενώ ταυτόχρονα καταργείται ένα μεγάλο τμήμα της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Υπενθυμίζεται ότι η Αρχή της Προφύλαξης αναφέρεται στο άρθρο 191 (παράγραφος 2) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως μία από τις κατευθυντήριες αρχές της πολιτικής της Ενωσης στον τομέα του περιβάλλοντος και, ως εκ τούτου, κάθε παράγωγο δίκαιο πρέπει να συμμορφώνεται με αυτήν. Αυτό δεν συμβαίνει με τον συγκεκριμένο αυτό νέο Κανονισμό. Επίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έκανε ως όφειλε επαρκή διαβούλευση και, με τη δικαιολογία του κατεπείγοντος, δεν έγινε ουδεμία εκτίμηση των περιβαλλοντικών κινδύνων που θα προκύψουν, επισημαίνουν οι περιβαλλοντικές οργανώσεις.

«Μέσω αυτού του απαράδεκτου νομικού κειμένου στοχοποιείται άδικα η περιβαλλοντική αδειοδότηση και δημιουργούνται νέες νομικές αβεβαιότητες και ασάφεια δικαίου, οι οποίες θα δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα απ’ όσα καλούνται να λύσουν. Εξάλλου, ανοίγοντας το κουτί της Πανδώρας της περιβαλλοντικής απορύθμισης είναι βέβαιο ότι και άλλοι κλάδοι θα ακολουθήσουν, ζητώντας να εξαιρεθούν από τις εγγυήσεις που έχει οικοδομήσει εδώ και δεκαετίες το ευρωπαϊκό περιβαλλοντικό κεκτημένο», τονίζουν οι οργανώσεις ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης, Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Εταιρεία Προστασίας Πρεσπών, Καλλιστώ και MEDASSET. Και δηλώνουν ότι θα συνεχίσουν να υπερασπίζονται την ακεραιότητα των οικοσυστημάτων και της φύσης με κάθε νόμιμο μέσο, προς όφελος των σημερινών και των μελλοντικών γενιών.

Ο νέος Κανονισμός τίθεται άμεσα σε ισχύ, αρχικά για ένα έτος, με δυνατότητα παράτασης. Ωστόσο, αυτό που παραμένει άξιο απορίας είναι το πώς θα γίνει η εφαρμογή του νέου Κανονισμού από τη χώρα μας όταν η κυβέρνηση, παρά τις περί του αντιθέτου εξαγγελίες και υποσχέσεις, δεν έχει ολοκληρώσει τις διαδικασίες έγκρισης των Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών (ΕΠΜ) για τις περιοχές του Δικτύου Natura 2000 και δεν έχει εκσυγχρονίσει το Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο για τις ΑΠΕ.

Πηγή : https://www.efsyn.gr