Θεόφιλος Κωτσίδης

του Θεόφιλου Κωτσίδη

Για την Εργασία

 Σε μια περίοδο που η χώρα μας προσπαθεί να περάσει τεράστια κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, που οι εργαζόμενοι -όλων των κλάδων- δοκιμάζονται ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζουν τα τραγικά αποτελέσματα της υγειονομικής πολιτικής, η κυβέρνηση επιλέγει να αντιλαμβάνεται διαθλαστικά την πραγματικότητα.

Ο άνθρωπος των ειδικών αποστολών, που έχει συνδέσει το όνομα του με

  • το κλείσιμο της Ολυμπιακής,
  • την πώληση της ΔΕΗ,
  • την παράδοση των πηγών παραγωγής ενέργειας σε πολυεθνικές,
  • την κατάργηση των περιβαλλοντικών νόμων (που παρείχαν προστασία σε περιοχές Natura και τώρα παραδίδονται στις φίλιες κατασκευαστικές και επενδυτικές εταιρίες),
  • ο κ. Χατζηδάκης, προσπαθώντας να εμφανιστεί ως σύγχρονος μεταρρυθμιστής, κομίζει προτάσεις απόλυτης εργασιακής υποτέλειας.

Η ψηφιοποίηση της οικονομίας, οι διάφορες μορφές εξ αποστάσεως εργασίας, η αυτοματοποίηση των υπηρεσιών κ.λπ. οδηγούν σε μεγάλη μείωση του όγκου τής αναγκαίας ανθρώπινης εργασίας.
Επιπλέον, με αλματώδεις ρυθμούς αλλάζει το περιεχόμενο και η φύση της ανθρώπινης εργασίας.
Η συμβολή στην επίτευξη του παραγόμενου αποτελέσματος περιορίζεται συνεχώς.
Επομένως και το Εργατικό Κίνημα επιβάλλεται να αναθεωρήσει τους στόχους για την οργάνωση και τη δράση του στις νέες συνθήκες.
Κυρίως πρέπει να απαιτήσει νέους θεσμούς αναδιανομής τού πολλαπλάσια παραγόμενου πλούτου,

Ο πλούτος αυτός εμπεριέχει, νέες τεχνολογικές μεθόδους, πλήθος διαχρονικών γνώσεων, που τώρα τις εκμεταλλεύονται ορισμένοι (εταιρίες ή πρόσωπα) ώστε να πλουτίζουν.
(Αυτό πραγματοποιείται σε πλείστες περιπτώσεις μέσω αντιδημοκρατικών αντιλήψεων και πολιτικών που έχουν εγκαθιδρυθεί και στα ανεπτυγμένα κράτη).

Η ελληνική κυβέρνηση, ως γνήσιος εκφραστής νεοφιλελεύθερης αντίληψης και πρακτικής, υλοποιεί τις απαιτήσεις του επιχειρηματικού κόσμου, δυστυχώς ανενόχλητη.
Προφανέστατα ο στόχος της είναι η αύξηση των κερδών τους, μέσω της μείωσης του κόστους παραγωγής.
Με τον τρόπο όμως που προσπαθούν να το πράξουν, υπονομεύεται κάθε έννοια κράτους δικαίου και πρόνοιας, δημόσιου αγαθού, κοινωνικής ασφάλισης, αφού μόνο οι πολυεθνικές εταιρείες και τα ολιγοπώλια έχουν συμφέρον από αντίστοιχες πολιτικές.
Το χαμηλής πίεσης δε, εργατικό κίνημα και οι χλιαρές διαμαρτυρίες της αντιπολίτευσης κάνουν τον δρόμο εύκολο.
Η αντιπολίτευση φαίνεται ότι δεν έχει την δυνατότητα να αντιμετωπίσει αυτήν την πραγματικότητα που διαμορφώνεται για την κοινωνία.
Η αξιωματική δε αντιπολίτευση εμφανίζεται ανεπαρκέστατη, έχοντας ακόμη τα βάρη και τις ευθύνες από τη διακυβέρνησή της.

Θέλουμε να σημειώσουμε ότι ορισμένες ρυθμίσεις όπως η «ψηφιακή κάρτα» έχουν ψηφισθεί από την αντιπολίτευση (άρθρο 26, 3996/2011 (ΦΕΚ Α 170/5-8-2011). Αυτό αποδεικνύει ότι και άλλοι πλην της κυβέρνησης εκτιμούν ότι αντίστοιχες πρακτικές βοηθούν…

Ο κ. Μητσοτάκης έχει λάβει τη θετική απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την οικονομία. Το κακό πολλαπλασιάζεται με την υιοθέτηση νόμων/μέτρων που βεβαιωμένα θα απορρυθμίζουν την αγορά εργασίας και θα φορτώσουν και πάλι στη μεσαία τάξη το κόστος.

Η νέα φάση της οικονομικής ύφεσης που επισπεύδεται από την πανδημία του κορωνοϊού, σε συνδυασμό τόσο με την υπάρχουσα πολιτική αλλά και τα «προσωρινά» μέτρα της κυβέρνησης εν μέσω πανδημίας, εντείνουν τα υπάρχοντα προβλήματα του συνόλου των εργαζομένων και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ένα ακόμη πιο αβέβαιο εργασιακό μέλλον. Πολλοί συμπολίτες μας έχουν για ακόμα μία φορά φτάσει στα όριά τους, ενώ τώρα επιδεινώνεται ραγδαία η κατάσταση.

Η πολιτική έκφραση του κόσμου της εργασίας πρέπει να αποτελεί κεντρικό σημείο στην φιλοσοφία και στην πρακτική κάθε Αριστερού πολιτικού υποκειμένου.
Γύρω από αυτό μπορεί να χτιστεί ένα πλειοψηφικό, ριζοσπαστικό μέτωπο που θα εκφράζει και τις υπόλοιπες παραγωγικές δυνάμεις αυτοαπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών και μικρομεσαίων στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα.

Η αποκλειστική και μόνιμη εργασία, αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα όλων μας.

Το παρωχημένο και αναποτελεσματικό πολιτικό σύστημα, που δεν προσφέρει τίποτε πια στους εργαζόμενους, τουναντίον υποβαθμίζει συνεχώς και συνειδητά την έννοια της εργασίας, επιβάλλεται να αντικατασταθεί τάχιστα από συμμετοχικές διαδικασίες που με πυξίδα το Κοινωνικό όφελος, θα συμβάλλουν στην επανασυγκρότηση της χώρας.

Ορισμένα δεδομένα που άπτονται της εργασίας και της διάρθρωσης των επιχειρήσεων είναι:

  • η μείωση των ρυθμών ανάπτυξης στις οικονομίες σχεδόν όλων των κρατών της Ένωσης και η επερχόμενη ραγδαία απομεγέθυνση,
  • η πρόβλεψη για περαιτέρω δραματική αύξηση του αριθμού των ανέργων στη χώρα (ήδη 1,1 εκατ. εγγεγραμμένοι) και η αύξηση των μακροχρόνια ανέργων (ξεπερνούν τις 250 χιλ.),
  • η συνεχής επέκταση άτυπων μορφών εντατικοποίησης και εκμετάλλευσης της εργασίας,
  • η δραματική αύξηση της επισφάλειας στην εργασία (μέσω των «ευέλικτων» σχέσεων εργασίας) και η διεύρυνση των ανισοτήτων στη κοινωνία,
  • οι προκλητικά χαμηλοί μισθοί,
  • η έλλειψη αποτελεσματικών ελέγχων από την πλευρά των αρμόδιων θεσμικών οργάνων που ενδυναμώνει την παραβατικότητα των εργοδοτών,
  • η ενσωμάτωση των ραγδαίων τεχνολογικών αλλαγών στην παραγωγική διαδικασία με τη συνεπακόλουθη προσαρμογή των μορφών εργασίας και η κρατική αμηχανία, αδυναμία ή πολλές φορές και άρνηση, να ρυθμίσει εγκαίρως και αποτελεσματικά το θεσμικό πλαίσιο προστασίας της εργασίας και προώθησης της απασχόλησης,
  • οι συνεχιζόμενες δανειακές δεσμεύσεις της χώρας που μεγεθύνουν την εξαθλίωση των συνθηκών διαβίωσης της πλειοψηφίας των πολιτών,
  • το απαξιωμένο και αναποτελεσματικό συνδικαλιστικό κίνημα,
  • ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός εταιριών ενοικίασης εργαζόμενων και δυστυχώς η θεσμική κατοχύρωσή τους,
  • μη ισόρροπη κλαδική και τομεακή ανάπτυξη, που προκύπτει από την απώλεια Εθνικής Στρατηγικής και σχεδιασμού,
  • η συνεχής πίεση για εξωστρέφεια (εξαγωγές) χωρίς να υπάρχει σχέδιο για αύξηση της εγχώριας παραγωγής (για επάρκεια)
  • η διάρθρωση της Ελληνικής Οικονομίας και ο προσανατολισμός της σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που εμφανίζουν κύκλο εργασιών 42,2 δις € (όσες απασχολούν 1-9 άτομα), σε αντίθεση με τα 11,8 δις € (10-19 άτομα και τα 14,6 δις € (20-49 άτομα). (ΕΛΣΤΑΤ 2018, κλάδοι Βιομηχανία, Κατασκευές, Εμπόριο, Υπηρεσίες),
  • Οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί περιορίζονται στις διαπιστώσεις της διεύρυνσης των ανισοτήτων, της επισφάλειας και της απορρύθμισης των αγορών εργασίας, της εξαθλίωσης των όρων της εργασίας, των μισθών και των συνθηκών της, της μακροχρόνιας ανεργίας που διογκώνεται και του μεγάλου ποσοστού ανεργίας των νέων, της ανάπτυξης «δίχως θέσεις εργασίας» (jobless growth), της αύξησης του αριθμού των φτωχών πολιτών και των αστέγων. Κλείνουν δε τα μάτια στις κοινωνικές προεκτάσεις των συνεπειών και στις ανάγκες σχεδιασμού και υλοποίησης των κατάλληλων πολιτικών.

Το ζητούμενο είναι η αξιοπρεπής διαβίωση των πολιτών, αναγκαία συνθήκη για τη  διασφάλιση της συνεκτικότητας της κοινωνίας, χωρίς φόβο να διαρραγεί ο κοινωνικός ιστός.

Για να προκύψει αυτό απαιτείται ένα Εθνικό Σχέδιο για την Εργασία, που θα προσφέρει ασφάλεια στους εργαζόμενους και θα περιορίζει/μειώνει τις κοινωνικές ανισότητες μέσα από ένα ισχυρό, οραματικό και θαρραλέο πλαίσιο, που θα έχει ως μοναδικό κριτήριο την βιωσιμότητα των θέσεων απασχόλησης.

Στον αντίποδα της συνεχούς επιδείνωσης της θέσης της εργασίας, η οποία εντάθηκε στην προηγούμενη περίοδο κρίσεως και επαπειλείται ακόμη περισσότερο στην ερχόμενη, προτείνουμε και θα αγωνιστούμε για:

  • τη θεσμική ενίσχυση της προστασίας της εργασίας,
  • την ενίσχυση των ατομικών και συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων,
  • την οικονομικά και κοινωνικά δικαιολογημένη, σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού,
  • την βελτίωση των ελέγχων, απέναντι στην υπερ-συγκέντρωση της παραγωγής και της οικονομικής δύναμης,
  • την δημιουργία ενός νέου Δημοκρατικού, διεκδικητικού συνδικαλιστικού κινήματος, βασιζόμενου στους νέους προοδευτικούς πυρήνες σωματείων που έχουν δημιουργηθεί, με συμμετοχή και των υπολοίπων υγιών δυνάμεων του εργατικού κινήματος.
  • την κατάργηση της CETA και τη διακοπή των διαπραγματεύσεων για τις άλλες Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου, οι οποίες, εκτός των άλλων, πλήττουν το δικαίωμα της εργασίας, οδηγούν στη μείωση του αριθμού των εργαζομένων μέσω της μείωσης των θέσεων απασχόλησης και επομένως αυξάνουν την ανεργία και τη φτώχεια.

Ως κοινή βάση στην κατεύθυνση επίτευξης των στόχων, θεωρούμε εφικτή και επιβεβλημένη:

  1. την μείωση των ωρών της εβδομαδιαίας εργασίας, χωρίς τη μείωση των θέσεων εργασίας και των μισθών.
  2. την σύνδεση του κατώτατου μισθού, με το μέσο επίπεδο διαβίωσης.
  3. τη θεσμική ενίσχυση του Συνδικαλιστικού Κινήματος, ως μοναδικού εκφραστή των συμφερόντων του κόσμου της εργασίας.

Ο νόμος που ετοίμασε ο κ. Βρούτσης και συμπλήρωσε ο κύριος Χατζηδάκης, περιλαμβάνει:

  • Ατομική διευθέτηση του χρόνου εργασίας (χωρίς ΣΣΕ), ήτοι απόλυτη παράδοση των εργαζομένων στις ορέξεις εργοδοτών.
  • Εργάσιμη εβδομάδα διάρκειας 30-50 ωρών (με συνδυασμό 6ωρης και 12ωρης απασχόλησης), ήτοι απλήρωτη υπερεργασία
  • «Ευέλικτη» τηλεργασία πλήρους, μερικής ή εκ περιτροπής εργασίας, ήτοι εκ περιτροπής μειωμένος μισθός.
  • Ημερήσιο ωράριο -λάστιχο- με συνδυασμό τηλεργασίας και εργασίας στις εγκαταστάσεις του εργοδότη(!) ήτοι συνεχόμενη εργασία χωρίς όρια, παντού.
  • Κατάργηση του θεσμού της υπερεργασίας
  • Κατάργηση του πενθήμερου
  • Εκτίναξη του επιτρεπόμενου ορίου υπερωριών στις 150 (από τις ήδη πολλές 120), για όλους τους κλάδους της οικονομίας….
  • Μη καταβολή της προσαύξησης λόγω υπερωρίας, με συμψηφισμό απλήρωτων υπερωριών με μειωμένο ωράριο ή ρεπό, ήτοι σημαντική αύξηση της ανεργίας.
  • Κατάργηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης

Η κυβέρνηση θέλει απροστάτευτους εργαζόμενους, με ωράρια λάστιχο και κυρίως ευάλωτους, με λιγότερη φωνή.
Θέλει τις επιχειρήσεις να ορίζουν τους κανόνες και γι αυτό νομοθετεί.
Βαπτίζοντας όμως τις μεσαιωνικές αντιλήψεις, μεταρρύθμιση δεν θα καταφέρει τίποτα.

Η ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ εκτιμά ότι τώρα είναι μία ιστορική στιγμή για την συμπόρευση και συνεργασία των Δημοκρατικών, Προοδευτικών δυνάμεων, με στόχο ένα Κοινό Πρόγραμμα Δημοκρατικής Διακυβέρνησης στο πλευρό του κόσμου της εργασίας.
Τα διαμορφωμένα αδιέξοδα στην Εργασία, μπορούν να αποτελέσουν την αφορμή μίας τέτοιας διαδικασίας.