Μια προσωπική – βιωματική προσέγγιση

γράφει ο Γιώργος Βοϊκλής

Στις 21 Ιουλίου συμπληρώνονται 58 χρόνια από τη δολοφονία του 23χρονου αγωνιστή της Δημοκρατίας Σωτήρη Πέτρουλα. Από τότε μέχρι σήμερα έχουν γραφτεί πολλά για τα γεγονότα της δολοφονίας και της κηδείας του, αλλά και για την προσωπικότητα, τον χαρακτήρα και τις πολιτικές πεποιθήσεις του. Σ’ όλα αυτά, που κατά την δική μου εκτίμηση δεν δίνουν ολοκληρωμένη εικόνα, κυρίως για το τρίτο σκέλος αυτού του τρίπτυχου, έρχομαι να προσθέσω τη δική μου βιωματική προσέγγιση, καθώς τον τελευταίο χρόνο της ζωής του (Απρίλιος 1964 – Ιούλιος 1965) βρέθηκα στο πολύ στενό πολιτικό – οργανωτικό περιβάλλον του, καθώς, πέρα από στελέχη της Νεολαίας ΕΔΑ,  είμασταν μέλη της ίδια παράνομης – εξωκοινοβουλευτικής οργάνωσης, (για την ακρίβεια ήταν καθοδηγητής μου σ’ αυτήν), αλλά και προσωπικοί φίλοι.

Η για πρώτη φορά εκτενής αναφορά σ’ αυτήν τη πλευρά της πολιτικής αντίληψης και δράσης του Σωτήρη Πέτρουλα, είναι ταυτόχρονα η πρώτη φορά εκτενούς και «εκ των έσω» αναφορά σε αυτήν την οργάνωση, για την οποία πολύ λίγα πράγματα είναι γνωστά.

 Για την πρώτη περίοδο της οργάνωσης που μετά τη Μεταπολίτευση πήρε το όνομα “Νέα Αριστερά”,  και για τη συμμετοχή σ’ αυτήν του Σωτήρη Πέτρουλα, έγραψαν οι πρωτεργάτες της σε κείμενο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Ελευθεροτυπία” στις 21 Ιουλίου 1976, με αφορμή την ενδέκατη επέτειο της δολοφονίας του:

“Την περίοδο αυτή, απ’ το 1960 ακόμη, οι ζυμώσεις και οι προβληματισμοί ανάμεσα στους νέους αγωνιστές, που παλεύουν με συνέπεια στα πλαίσια του φοιτητικού, του σπουδαστικού και του εργατικού κινήματος από τις γραμμές της νεολαίας ΕΔΑ, αρχίζουν να αποκρυσταλλώνονται σε αντιλήψεις και σε σχέσεις και να παίρνουν συγκεκριμένη μορφή οργανωτική. Οι δυνάμεις αυτές αποτελούν τον πρωταρχικό πυρήνα της Νέας Αριστεράς στη χώρα μας.

Παρά το γεγονός ότι η Νέα Αριστερά κείνης της φάσης δεν αυτοχαρακτηρίζεται σαν τέτοια και δεν παρουσιάζεται σαν τέτοια, ενώ τα μέλη της συμμετέχουν δραστήρια, και μάλιστα από στελεχικές θέσεις, στα πλαίσια της νεολαίας ΕΔΑ και της Νεολαίας Λαμπράκη αργότερα, ωστόσο, σε αυτή την περίοδο πραγματοποιούν πολλές

κατακτήσεις αποφασιστικής σημασίας, όχι μόνο στο ιδεολογικό πεδίο, αλλά και στο πεδίο της οργανωτικής μορφοποίησης.

Από το 1962 ο Σωτήρης έρχεται σε επαφή με το νεαρό τότε Κίνημα της Νέας Αριστεράς και βρίσκοντας στις γραμμές του το αντίστοιχο της δικής του συνέπειας και των πρωτοποριακών του χαρακτηριστικών, αλλά και την διέξοδο του προβληματισμού του, εντάσσεται σ’ αυτό. Λίγους μήνες μετά την οργάνωσή του στη Νέα Αριστερά, εκλέγεται στο κεντρικό καθοδηγητικό της όργανο, γίνεται ένα από τα βασικά της στελέχη.

Ταυτόχρονα συνεχίζει τη δράση του σαν στέλεχος της νεολαίας ΕΔΑ από τη θέση του μέλους της “Σπουδάζουσας”, καθοδηγητικού οργάνου του φοιτητικού τμήματός της…

Για τη Νέα Αριστερά είναι ένα δραστήριο και δημιουργικό στέλεχός της, ένας από τους ουσιαστικούς της εκπροσώπους, ένας απ’ τους λίγους νέους αγωνιστές που την διαμόρφωσαν. Είναι ένας απ’ τους πρωτεργάτες της”.

Η κριτική της νέας οργάνωσης στην παραδοσιακή αριστερά, σε όλες τις εκφάνσεις της (ΚΚΕ – ΕΔΑ, Τροτσκιστές, Σοσιαλδημοκράτες) εστιάζεται σε δύο σημεία:

-Τα στελέχη και τα μέλη τους δεν έχουν ιδεολογική κατάρτιση και, προπαντός,

-Δεν έχουν σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά στον τρόπο ζωής και τη συμπεριφορά τους. Γι’ αυτό και ανεξάρτητα από τις πολιτικές ιδέες και την πολιτική τους δράση, είναι εκτεθειμένα στις αστικές αξίες.

Επίσης, αξιοποιώντας την αρνητική εμπειρία των Αρχειομαρξιστών του Μεσοπολέμου, στη θέση του “Πρώτα θεωρία και μετά πράξη”  βάζουν το “Θεωρία και πράξη ταυτόχρονα και παράλληλα”.

Ο Παναγιώτης Γουλιέλμος στον πρόλογο του βιβλίου του με τίτλο “Παγκόσμιο Σοσιαλιστικό Κίνημα – Ιστορική Μελέτη” (εκδόσεις Νέα Αριστερά 1977) που, όπως σημειώνει στον πρόλογό του, γράφτηκε  “στο τέλος του ‘62”, γράφει:

“Σήμερα, παρά ποτέ, έγινε φανερό, πως για να εξυπηρετείς το κίνημα  πρέπει, ή να υπακούς τυφλά στις εντολές της ηγεσίας, που θά ’χεις a priori παραδεχτεί αλάνθαστη, ή πρέπει να αποκτήσεις το σύνολο των γνωστικών προϋποθέσεων που απαιτούνται για νά ‘χεις υπεύθυνη γνώμη για πολιτικά ζητήματα.

Σήμερα, παρά ποτέ άλλοτε, έγινε φανερό πως δεν είναι δυνατό να καταλαβαίνεις πολιτική, χωρίς τη γνώση της οικονομικής διάρθρωσης της κοινωνίας, χωρίς τη γνώση, παραπέρα, των γενικών νόμων ανάπτυξης της ίδιας της κοινωνίας, χωρίς τη γνώση της ιστορικής εξέλιξης των ενόργανων, της γης, του γαλαξία…”

 Κριτική θεώρηση της παραδοσιακής Αριστεράς είναι φανερή και στο παρακάτω κείμενό του Σωτήρη Πέτρουλα, που το χειρόγραφό του βρέθηκε στο αρχείο του:

“Η πολιτική σαν επιστήμη έκφρασης των πολιτικών συμφερόντων και ζύμωσης των δυνάμεων για την ορθή διέξοδο της ιστορίας, γίνεται απρόσιτη σε κείνους που δεν έχουν την δυνατότητα να δουν τις προϋποθέσεις που τη στηρίζουν και την ορθώνουν σαν τέτοια…

Η θεωρία είναι ακριβώς η μεταφορά της πράξης στις σφαίρες του ιδεατού, όπου εκεί απομονώνεται, καθαρίζεται από τα “τυχαία” στοιχεία, ή τα ασήμαντα που μας σκοτεινιάζουν την πράξη και μας αποπλανούν στην εμπειρική εξέταση και διασπάται για να αναλυθεί και εξεταστεί και έπειτα ξανασυντίθεται και κατεβαίνει στην πράξη, στην οποία οδηγεί και η οποία είναι το κριτήριο της αλήθειας και όχι της θεωρίας…

Η έλλειψη θεωρητικής κατάρτισης οδηγεί σε σφάλματα δράσης, γιατί, στο τέλος-τέλος, η θεωρία δεν κάνει τίποτ’ άλλο παρά την ίδια τη δράση να εξετάζη, να αλληλοσυσχετίζη, να καθοδηγή. Δεν είναι κάτι απ’ έξω, αλλά η ίδια η δράση εξετασμένη στην πορεία της, την αλληλεπίδρασή της και το σκοπό που οδηγεί…

Το κίνημα σήμερα δημιουργεί τον τύπο του βολεμένου αγωνιστή, που ενώ θέλει να απαλλαγεί από το βόλεμα που τον πνίγει (πολλές φορές) και του κάνει τη ζωή του μαρτύριο, έστω κι αν φαινομενικά είναι ευτυχισμένος, δεν μπορεί και δεν αποτολμά, γιατί δεν έχει αποκτήσει τις προϋποθέσεις τις αναγκαίες, με ένα λόγο, δεν έχει ολοκληρωθεί σαν αγωνιστής.

Το σύνολο των εκδηλώσεων της υποκειμενικής ζωής μας πρέπει να καθορίζεται απ’ τις γενικότερες αντιλήψεις μας, να μην αντιφάσκη, να καταλήγη σε προωθητικό, υποβοηθητικό της πάλης μας”.

Με βάση τα παραπάνω, τρεις ήταν οι «βασικές αρχές» της νέας οργάνωσης:

-Πρώτη, το ολοκληρωτικό δόσιμο στον αγώνα. Οι ανάγκες του αγώνα είναι πάνω από την προσωπική ζωή.

-Δεύτερη, η σοσιαλιστική συνειδητοποίηση, που επιτυγχάνεται μέσω της ιδεολογικής κατάρτισης, της συστηματικής μελέτης του Μαρξισμού, που μας διδάσκει επίσης τη διαλεκτική σκέψη.

-Τρίτη, η εφαρμογή του σοσιαλισμού στην πράξη, στην καθημερινή ζωή και τη συμπεριφορά των μελών.

Η υλοποίηση των σοσιαλιστικών θεσμών ξεκινάει από την ισότητα μεταξύ των μελών και προεκτείνεται μέχρι τη δημιουργία του «ενδοκαπιταλιστικού σοσιαλισμού». Οι αγωνιστές, δηλαδή, κάνουν πράξη το μήνυμα που έστειλε στους σοβιετικούς πολίτες λίγο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση ο Μαγιακόφσκι με τους στίχους: “Δεν είναι μόνο ο κομμουνισμός / στη γη, / στα κάθιδρα εργοστάσια εκείνα, / είναι και μεσ’ το σπίτι, / στο τραπέζι μπρος / στις σχέσεις, / στη φαμίλια / στην καθημερινή ρουτίνα”.

Για τη νέα οργάνωση, βέβαια, η σοσιαλιστική επανάσταση και η κατάκτηση της εξουσίας δεν αποτελούν προϋποθέσεις, αλλά είναι το αποτέλεσμα της υλοποίησης των σοσιαλιστικών θεσμών στην κοινωνία, σε όλο και μεγαλύτερη έκταση.

Όλα αυτά δεν ήταν μόνο  λόγια και θεωρίες.

«Ολοκληρωτικό δόσιμο» σημαίνει ότι η ατομικότητα δεν υπάρχει σε καμιά διάστασή της. Ότι ο καθένας είναι ένα κομμάτι μιας αυστηρά οργανωμένης συλλογικότητας.

«Εφαρμογή του σοσιαλισμού στην πράξη» σημαίνει «κοινό οικονομικό». Το κάθε μέλος, δηλαδή, προσφέρει στην οργάνωση τα έσοδά του και παίρνει αυτά που του εξασφαλίζουν το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης. Το “κοινό οικονομικό” έχει, όμως, και την αντίστροφη πλευρά: Σ’ αυτούς που δεν  έχουν επαρκές εισόδημα, η οργάνωση συμπληρώνει το εισόδημά τους ώστε να ζουν στο ίδιο επίπεδο με τα άλλα μέλη.

«Εφαρμογή του σοσιαλισμού στην πράξη» σημαίνει επίσης ότι όσα από τα μέλη είναι εργένηδες, ζουν μαζί ανά δύο ή τρία, σε σπίτια όπου περνάνε αρκετό χρόνο και τα μέλη που μένουν στις οικογένειές τους. Σ’ αυτά οργανώνουν τον δικό τους, σοσιαλιστικό τρόπο ζωής.

Στον τρόπο ζωής τους εφαρμόζουν, επίσης, συμπληρωματικούς κανόνες: Το κάπνισμα απαγορεύεται αυστηρά. Στις σχέσεις των δυο φύλων, επιτρέπεται μόνο ένας μόνιμος, αν είναι δυνατόν, δεσμός, με επιδίωξη ένταξης της ή του ερωτικού συντρόφου στην οργάνωση.

Τέλος, η ιδεολογική κατάρτιση την μελών εξασφαλίζεται με ένα συστηματικό “Εκπαιδευτικό” που αναπτύσσεται σε τέσσερις ενότητες: Φιλοσοφία, Ιστορικός Υλισμός, Ιστορία του Παγκόσμιου και του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος και  Πολιτική Οικονομία. Το εκπαιδευτικό αυτό πρόγραμμα διαρκεί δυο χρόνια περίπου και συμπληρωματική σ’ αυτό υποχρέωση των μελών είναι η καθημερινή δίωρη, κατά μέσο όρο, μελέτη.

Η θεσμοθέτηση και η εφαρμογή αυτών των κανόνων συνδέεται, βέβαια, με τις κοινωνικές συνθήκες εκείνης της εποχής, καθώς και με το ότι τα μέλη της νέας οργάνωσης σ’ αυτή την πρώτη της περίοδο ήταν ηλικίας από 17 μέχρι 25 ετών και προέρχονταν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, από λαϊκές και εργατικές οικογένειες. Αρκετοί, μάλιστα, ήταν εσωτερικοί μετανάστες.

Στα δύο κύρια χαρακτηριστικά της οργάνωσης οφείλονται και οι δύο, ανεπίσημες, ονομασίες που της δόθηκαν, από τρίτους που γνώριζαν την ύπαρξή της: “Κοινοβίτες” και “ΣΟ.ΣΥΝ” (“Σοσιαλιστική Συνειδητοποίηση”).

Ως προς την πολιτική δράση των μελών, βασική κατεύθυνση της οργάνωσης ήταν η συμμετοχή τους σε “μαζικό χώρο δράσης”, που ήταν το σωματείο του χώρου εργασίας και σπουδών, καθώς και η οργάνωση της Νεολαίας ΕΔΑ, στην οποία συμμετείχαν υλοποιώντας με συνέπεια τη δική της πολιτική.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η οργάνωση δεν είχε δική τους πολιτική αντίληψη. Η αντίληψή της δεν διέφερε όμως αισθητά από την κριτική αντίληψη του μη δογματικού χώρου της Αριστεράς για την αντιφατική πολιτική του ΚΚΕ στη διάρκεια της 10ετίας του 1940. Θα μπορούσε  να πει κανείς ότι η πολιτικές αντιλήψεις της είχαν επηρεαστεί από τις απόψεις που ανέπτυσσε ο Αχιλλέας Γρηγορογιάννης σε έντυπα του σοσιαλιστικού χώρου. Το βασικό όμως για τους πρωτεργάτες της σε αυτή τη φάση οργάνωσης δεν ήταν η πολιτικές αντιλήψεις αλλά οι οργανωτικές αρχές.

Το μόνο στοιχείο της συμμετοχής των μελών της οργάνωσης στις οργανώσεις της Νεολαίας ΕΔΑ που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί “εισοδισμός”, ήταν η στρατολογία μελών της και στη δική τους οργάνωσή τους. Σ’  αυτό δεν έβλεπαν, όμως, κάτι αρνητικό, γιατί θεωρούσαν ότι οι δραστηριότητες της κάθε μίας είναι συμπληρωματικές των δραστηριοτήτων της άλλης. Και γιατί δεν στρατολογούσαν μόνο μέλη της ΕΔΑ, αλλά και μη πολιτικοποιημένα ηθικά στοιχεία, που συναντούσαν στους χώρους δουλειάς και σπουδής, και στο κοινωνικό τους περιβάλλον. Με δεδομένο το ότι αυτοί εντάσσονταν σύντομα στις οργανώσεις της Ν. ΕΔΑ, μπορούμε να πούμε ότι στρατολογούσαν μέλη και για αυτές τις οργανώσεις.

Είναι χαρακτηριστικό το ότι την ένταξη στις γραμμές της νέων μελών υψηλού επιπέδου, που είχαν εκπαιδευτεί από την οργάνωση, τα στελέχη της Νεολαίας ΕΔΑ την απέδιδαν στο ότι “μέσα από τον λαό ξεπηδούν αυθόρμητα στελέχη”, όπως έλεγαν.

Αυτά για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και την πολιτική της νέας οργάνωσης.

Και συνεχίζουμε με σύντομη αναφορά στην εξέλιξή της.

Στη διάρκεια της τριετίας 1962 – 1965 η οργάνωση αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς, αυξάνοντας σε δεκάδες τον αριθμό των μελών της, που αναδεικνύονται  σε στελέχη των οργανώσεων της Νεολαίας ΕΔΑ, κυρίως στους χώρους των Νυχτερινών Γυμνασίων και Τεχνικών Σχολών, στους Φοιτητές, αλλά και στα εργατικά συνδικάτα και τις λαϊκές συνοικίες της πρωτεύουσας.

Ο Σωτήρης Πέτρουλας πρωτοστατεί σε αυτή την  ανάπτυξη, ιδιαίτερα μετά από το Φθινόπωρο του 1963 που στρατεύονται  δύο από τους πρωτεργάτες της, ο Παναγιώτης Γουλιέλμος και ο Νίκος Καλαποθαράκος.

Το Φθινόπωρο του 1964  αναλαμβάνει την καθοδήγηση της παλιότερης πεντάδας μελών, τη πρώτης που συγκροτήθηκε μετά την αρχική ομάδα τον Σεπτέμβρη του 1962, η οποία ξεκινούσε την τελευταία ενότητα του εκπαιδευτικού, την Οικονομία.

Ένα από τα μέλη αυτής της ομάδας ήμουν και εγώ.

Στην πρώτη μας συνάντηση με τον Σωτήρη Πέτρουλα καθοδηγητή, για να κάνουμε μια σύντομη επανάληψη της προηγούμενης ενότητας, μας έδωσε 37 ερωτήσεις για την ιστορία του εργατικού κινήματος, που το χειρόγραφό τους έχω ακόμη στο αρχείο μου. Αφού τις απαντήσαμε, ξεκινήσαμε τη μελέτη της Εισαγωγής στο Κεφάλαιο του Καρλ Μαρξ.

Η ενότητα αυτή “διδάσκονταν” για πρώτη φορά στην οργάνωση, που σημαίνει ότι ο ίδιος σχεδίασε και οργάνωνε τη συλλογική μελέτη της, που κράτησε 10 μήνες και  ολοκληρώθηκε το πρώτο 15θήμερο του Ιουλίου του 1965.

Δυστυχώς, δεν πρόλαβε να μας δώσει τις ερωτήσεις για την επανάληψη, που περιμέναμε στην επόμενη συνεδρίασή μας. Δολοφονήθηκε το βράδυ της 21ης Ιουλίου.

Τρεις μήνες πριν, είχε προκύψει μια σημαντική εξέλιξη στη συμμετοχή του Σωτήρη Πέτρουλα στην οργάνωση της Νεολαίας ΕΔΑ.

Με απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου της, καθαιρέθηκε  από τη “Σπουδάζουσα”.

Οι λόγοι αυτής της απόφασης, που αποσιωπήθηκε επιμελώς από την ΕΔΑ μετά τη δολοφονία του, είναι οι εξής:

Το Δεκέμβρη του 1964 “κατέβηκε” στις οργανώσεις της νεολαίας ΕΔΑ η πρόταση της αυτοδιάλυσης των οργανώσεών της και ενσωμάτωσή τους στην Δημοκρατική Κίνηση Νέων “Γρηγόρης  Λαμπράκης”, που είχε δημιουργηθεί ως μαζική – εξωκομματική οργάνωση τον Μάιο του 1963 και πρόεδρός της ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης. Διαφωνήσαμε με αυτήν την απόφαση, πιστεύοντας πως η κομματική οργάνωση είναι απαραίτητη και ότι θα βλάψει το κίνημα μια πιο χαλαρή οργανωτική δομή. Αυτή, μάλιστα, ήταν η πρώτη φορά που η οργάνωσή μας  έδωσε στα μέλη της μια πολιτική κατεύθυνση διαφορετική από αυτήν της ηγεσίας της ΕΔΑ . Αυτό, όμως, δεν διαφοροποιούσε τα μέλη μας από τα υπόλοιπα μέλη των οργανώσεων της νεολαίας ΕΔΑ, γιατί και πολλά άλλα μέλη της, ίσως η πλειοψηφία των μελών της, διαφώνησαν με την απόφαση αυτή, ανεξάρτητα από το ότι τελικά εφαρμόστηκε, παραβιάζοντας, ίσως, τις αρχές της εσωκομματικής δημοκρατίας.

Με τη στάση μας σε αυτό το ζήτημα συνδέονταν η καθαίρεσή του Σωτήρη Πέτρουλα, και του Μάκη Παπούλια από τη «Σπουδάζουσα», και η δική μου από τη θέση του Γραμματέα της Οργάνωσης Περιστερίου, τον Μάρτιο του 1965, με την κατηγορία του φραξιονισμού.

Η απόφαση στηρίχθηκε στο ότι ο Μάκης Παπούλιας είχε σημειώσει στην ατζέντα του, παραβιάζοντας τους κανόνες του συνωμοτισμού, δύο ραντεβού του, ένα με τον Σωτήρη Πέτρουλα και ένα μαζί μου. Κι όχι μόνο έγραφε τα πραγματικά μας ονόματα,  αλλά και ξέχασε την ατζέντα του σε ένα τραπέζι  αίθουσας συνεδριάσεων στα γραφεία της ΕΔΑ. Έτσι έφτασε στα χέρια του Μάκη Χριστοφιλόπουλου, που εισηγήθηκε στο Κεντρικό Συμβούλιο την καθαίρεση και των τριών μας, εισήγηση που έγινε αποδεκτή.

Υπάρχει σχετική αναφορά στο Αρχείο της νεολαίας ΕΔΑ που δημοσιεύτηκε, σε ηλεκτρονική μορφή, από τα ΑΣΚΙ. (σελ. 225).

Στην απόφαση αυτή ίσως έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι ο Μάκης Παπούλιας είχε σημειώσει στην ατζέντα του ένα ραντεβού του με τον Νίκο Ψυρούκη της οργάνωσης Φίλοι των Νέων Χωρών (ΦΝΧ).

Με την  καθαίρεση του Σωτήρη Πέτρουλα, βέβαια, διαφώνησε η συνέλευση της “Σπουδάζουσας” της Νεολαίας ΕΔΑ , όταν της ανακοινώθηκε. Επίσης, στη Συνδιάσκεψη που ακολούθησε, εκλέχτηκε αντιπρόσωπος της ΑΣΟΕΕ στο ιδρυτικό συνέδριο της Δημοκρατικής Κίνησης “Γρηγόρης Λαμπράκης”, στο οποίο δεν πρόλαβε να πάρει μέρος.

Δεν θα επαναλάβω τα της δολοφονίας και της κηδείας του, για τα οποία έχουν δημοσιευθεί εκτενή κείμενά μου στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο. Θα προσθέσω μόνο ένα μικρό χρονικό για την σύντομη ζωή της Πανσπουδαστικής Δημοκρατικής Κίνησης (ΠΑΝΔΗΚ) “Σωτήρης Πέτρουλας”.

Η σύντομη ιστορία της ΠΑΝΔΗΚ “Σωτήρης Πέτρουλας”

Μετά την κηδεία του Σωτήρη, μαζευτήκαμε καμιά δεκαριά σύντροφοι στο σπίτι που έμενα τότε, στην οδό Ισμήνης, στον Κολωνό, χωρίς να τηρήσουμε τους κανόνες της ιεραρχίας και χωρίς να πάρουμε τα καθιερωμένα “μέτρα ασφάλειας”.

Οι περισσότεροι ήταν φοιτητές, κυρίως συμφοιτητές του στην ΑΣΟΕΕ. Ανάμεσά τους  δυο μέλη της ηγετικής ομάδας, ο Μάκης Παπούλιας και ο Σπύρος Βεντουράτος.

Η ατμόσφαιρα ήταν φορτισμένη συναισθηματικά. Ήταν ο πρώτος νεκρός μας!

Η ηγετική φυσιογνωμία του είχε πλατιά απήχηση στο λαό, όπως έδειξε η συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων λαού στην κηδεία του. Χρέος μας ήταν να αξιοποιήσουμε αυτή την ύστατη  προσφορά του με τη νόμιμη εμφάνιση της μυστικής – παράνομης μέχρι τότε, οργάνωσής μας.

Το πρότεινε ο Μάκης Παπούλιας και όλοι οι παρευρισκόμενοι συμφωνήσαμε, χωρίς να έχουμε καμιά νομιμοποίηση εκπροσώπησης της οργάνωσης, που αριθμούσε τότε αρκετές δεκάδες, αν όχι πάνω από εκατό, μέλη. Και χωρίς τη συμμετοχή  των δύο πρωτεργατών της, του Παναγιώτη Γουλιέλμου και του Νίκου Καλαποθαράκου, που υπηρετούσαν τη στρατιωτική τους θητεία, αλλά και των υπόλοιπων μελών της ηγετικής ομάδας.

Εκεί λοιπόν, το βράδυ της 23ης Ιουλίου, αποφασίστηκε, μέσα σε συναισθηματική έξαρση, η δημιουργία της Πανσπουδαστικής Δημοκρατικής Κίνησης (ΠΑΝ.ΔΗ.Κ.) “Σωτήρης Πέτρουλας”.

Το ίδιο βράδυ γράφτηκε η Ιδρυτική της Διακήρυξη, και αποφασίστηκε να τυπωθεί σε χιλιάδες αντίτυπα και να μοιραστεί στους φοιτητικούς χώρους. Αποφασίστηκε επίσης να ετοιμαστεί ένα “Αφιέρωμα στον Σωτήρη Πέτρουλα”, με αναφορές στη ζωή και στις ιδέες του, καθώς και στα γεγονότα της δολοφονίας και της κηδείας του.

Το υπόλοιπο του Καλοκαιριού και το Φθινόπωρο συνεχίσαμε να συμμετέχουμε στις μαχητικές διαδηλώσεις, που είχαν ως συνέπεια τις συνεχείς ανατροπές των κυβερνήσεων των Αποστατών.

Παράλληλα, η  ΠΑΝΔΗΚ άρχισε να δραστηριοποιείται συστηματικά, κυρίως στο φοιτητικό χώρο, με ικανοποιητικά αποτελέσματα, αυξάνοντας τον αριθμό των μελών της.

Πέντε μήνες μετά την ίδρυση της, ωστόσο, τον Δεκέμβριο του 1965,  αποφασίστηκε, με πρόταση του Παναγιώτη Γουλιέλμου, που είχε απολυθεί απ’ το στρατό, η αναστολή της λειτουργίας της ΠΑΝΔΗΚ, κρίνοντας ότι η οργάνωση δεν ήταν ακόμη έτοιμη για νόμιμη εμφάνιση και δημόσια αντιπαράθεση με την παραδοσιακή Αριστερά. Αποφάσισε επίσης, ότι όσα από τα μέλη της δεν έχουν εκτεθεί, να συνεχίσουν τη δράση τους μέσα από τις οργανώσεις της ΕΔΑ και της Νεολαίας Λαμπράκη.

Η απόφαση αυτή είχε συνέπεια την αποχώρηση από την οργάνωση του Μάκη Παπούλια, του Σπύρο Βεντουράτου και μερικών ακόμη φοιτητών μελών της.

Εδώ τελειώνει η αναφορά στην εμφάνιση και την πρώτη περίοδο δράσης της ελληνικής Νέας Αριστεράς, από ένα μέλος και στέλεχός της από το 1962 μέχρι το 1987. Στη συνέχεια της δράσης της, στη διάρκεια της δικτατορίας και μετά την Μεταπολίτευση, ίσως να επανέλθουμε εν καιρώ.

Αυτή είναι, βέβαια, μια προσωπική, βιωματική θα λέγαμε, προσέγγιση του θέματος. Το φαινόμενο της εμφάνισης μιας καινοφανούς  οργάνωσης στο χώρο της Αριστεράς στις αρχές της 10ετίας του 1960 και της εξέλιξής στη διάρκεια των δυο επόμενων 10ετιών, έχω τη γνώμη πως θα άξιζε να μελετηθεί με τα επιστημονικά εργαλεία της Ιστορικής Έρευνας, της Κοινωνιολογίας και της Πολιτικής, που είναι, όμως, “άλλου παπά ευαγγέλιο”.