ΓΙΩΤΑ ΣΥΚΚΑ

Ποια είναι τα καινοτόμα και νεωτερικά μουσεία; Τι αναζητεί το κοινό απ’ αυτά; Μπορούν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στον πολιτιστικό τουρισμό; Ποιες νέες εμπειρίες μπορούν να εφαρμόσουν; Ανάλογα ερωτήματα ακούγονται συχνά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου τα μουσεία είναι ο πλούτος της και αποφέρουν πολύ μεγάλα έσοδα.

Προβληματισμοί, που απασχολούν τα τελευταία χρόνια δημόσια και ιδιωτικά μουσεία. Δεν είναι τυχαίο ότι το τελευταίο δεκαπενθήμερο επιστήμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό καταπιάνονται με το θέμα αυτό. Πρώτα το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο σε συνεργασία με τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Heritage and Museums διοργάνωσε την ημερίδα «Βραβεύοντας τα καινοτόμα και νεωτερικά μουσεία της Ευρώπης από τον φορέα European Museum Forum, Βραβεία EMYA 2016. Η ελληνική και η διεθνής εμπειρία». Χθες άνθρωποι των μουσείων συναντήθηκαν στο συνέδριο του Μουσείου Μπενάκη «Μουσεία και τουρισμός: μία σχέση σε εξέλιξη», και σήμερα στη Θεσσαλονίκη, στο Μέγαρο Μουσικής.Η αλήθεια είναι πως διεθνώς τα μουσεία προσπαθούν να επαναπροσδιοριστούν και να επιβιώσουν σε μια εποχή δύσκολη για όλους. Ακούστηκαν πολλά και ενδιαφέροντα στην ημερίδα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Το θέμα όμως των ελληνικών μουσείων το άγγιξε πολύ εύστοχα η δρ Μαρία-Ξένη Γαρέζου, προϊσταμένη του Τμήματος Αρχαιολογικών Μουσείων και Συλλογών, Διεύθυνση Μουσείων του ΥΠΠΟΑ, η οποία μας έφερε αντιμέτωπους με τις ανάγκες του 21ου αιώνα. Γιατί βέβαια δεν αρκεί να έχουμε μουσεία. ΚΠΣ και ΕΣΠΑ έδωσαν πολλά σε όλη τη χώρα. Σημασία έχει πώς αυτά στέκονται στις νέες προκλήσεις.Σύμφωνα με υπολογισμούς του Τμήματος Αρχαιολογικών Μουσείων και Συλλογών, αυτή τη στιγμή έχουμε περί τα 550 ενεργά μουσεία κάθε είδους. Από αυτά, τα 100 είναι μουσεία που διαχειρίζεται η Τοπική Αυτοδιοίκηση (πινακοθήκες, λαογραφικά, ιστορικά, φυσικής ιστορίας, θεματικά), πάνω από 30 είναι τα πανεπιστημιακά μουσεία και συλλογές, 60 είναι τα ιδιωτικά μουσεία μεταξύ των οποίων και 5 μεγάλα μουσεία τα οποία φυλάσσουν και εκθέτουν παλαιοντολογικά ευρήματα και αρχαιότητες (επιβλέπει η Διεύθυνση Μουσείων του ΥΠΠΟ), 150 είναι εκκλησιαστικά μουσεία και 216 είναι τα κρατικά μουσεία. Από αυτά τα 216 μουσεία, τα 210 είναι αρχαιολογικά μουσεία.

Τα 172 εκθέτουν έργα της προϊστορίας και της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, εννέα είναι αφιερωμένα αποκλειστικά στον βυζαντινό και μεταβυζαντινό κόσμο, 29 είναι τα διαχρονικά μουσεία, τα οποία πραγματεύονται τον ελληνικό πολιτισμό στη διαχρονία του, από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι και τον 18ο και 19ο αιώνα, δύο τα θεματικά μουσεία, το Νομισματικό και το Επιγραφικό, τα οποία λειτουργούν διοικητικά ως ένα ενιαίο. «Ως προς τη χωρική κατανομή τους, ένα 20% των αρχαιολογικών μουσείων είναι στην Αθήνα ενώ το υπόλοιπο 80% βρίσκεται στην περιφέρεια», συνέχισε η κ. Γαρέζου, εξηγώντας πως έχουμε 203 περιφερειακά μουσεία που διακρίνονται στα: μείζονα περιφερειακά, μικρότερης εμβέλειας τοπικά και 36 μουσεία χώρου (συνδέονται με αρχαιολογικούς χώρους).

 Ποια είναι τα καινοτόμα και νεωτερικά μουσεία; Τι αναζητεί το κοινό απ’ αυτά; Μπορούν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στον πολιτιστικό τουρισμό; Ανάλογα ερωτήματα ακούγονται συχνά διεθνώς. Η νέα εποχή των μουσείων θα είναι ψηφιακή και ο νέος αιώνας θα είναι αυτός της Τρίτης Ηλικίας, της Κινητικότητας, της Πληροφορίας και των «Μεγαπόλεων». Σε δύο συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα εξετάστηκαν πολλά θέματα και κυρίως η περιβαλλοντική και οικονομική βιωσιμότητα των μουσείων.

Ποια είναι τα καινοτόμα και νεωτερικά μουσεία; Τι αναζητεί το κοινό απ’ αυτά; Μπορούν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στον πολιτιστικό τουρισμό; Ανάλογα ερωτήματα ακούγονται συχνά διεθνώς. Η νέα εποχή των μουσείων θα είναι ψηφιακή και ο νέος αιώνας θα είναι αυτός της Τρίτης Ηλικίας, της Κινητικότητας, της Πληροφορίας και των «Μεγαπόλεων». Σε δύο συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα εξετάστηκαν πολλά θέματα και κυρίως η περιβαλλοντική και οικονομική βιωσιμότητα των μουσείων.

Πράγματι, σε 25 χρόνια το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού σε θέματα μουσειακής πολιτικής κατάφερε πολλά, με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης: καινούργια μουσεία, ανακαίνιση παλαιών, νέες εκθέσεις, πρόσβαση ΑμεΑ σε 112 μουσεία κ.ά. Η νέα χιλιετία όμως προχωρεί σε ένα περιβάλλον τεχνολογικών, περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών μετασχηματισμών.

«Η νέα εποχή θα είναι ψηφιακή και ο νέος αιώνας θα είναι αυτός της Τρίτης Ηλικίας, της Κινητικότητας, της Πληροφορίας και των “Μεγαπόλεων”. Ζούμε σε μια εποχή στην οποία οι τεχνολογίες της πληροφορικής και της επικοινωνίας κυριαρχούν, οι άνθρωποι και ιδιαίτερα οι νέες γενιές μετακινούνται αέναα στον φυσικό και διαδικτυακό χώρο, ανάμεσα στο πραγματικό και το εικονικό, οι πληθυσμοί γηράσκουν, ενώ συγχρόνως η τρίτη ηλικία αποτελεί ενεργό τμήμα της κοινωνίας και ένα σημαντικό κοινό για τα μουσεία».

Θύμισε ότι ο πολιτιστικός τουρισμός «γεννά περισσότερα έσοδα και απασχόληση και από τον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας». Καιρός να μας απασχολήσει η περιβαλλοντική και οικονομική βιωσιμότητα των μουσείων. Για την κ. Γαρέζου η κοινωνική βιωσιμότητα των μουσείων (αποκλεισμένες ομάδες, μετανάστες, μονογονεϊκές οικογένειες, τρίτη ηλικία, φυλακισμένοι) είναι μια πρόκληση. Η Ευρώπη προχωρεί σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, ΜΚΟ και καλλιτέχνες. Η Ελλάδα με δειλά βήματα.