Σκηνή 1η: Όταν, μερικά χρόνια πριν, μια ομάδα μελετητών σχεδίαζε τη διαχείριση απορριμμάτων μιας Περιφέρειας της χώρας, έπρεπε να «αντιμετωπίσει» τη μείωση των οργανικών αποβλήτων που θα κατέληγαν προς διάθεση. Για όσους δεν γνωρίζουν, ως το 2020 σε ΧΥΤΑ θα καταλήγει μόνο το 35% των οργανικών αποβλήτων με έτος – βάση υπολογισμού το 1995. Ανέλαβε λοιπόν η ομάδα να μοιράσει το ποσοστό του εθνικού στόχου που αναλογούσε στην περί ης ο λόγος Περιφέρεια, στους οικείους Δήμους. Για κάθε ποσοστό κομποστοποίησης (η μέθοδος επιλογής στην αντιμετώπιση των οργανικών) που «χρέωνε» σε  Δήμους, χρειάστηκε να δώσει μάχη.

Σκηνή 2η: Κάποιος επενδυτής, γνωρίζοντας ότι η διαχείριση συγκεκριμένου αποβλήτου ενός σημαντικού για την εθνική οικονομία κλάδου της βιομηχανίας τροφίμων, είναι τουλάχιστον προβληματική και οπωσδήποτε επιβαρυντική για το περιβάλλον, κατασκευάζει μονάδα η οποία μετατρέπει το υγρό λύμα – απόβλητο σε προϊόν υψηλής ζήτησης. Ο χώρος του περιβάλλοντος τον υμνεί, βραβεύεται από θεσμούς, κερδίζει τον δικό του χρόνο διασημότητας σε κανάλια και εφημερίδες και μετά από λίγα χρόνια η μονάδα παύει να λειτουργεί λόγω έλλειψης πρώτης ύλης, καθώς όλοι συνέχιζαν (και μάλλον συνεχίζουν) να ρίχνουν τα απόβλητά τους «στο ποτάμι».

Σκηνή 3η:  Μια ομάδα ακτιβιστών του περιβάλλοντος ανακαλύπτει και αποκαλύπτει, επεισόδιο ρύπανσης από σφαγείο αυτοδιοικητικής ιδιοκτησίας, το οποίο κατά παράβαση νόμων, θάβει τα υπολείμματα σφαγής στον αύλειο χώρο του και αποχετεύει ανεπεξέργαστα τα λύματα σε παρακείμενο ρέμα. Όταν ο προϊστάμενος της ελεγκτικής αρχής κτηνίατρος ρωτήθηκε γιατί μια μόλις μέρα πριν η υπηρεσία του δεν είδε απολύτως τίποτα το παράτυπο και άναψε το πράσινο φως στη λειτουργία του σφαγείου, εξανέστη λέγοντας «και θα αφήσουμε τους (ανέφερε τους κατοίκους της διπλανής πόλης) να μας πάρουν την αγορά»;

Γιατί άραγε οι Δήμοι αντιστέκονται στην υιοθέτηση προγραμμάτων μείωσης των σκουπιδιών τους, είτε με ανακύκλωση, είτε με επαναχρησιμοποίηση, είτε με κομποστοποίηση; Γιατί οι βιομηχανίες αρνούνται να δώσουν τα απόβλητά τους για περαιτέρω επεξεργασία; Γιατί οι υπηρεσίες αρνούνται να ελέγξουν ή καθορίζουν μόνες τους το ελεγκτικό πλαίσιο;

Υπάρχουν πολλές απαντήσεις στις παραπάνω ερωτήσεις αλλά καμιά δεν απαντά στη ρίζα του προβλήματος. Μπορεί κανείς να ισχυριστεί για παράδειγμα την ύπαρξη οικονομικών συμφερόντων που δεν επιθυμούν την κομποστοποίηση των οργανικών, γιατί μειώνει το ενεργειακό περιεχόμενο των σκουπιδιών (οι γνώστες θα καταλάβουν, οι υπόλοιποι το υπόσχομαι, θα ενημερωθούν στο κοντινό μέλλον). Μπορεί να επικαλεσθεί τη διακίνηση μαύρου πολιτικού χρήματος από τις βιομηχανίες προς πολιτικούς ώστε να παραβλέπονται παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Μπορεί να αναφέρει ακόμα και συγγενικές σχέσεις ανάμεσα σε ελεγκτές και ελεγχόμενους, μπορεί τέλος να μιλήσει για έναν κακώς εννοούμενο τοπικισμό και πιθανά θα έχει δίκιο σε όλα όσα αναφέρει ή θα ακουμπά μέρος της αλήθειας. Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν κάλλιστα να υπονοούνται κάτω από τη φράση: «το κάνουν επειδή μπορούν».

Μπορούμε να τα βάλουμε όμως όλα κάτω από μια ομπρέλλα και να βρούμε μια εύκολη και ενιαία λύση σε όλα; Δύσκολο. Μπορούμε όμως να βρούμε την κοινή βάση πάνω στην οποία πατάνε όλες οι παραπάνω «κακές πρακτικές» και, – ω! του θαύματος! – είναι το χρήμα. Δεν είναι κακό το χρήμα. Αν ήταν, θα το είχαμε αλλάξει μετά από τόσες χιλιάδες χρόνια δοκιμών και χρήσης. Αρκεί βέβαια να χρησιμοποιείται σωστά.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: τα περιβαλλοντικά προβλήματα τις περισσότερες φορές είναι αρκετά αφηρημένα και θεωρητικά ώστε να προβληματίσουν τους πολίτες και χωρίς συγκεκριμένο κόστος ή όφελος ώστε να κινητοποιήσουν τους πολιτικούς. Εκτός των περιπτώσεων που άπτονται θεμάτων της δημόσιας υγείας, και πάλι τότε αντιμετωπίζονται τοπικά ή πυροσβεστικά και όχι γενικά ή στη βάση τους. Το πράγμα αρχίζει να «κινείται» και να αποκτά δική του, εσωτερική δυναμική όταν σε αυτό εμπλέκεται το χρήμα, ως ζημία και ως κέρδος – άσχετο.

Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: Από τη στιγμή που επιβληθεί το πρώτο πρόστιμο σε μια ρυπαίνουσα βιομηχανία, η αντιμετώπιση της ρύπανσης αποκτά οικονομικό ενδιαφέρον και γι’ αυτόν που θέλει να διαχειριστεί τα απόβλητά του και για αυτόν που έχει τον τρόπο να το κάνει. Με έναν δηλαδή απλούστατο τρόπο, κινητοποιείται ένα οικονομικό σύστημα το οποίο χρηματοδοτεί έρευνα, ανάπτυξη, κατασκευή προϊόντων και όλων των σχετικών υπηρεσιών για την αντιμετώπιση της ρύπανσης. Η πολιτεία, θεσμοθετεί όρια ρύπων, ελέγχους και ποινές ώστε να τηρεί όσο υψηλά ποιοτικά στάνταρ επιθυμεί για το περιβάλλον και τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει «η αγορά». Αυτή είναι η «λογική σειρά των πραγμάτων». Τι συμβαίνει όμως όταν σε μια χώρα υιοθετείς τα όρια των ρύπων και τα ύψη των ποινών αλλά δεν ελέγχεις, δεν επιβάλεις πρόστιμα ή και όταν τα επιβάλεις δεν τα εισπράττεις ή είναι γελοιωδώς χαμηλά; Συμβαίνει το προφανές: το σύστημα καταρρέει και παραμένει μια μη λειτουργική καρικατούρα περιβαλλοντικής πολιτικής, ένα άνευρο και χωρίς σκελετό δαιδαλώδες συνονθύλευμα νόμων και διατάξεων  χωρίς ουσία, χωρίς αντίκρισμα που κανείς δεν σέβεται και δεν πρέπει να σέβεται.

Έτσι, αφού ο Δήμος δεν πληρώνει το πρόστιμο που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την μη διαχείριση των αποβλήτων, αφού ο Δήμος δεν επιβαρύνεται με εθνικά πρόστιμα για την κακή διαχείριση των απορριμμάτων του, αφού η βιομηχανία δεν ελέγχεται και δεν τιμωρείται για τη ρύπανση με κλιμακούμενες ποινές σε περιπτώσεις υποτροπιασμού, αφού επιτρέπεται σε διοικητικούς υπαλλήλους να ασκούν διοίκηση πέραν των αρμοδιοτήτων τους, στρεβλώνοντας τις οικονομίες με μια παρωχημένη, επικίνδυνη και σαφώς παράνομη τοπικίστικη λογική, τίποτα απολύτως δεν δουλεύει όπως θα έπρεπε να δουλεύει και κανένα περιβάλλον δεν προστατεύεται στην πράξη, παρά μόνο στα χαρτιά.

Βλέπετε, κάποια πράγματα σχεδιάστηκαν να δουλεύουν (και δουλεύουν) υπό κανονικές συνθήκες κι εμείς κανονικές συνθήκες δεν έχουμε. Η κανονικότητα επιβάλει την τήρηση κανόνων και την υπακοή σε κανόνες. Χωρίς κανόνες, κανονικές συνθήκες δεν υπάρχουν και δεν πρόκειται να υπάρξουν και χωρίς κανονικές συνθήκες, το περιβάλλον ξεχάστε το. Λυπάμαι που σας το λέω, μόνο με εκθέσεις ιδεών και με όμορφες θεωρίες, υπό κανονικές συνθήκες, τα προβλήματα δεν λύνονται.

Via : toperivallon.gr