Έγραψε μουσική για διάσημα γουέστερν χρησιμοποιώντας ήχους από δείκτες ρολογιού, ουρλιαχτά κογιότ, πυροβολισμούς και μαστίγια. Για τον Ένιο Μορικόνε κάθε νότα έχει λόγο ύπαρξης. Κι όπως λέει «δεν αντέχω τα λάθη».

O Ένιο Μορικόνε αποφεύγει τις ερωτήσεις γύρω από τα γενέθλιά του. Το μόνο που λέει δημόσια είναι ότι θα γιορτάσει σήμερα με την οικογένειά του. Ο διάσημος ιταλός συνθέτης δεν μπορεί ωστόσο να αποφύγει τις εκδηλώσεις προς τιμήν του. Εδώ και πολλά χρόνια έχει γίνει συνείδηση τόσο στους κριτικούς όσο και στο πλατύ κοινό ότι χωρίς τη μουσική του Μορικόνε πολλές ταινίες δεν θα είχαν ψυχή. Ο συνθέτης δεν ενσωμάτωσε μόνο με μοναδικό τρόπο στην μουσική επένδυση των «σπαγγέτι γουέστερν» ήχους από ουρλιαχτό κογιότ, όπλα που πυροβολούν και καλπασμούς αλόγων. Η μουσική του αποτελεί πλέον αυτόνομη τέχνη. Όποιος την ακούσει δεν χρειάζεται πια να δει την ταινία. Και, συνήθως, δεν ξεχνά πια ποτέ το βασικό μουσικό θέμα.

Το όνομα του Ένιο Μορικόνε έχει καταγραφεί στη συλλογική μνήμη των σινεφίλ, και όχι μόνο, μαζί με εκείνο του σκηνοθέτη Σέρτζιο Λεόνε, με τον οποίο πριν συνεργαστούν σε πλήθος διάσημες ταινίες, όπως «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος», «Για μια χούφτα δολάρια», «Κάποτε στη Δύση» και «Μονομαχία στο Ελ Πάσο», υπήρξαν συμμαθητές σε σχολείο της γενέτειράς τους, της Ρώμης. «Στο σχολείο δεν ήμασταν φίλοι, αλλά γίναμε αμέσως όταν συναντηθήκαμε στη δεκαετία του ΄60», έλεγε πρόσφατα σε συνέντευξή του ο θρυλικός συνθέτης.

Το Όσκαρ άργησε….

Ο Κλιντ Ίστγουντ στην ταινία «Για μια χούφτα δολάρια».

Ο Κλιντ Ίστγουντ στην ταινία «Για μια χούφτα δολάρια».

Λέγεται ότι ο Μορικόνε ήταν έξι ετών όταν συνέθεσε για πρώτη φορά μουσική. Ο πατέρας του έπαιζε τρομπέτα. Ήταν λοιπόν επόμενο ο μικρός Ένιο να ξεκινήσει την πορεία του από αυτό το όργανο. Μέσα στα επόμενα χρόνια και δεκαετίες ο Ιταλός συνέθεσε μουσική δωματίου και χορωδιακή μουσική. Όμως το πάθος του ήταν και παρέμεινε η μουσική επένδυση. Στα σχεδόν 60 χρόνια της σταδιοδρομίας του έγραψε τη μουσική για σχεδόν 450 ταινίες κορυφαίων σκηνοθετών όπως του Μπράιαν ντε Πάλμα «Οι αδιάφθοροι», του Ρόμαν Πολάνσκι «Φράντικ» ή του Τζιουζέπε Τορνατόρε «Σινεμά ο Παράδεισος», «Ο θρύλος του πιανίστα στον ωκεανό».

Παρά τις άπειρες διακρίσεις το Όσκαρ άργησε. Το 2007 ο Μορικόνε τιμήθηκε για τη συνολική προσφορά του στον κινηματογράφο. Εννέα χρόνια αργότερα ήρθε επιτέλους η κορυφαία διάκριση για τη μουσική μιας και μοναδικής ταινίας. Για την ταινία «Οι μισητοί οκτώ». Το περασμένο καλοκαίρι ο Ένιο Μορικόνε ερωτηθείς για το Όσκαρ δήλωσε ότι: «Πίστευα πάντα ότι το αξίζω. Όλοι γνώριζαν ότι το άξιζα». Παρά τις στενές του σχέσεις με γνωστούς και διάσημους σκηνοθέτες του Χόλιγουντ, δεν εγκαταστάθηκε ποτέ στις ΗΠΑ ούτε έμαθε αγγλικά. «Και από ό,τι φαίνεται, λέει αστειευόμενος, δεν πρόκειται να το κάνω τώρα στα γεράματα».

Τα τελευταία χρόνια ο Ένιο Μορικόνε σταμάτησε να συνθέτει. Εξακολουθεί ωστόσο να δίνει συναυλίες. Όταν βρίσκεται επί σκηνής και διευθύνει, πολλοί θεατές αισθάνονται σχεδόν δέος. Από την πρώτη κιόλας νότα το κοινό, που γνωρίζει απέξω και ανακατωτά τα μουσικά θέματα, εμπνέεται από τη μουσική. Ο διάσημος συνθέτης παραδέχεται πάντως ότι οι συναυλίες τού προκαλούν άγχος. Διότι, όπως λέει, δεν αντέχει τα λάθη.

dpa / Στέφανος Γεωργακόπουλος

Via : www.dw.com