Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΖΕΡΒΑ

Πολλά μπορεί να είναι τα αναγνώσματα και οι ερμηνείες του εκλογικού αποτελέσματος στο βρετανικό δημοψήφισμα. Η πραγματικότητα ωστόσο είναι αδήριτη. Οι βρετανοί πολίτες δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα ένθερμοι οπαδοί της ευρωπαικής ιδέας και των πολιτικών εμβάθυνσης της ευρωπαικής ενοποίησης. ωστόσο, παρά το γεγονός ότι το Brexit πατρονάρισαν κυρίως οι εθνικιστικές και ξενοφοβικές δυνάμεις της Βρετανίας, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί και ευθεία αντανάκλαση της κακής εικόνας που αναδύει εδώ και καιρό αυτό που αποκαλούμε Ευρωπαική Ενωση.

Γιατί, εάν το μηνύματα και οι πολιτικές της ΕΕ ήταν διαφορετικές, εάν δεν επικρατούσε απ΄άκρη σε άκρη το νεοφιλελεύθερο μοντέλο της λιτότητας και της εργασιακής απορρύθμισης, τότε ίσως κάποιοι και ίσως πολλοί στη Βρετανία, ιδίως ψηφοφόροι του Εργατικού Κόμματος, να αποφάσιζαν διαφορετικά.

Το Brexit αποτελεί λοιπόν μιά μεγάλη ήττα του ευρωπαϊκού μοντέλου όπως αυτό υπάρχει και λειτουργεί σήμερα. Eνός μοντέλου όπου έχει αποθρασυνθεί η γερμανική αλαζονεία, οι εκβιασμοί σε βάρος μικρότερων χωρών, η επιβολή του νεοφιλελεύθερου δόγματος ως θείας επιφοίτησης των αγορών από ένα γραφειοκρατικό, αποκομμένο από τη λαική βούληση και απόλυτα ελεγχόμενο από το Βερολίνο, ευρωπαϊκό διευθυντήριο.

Ισως όμως είναι και μια ευκαιρία, η τελευταία προφανώς, για να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Μια πορεία δηλαδή αναστροφής του αντιευρωπαϊκού κλίματος, βασισμένο στις αρχές της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης, όπως θα έπρεπε σε μια ένωση κρατών που θέλουν να οδηγηθούν σε μια δημοκρατική πολιτική και οικονομική ενοποίηση.

Το Brexit απελευθερώνει στο ευρωπαικό πολιτικό πεδίο ένα μεγάλο εκρηκτικό μίγμα. Για πρώτη φορά ανατρέπεται η πορεία της Ευρώπης μετά τον β΄παγκόσμιο πόλεμο.

Το Brexit βάζει μετ΄επιτάσεως στο τραπέζι των 27 πλέον κρατών-μελών, την ανάγκη για επανακαθορισμό της στάσης τους, του τρόπου σκέψη τους και φυσικά των πολιτικών που επιλέγοουν και ασκούν.

Η βρετανική απόφαση εξόδου, ή θα τερματίσει μια και καλή την γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη ή θα διαλύσει οριστικά αυτό που ξέραμε ως ΕΕ.

Γιατί, πρώτα και κύρια, η ΕΕ θα πρέπει να επανακτήσει την αξιοπιστία της. Χωρίς αυτή, δεν ε΄χει κανένα νημα να συνεχίσει να υπάρχει. Αλλά για να επανακτήσει την αξιοπιστία της, πρέπει να ενσκήψει στο πραγματικό της πρόβλημα: Την έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης πολλών αποφάσεων της, την επικυριαρχία των αγορών πάνω στη πολιτική, την εναρμόνισή της με τις ιδρυτικές της αρχές ενισχύοντας και όχι αποδομώντας το κοινωνική κράτος και την έμπρακτη αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της και την ανάπτυξη της οικονομίας της βασισμένη στον άνθρωπο και τα συμφέροντά του.

Ο πρώτος και βασικός παράγοντας σε αυτή την απαραίτητη διαδικασία, είναι η Γερμανία. Εάν απλά επιχειρήσουν να διαχειρισθούν τεχνοκρατικά και οικονομικά την βρετανική έξοδο, τότε θα έχουν όλη την ευθύνη για το τι θα ακολουθήσει.

Εαν η Γερμανία, επιθυμεί μια μεγάλη Ευρώπη, ισότιμη και δημοκρατική, θα πρέπει να το αποδείξει τώρα. Αλλιώς η στάση της οδηγεί σε μιά μικρότερη Ευρώπη, της Γερμανίας και των δορυφόρων της.

Στο εσωτερικό της Βρετανίας, το αποτέλεσμα έχει επίσης σημαντικές επιπτώσεις. Την πλήρη πολιτική αποδυνάμωση του Ντειβιντ Κάμερον, ο οποίος οδηγήθηκε υποχρεωτικά σε παραίτηση και την ενίσχυση πόλων, επικίνδυνων θεσμικά και δημοκρατικά.

Ο πρώην δήμαρχος του Λονδίνου που καρπούται πολιτικά μεγάλο μέρος του Brexit και θα είναι πιθανόν ο επόμενος πρωθυπουργός που θα οδηγήσει την Βρετανία εκτός ΕΕ, έχει χαρακτηριστικά άκρατου λαικισμού που προσομοιάζει κατά πολύ με τον Ντόναλντ Τραμπ.

Αλλά και ο εθνικιστής, ξενοφοβικός, ρατσιστής Νάιζτελ Φάρατζ, αναδεικνλύεται σε σημαντικό πλέον παράγοντα της βρετανικής πολιτικής ζωής.

Η στροφή του σώματος προς τα δεξιά και η συντηρητικοποίηση του, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο μεταναστευτικό, που η ΕΕ απέτυχε να διαχειρισθεί συνολικά.  Οι κεντρόφυγες δυνάμεις που αναπτύχθηκαν σε όλες τις ευρωπαικές χώρες, με αφορμή και την προσφυγική κρίση, οδήγησαν στην ενίσχυση των ακροδεξιών τάσεων και του ευρωσκεπτικισμού, πανευρωπαϊκά.

Τέκνα αυτής της ξενοφοβικής, περίκλειστης αντίληψης, ενός φοβικού εθνικισμού που προτιμά την αποκλεισμό ως μέσο προστασίας, είναι οι νέοι πολιτικοί αστέρες της Βρετανίας. Αλλά όπως είπαμε, αυτοί βρήκαν εύκολα πάτημα, στην έλλειψη ενός στιβαρού ευρωπαικού οράματος με μέριμνα για τους πολίτες και όχι για το κεφάλαιο.

Η εξέλιξη αυτή είναι το τελευταίο καμπανάκι κινδ’υνου για την πολιτική της ΕΕ. Η Ελλάδα θα πρέπει να μεταφέρει και να πολλαπλασιάσει την ισχύ αυτού του μηνύματος. Σε συνεννόηση και συνεργασία με άλλες χώρες και πολιτικές δυνάμεις(ο Ρέντζι ήδη ζητά επαναπροσδιορισμό των ευρωπαικών αξιών και πολιτικών), οφείλουμε να απαιτήσουμε την αλλαγή σελίδας στην ΕΕ, εδώ και τώρα.

Οποιος δεν πάρει το μήνυμα, απλά θα επιβεβαιώσει ότι είναι πολύ μικρός για να σηκώσει στις πλάτες του το ευρωπαικό εγχείρημα.Τα μεγάλα και ωραία λόγια, απλά πλέον δεν αρκούν. Οι ευρωπαίοι ηγέτες βρίσκονται μπροστά σ ένα μεγάλο ιστορικό καθήκον.

Οι αρχιτέκτονες των πολιτικών λιτότητας και της αποδόμησης της ευρωπαικής αλληλεγγύης,  οι οποίες ενίσχυσαν τους επιμέρους οικονομικούς εθνικισμούς πρέπει να απολογηθούν για τα «επιτεύγματά» τους με πρώτη και καλύτερη βέβαια, την Γερμανία και την Ανγκελα Μέρκελ, που καθοδηγούν τα νήματα.  Ομως από την μέχρι τώρα συμπεριφορά τους, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι έχουν τη δυνατότητα να συνομιλήσουν με την ιστορία.

Via : www.presspublica.gr