Ο κανονισμός που υιοθετήθηκε από τους άρχοντες της εποχής κατάφερε να συγκεράσει τις ανάγκες ντόπιων και ξένων

Όλο και περισσότερες πόλεις του πλανήτη έρχονται αντιμέτωπες με την πρόκληση της εύρεσης «χρυσής τομής» ανάμεσα στη διαχείριση των τουριστών και τις ανάγκες των μόνιμων κατοίκων τους, ειδικά όσον αφορά πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, όπως το Airbnb ισχυροποιούνται σε μέγεθος και δημοφιλία.

Οι επικριτές αυτών των δικτύων ενοικίασης κατοικιών για περιορισμένο χρόνο υποστηρίζουν πως έχουν συμβάλει στην αύξηση των τιμών των ενοικίων, την έλλειψη διαθέσιμων σπιτιών προς ενοικίαση για τους μόνιμους κατοίκους των πόλεων και τη διάσπαση των τοπικών κοινοτήτων. Κάποιες μητροπόλεις όπως το Λονδίνο, το Βερολίνο, η Βαρκελώνη και το Άμστερνταμ αντέδρασαν στην «επέλαση» του Airbnb αυξάνοντας τους φόρους στη βραχυχρόνια μίσθωση ή επιβάλλοντας κανόνες περιορισμού στο πόσα συνεχόμενα βράδια μπορεί να ενοικιαστεί μία κατοικία.

Η Βενετία, ωστόσο, βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση από τις παραπάνω, καθώς ο τοπικός της πληθυσμός έχει πέσει σε ιστορικά χαμηλό ποσοστό εδώ και αρκετούς αιώνες ενώ οι τοπικοί άρχοντες ψάχνουν τρόπους να διαχειριστούν τον μαζικό τουρισμό της πόλης. Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η περιοχή αντιμετωπίζει πρόβλημα λόγω ξένων επισκεπτών. Η Βενετία έχει μακρά ιστορία – η οποία φτάνει πίσω στην Αναγέννηση – με τη διαχείριση των θετικών και αρνητικών της μετανάστευσης και του τουρισμού.

Σταυροδρόμι εμπορίου και πολιτισμού

Τον 16ο αιώνα η Βενετία ήταν σταυροδρόμι για εμπόρους και καλλιτέχνες μεταξύ της κεντρικής Ευρώπης και της Μεσογείου. Ο πληθυσμός της αυξήθηκε από 100.000 σε περίπου 170.000 μέσα σε μόλις 50 χρόνια.

Όπως και σήμερα, έτσι και εκείνη την εποχή άνθρωποι από όλο τον τότε γνωστό κόσμο έφταναν στη Βενετία είτε ως έμποροι, είτε ως μετανάστες και πρόσφυγες, είτε ως καλλιτέχνες που ήθελαν να βρεθούν στο επίκεντρο των πολιτιστικών εξελίξων. Όμως, όλοι αυτοί έπρεπε κάπου να μείνουν.

Πολλοί Βενετσιάνοι είδαν σε αυτή τη συγκυρία ως μία μοναδική ευκαιρία για να βγάλουν λεφτά, νοικιάζοντας δωμάτια ή ένα απλό κρεβάτι μέσα στο σπίτι τους. Οι κάτοικοι της Βενετίας άνοιξαν τα σπίτια τους σε μετανάστες και ταξιδιώτες, μοιράζοντας τον χώρο τους με ανθρώπους διαφορετικών θρησκειών και γλωσσών.

Κανόνες σε αυτή την παραοικονομία

Η ραγδαία εξέλιξη αυτού του τύπου παραοικονομίας θορύβησε την κυβέρνηση της πόλης. Υπό τον φόβο εξάπλωσης ασθενειών αλλά και επίφοβων πολιτικών και θρηκευτικών ιδεών, οι αρχές θέλησαν να ελέγξουν την παρουσία ξένων στην πόλη. Εκτός αυτού, έπρεπε να ελαχιστοποιήσουν τον ανταγωνισμό για τα επίσημα καταλύματα, τα οποία ήταν επωφελής πηγή εισοδημάτων μέσω φόρων για την κυβέρνηση.

Έτσι, άρχισε μια συντονισμένη προσπάθεια οι ιδιοκτήτες που ενοικίαζαν κάποιο χώρο σε ξένους να καταβάλουν φόρους αλλά και να καταγράφουν ποιους φιλοξενούν. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ιθύνοντες θέλησαν να εξαλείψουν το φαινόμενο εντελώς, καθώς οι ταξιδιώτες και μετανάστες ήταν μια σημαντική πηγή εσόδων για την πόλη συνολικά.

Η «χρυσή τομή»

Για να επιτύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα για την πόλη, οι αρχές της Βενετίας, μεταξύ άλλων, δεν καλωσόριζαν όλους τους επισκέπτες. Υιοθέτησαν επιθετική στάση απέναντι στους «ανεπιθύμητους», όπως επαίτες και πόρνες. Επίσης, άσκησαν ιδιαίτερη πίεση ώστε θρησκευτικές μειονότητες να ζουν σε γκέτο, με πιο γνωστό το εβραϊκό.

Παράλληλα, προσπάθησαν να επενδύσουν στα οφέλη μιας ποικίλης και ευέλικτης τουριστικής βιομηχανίας που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα τόσο των ντόπιων, όσο και των επισκεπτών. Τα καταλύματα που έφεραν την απαιτούμενη άδεια είχαν κίνητρα για να ευδοκιμήσουν περαιτέρω και μαζί με τα πανδοχεία έγιναν ο κεντρικός πυρήνας των αναδυόμενων τουριστικών υποδομών της πόλης.

Ο κανονισμός που υιοθετήθηκε από τους άρχοντες της εποχής κατάφερε να συγκεράσει τις ανάγκες ντόπιων και ξένων, συμβάλλοντας στην οικονομική, πολιτιστική και πολιτική δύναμη της Βενετίας.

Via : www.ethnos.gr