του Λάκη Ιορδανόπουλου *

jordan

Είναι γνωστό ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες χρησιμοποιείται το δημοσιογραφικό προϊόν, η ειδησεογραφία, για περισσότερους από ένα ή δυο προφανείς λογούς. Έξω από την πρόσβαση στην πληροφόρηση και το νόμιμο επιχειρηματικό κέρδος που προκύπτει απ’ αυτό, έξω από τους θεσμικά από χώρα σε χώρα διαφορετικά κατοχυρωμένους στόχους και κανόνες, που φροντίζουν λίγο ως πολύ να γίνεται σεβαστό το ανθρωπινό δικαίωμα στην πληροφόρηση  και τους ηθικούς κανόνες, τους κανόνες ελεύθερης έκφρασης της γνώμης άλλα και τη δημοσιογραφική δεοντολογία που πρέπει ή μάλλον θα έπρεπε να τηρείται χωρίς εξαιρέσεις, υπάρχουν και άλλοι, πιο ιδιοτελείς λόγοι που συνθέτουν τα κίνητρα ενός σημερινού επιχειρηματία να επενδύσει σ αυτόν τον τομέα.

Είναι το κέρδος από την διαφήμιση αλλά και το κέρδος, που προκύπτει από τις διαπλεκόμενες σχέσεις των ΜΜΕ με την πολιτική. Να λοιπόν γιατί τα ιδιωτικά ΜΜΕ έχουν ένα κυρίως μέλημα: Να «βλέπουμε» και να «ακούμε» όλοι μας μόνο αυτούς: Οι πολιτικοί, οι παράγοντες, οι θεατές, ο κόσμος όλος να αντιλαμβάνονται την πολιτική και την κοινωνική πραγματικότητα μέσα από τα προγράμματα τους. Αυτά τα προγράμματα, που επιμένουν να διαμορφώνουν γνώμη χωρίς να πρέπει αναγκαστικά και να μας μορφώνουν, που μας πληροφορούν παραμορφώνοντας συχνά την πραγματικότητα έτσι ώστε αυτή να «πουλάει» τηλεθέαση και ως εκ τούτου περιορίζοντας την έμφυτη ικανότητα μας να κρίνουμε με βάση τα πραγματικά γεγονότα.

Κάπως έτσι φτάνουμε στην σημερινή απαράδεχτη κατάσταση, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στην Ελλάδα ιδιαιτέρως. Σε ένα τοπίο με αμέτρητα κανάλια και καναλάκια τοπικής και πανελλήνιας εμβέλειας, τις αναρίθμητες εφημερίδες, που δεν πουλάνε ούτε ένα φύλλο, και αναρωτιέται κάνεις από τι ζούνε και τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, εκ των οποίων οι περισσότεροι είναι της συμφοράς και λειτουργούν κάτω από τριτοκοσμικές συνθήκες.
Θα μείνω όμως στην τηλεόραση, γιατί αυτό είναι το θέμα μας αυτές τις μέρες. Σ αυτήν την τηλεόραση, που κατά γενική ομολογία αναπαράγει συχνά τον πιο κακό μας εαυτό, παρουσιαζόμενη σαν «φιλαράκος», που μας ..καταλαβαίνει, μόνο για να κερδίσει την προσοχή, την εμπιστοσύνη μας και τελικά να μας «δέσει» μπροστά στο κουτί και να περάσει τα μηνύματα της σαν αυτονόητα, από όλους αποδεχτά. Περισσότερη τηλεθέαση σημαίνει όμως και ακριβότερη τιμή διαφήμισης άρα λοιπόν και περισσότερα κέρδη.

Ενώ όμως αυτά συμβαίνουν σε πρώτο επίπεδο και, όσο υπάρχει ευτυχώς η δύναμη στο χέρι μας με το τηλεχειριστήριο, φτάνουν να είναι ως και …θεμιτά , σε δεύτερο βαθύτερο επίπεδο κινούνται οι λόγοι μια άλλης, αθέμιτης ιδιοτέλειας, που έχει γίνει και είναι από χρόνια στην Ελλάδα τουλάχιστον η αιτία πολλών δεινών.  Και είναι εκεί που μπαίνουν πια στο παιχνίδι τα γνωστά «διαπλεκόμενα» συμφέροντα, αυτά που όλοι τα επικαλούνται, όταν μιλούν για την κακοδαιμονία των ιδιωτικών ΜΜΕ άλλα κανείς δεν δείχνει να θέλει ή ακόμα και να μπορεί, μέχρι τώρα τουλάχιστον, να δώσει και να κερδίσει την αναγκαία μάχη ενάντια σ αυτούς τους κατ’ εμέ «μαυραγορίτες» της είδησης. Αυτούς που εκβιάζουν την πολιτική ανταλλάσσοντας την απειλή για δυσφημιστική «δημοσιογραφία» με παραχωρήσεις σε τομείς που αποδίδουν μεγάλα κέρδη. Στην ανάθεση δημοσίων έργων, τις αποκλειστικότητες στην εκμετάλλευση κρατικής περιουσίας κτλ.

Το γεγονός ότι τα ιδιωτικά κανάλια στην Ελλάδα μπορούσαν να λειτουργούν μέχρι τώρα χωρίς άδειες, με καθεστώς …παρανομίας δηλαδή, αποδεικνύει το πόσο μεγάλη ήταν και είναι η επιρροή τους στην πολιτική. Για να αλλάξει αυτό το καθεστώς χρειάζονται λοιπόν νόμοι, κριτήρια λειτουργίας και θεσμικά κατοχυρωμένοι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Χρειάζονται λοιπόν οικονομικές εγγυήσεις, που θα ελέγχονται τακτικά αν υφίστανται ακόμα και προϋποθέτονται έτσι ώστε να λειτουργούν οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί σαν οικονομικά υγιείς εταιρίες.
Χρειάζεται κοινωνική  παρακολούθηση και έλεγχος όχι βέβαια της πληροφορίας άλλα της αντικειμενικότητας στην προσέγγιση των θεμάτων και του σεβασμού στον κοινωνικό, πολιτικό πλουραλισμό αλλά και έλεγχος, με δημοκρατικά βέβαια κριτήρια της ψυχαγωγίας έτσι ώστε αυτή να μην μετατρέπει την τηλεόραση σε ένα σπιτικό «κολοσσιαίο τσέπης». Σε ένα «θέατρο» που ικανοποιώντας κατώτερα και κατώτατα ένστικτα αποβλέπει αποκλειστικό στην οποία ακροαματικότητα! Όλα αυτά όμως με κατεύθυνση να μεταρρυθμιστεί το τηλεοπτικό τοπίο με στόχο την καλλίτερη και κατά το δυνατόν αδέσμευτη δημοσιογραφία και ποιοτική ψυχαγωγία.

Λάθος θα ήταν όμως αν η προσπάθεια εξυγίανσης του ιδιωτικού τηλεοπτικού τοπίου και καθεστώτος λειτουργίας τους οδηγούσε από το υπάρχον άκρο της εξάρτησης της πολίτικης από τα ιδιωτικά ΜΜΕ στο άλλο άκρο της χειραγώγησης και της εξάρτησης αυτόν των ΜΜΕ από την πολιτική αυτήν την φορά. Από τον πολλές φορές μαφιόζικο τρόπο συνύπαρξης που ισχύει τώρα δηλαδή σε ένα καθεστώς λειτουργίας τύπου …Βόρειας Κορέας. Εκεί έχω τους ενδοιασμούς μου όσον αφορά στη – μελλοντική όπως ανακοινώθηκε – χορήγηση τηλεοπτικών αδειών από το Υπουργείο ΜΟΝΟ ΣΕ ΤΕΣΣΑΡΑ καναλια πανελλαδικής εμβέλειας

Θα πρότεινα λοιπόν την αναθεώρηση αυτής της μελλοντικής εξέλιξης και αντ’ αυτής την θέσπιση κριτηρίων τόσων οικονομικών όσον και τηλεοπτικής δεοντολογίας, τα οποία θα διατυπωθούν και θα ελέγχονται κατόπιν από ανεξάρτητη (διακομματική) αρχή (ένα μελλοντικό ΕΣΡ) από την μια και το ελεύθερο καθεστώς λειτουργίας τόσων σταθμών όσους ρυθμίζει η ίδια η αγορά με την προτίμηση ή όχι του τηλεοπτικού κοινού.
Μια άλλη απ αυτήν την ρύθμιση, θα βάλει σε κίνδυνο την δημοκρατική λειτουργιά των ιδιωτικών ΜΜΕ και θα μετατρέψει μια αναγκαία μεταρρύθμιση σε έναν ακόμη αντιδεοντολογικό και ανελεύθερο «κορσέ» !

Υ.Γ: Το γεγονός ότι σ αυτό τα άρθρο δεν αναφέρομαι στην δημοσιά τηλεόραση  είναι γιατί εκεί το καθεστώς λειτουργίας της και οι υπαρκτοί κίνδυνοι χειραγώγησης της υπακούουν σε άλλου είδους εξαρτίσεις και ως εκ τούτου σε άλλους κανόνες. Ελπίζω στο μέλλον να μου δοθεί η ευκαιρία να γράψω και γι αυτό το θέμα.

(To κείμενο δημοσιεύτηκε την Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016)

*Ο Λάκης Ιορδανόπουλος είναι δημοσιογράφος της αυστριακής δημόσιας τηλεόρασης, που ζει και εργάζεται στην Αυστρία

Via : www.e-path.grl