Πολλές κυβερνήσεις είναι αντίθετες ως προς την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.  Για οικονομικό και πολιτικό λάθος προειδοποιεί η Γαλλία, ενώ η Γερμανία επιμένει στην καθολική εφαρμογή αυστηρών κανόνων.

Καθώς η ΕΕ προχωρά να επιβάλει εκ νέου τους κανόνες για τη μείωση του χρέους και του ελλείμματος – που είχαν ανασταλεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας – η μεταρρύθμιση φέρνει αναβρασμό μεταξύ των χωρών.

«Χρειαζόμαστε κοινούς κανόνες που να είναι ίδιοι για όλους», είπε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ την περασμένη Παρασκευή πριν από τη συνάντηση των ομολόγων του στην ΕΕ στο Λουξεμβούργο. «Χρειαζόμαστε μια αξιόπιστη οδό για τη μείωση των ελλειμμάτων και επίσης για τη μείωση των επιπέδων χρέους συνολικά». Πρόσθεσε ότι η Γερμανία δεν είναι «η μόνη» που έχει αυτές τις ανησυχίες για τις προτάσεις της Επιτροπής.

Η στάση της Γαλλίας είναι εντελώς αντίθετη. «Το πραγματικό σημείο διαφωνίας είναι αν πρέπει να υπάρχουν αυτόματοι, ενιαίοι κανόνες στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης», δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρούνο Λεμέρ, πριν από τη συνάντηση. «Η απάντησή μας είναι σαφώς όχι, γιατί πιστεύουμε ότι αυτό θα ήταν οικονομικό και πολιτικό λάθος».

Με τη Γερμανία, οι υπουργοί Οικονομικών της Αυστρίας, της Βουλγαρίας, της Κροατίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δανίας, της Εσθονίας, της Λιθουανίας, της Λετονίας, του Λουξεμβούργου και της Σλοβενίας υπέγραψαν αυτή την εβδομάδα επιστολή υπέρ κοινών ποσοτικών στόχων μείωσης του χρέους. Η Φινλανδία, η Ιρλανδία, οι Κάτω Χώρες, η Σλοβακία και η Σουηδία υποστηρίζουν επίσης την ιδέα μιας ισχυρότερης προσέγγισης βασισμένης σε κανόνες.

Από την άλλη πλευρά, η Ιταλία υποστηρίζει τη θέση της Γαλλίας. «Είναι σημαντικό να δοθεί επαρκής προσοχή στις δημόσιες επενδύσεις», είπε ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Τζιανκάρλο Τζορτζέτι, προσθέτοντας ότι η χώρα του θα ήθελε να δοθεί «ιδιαίτερη προσοχή» στις πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις που πραγματοποιούνται μέσω του ταμείου ανάκαμψης της ΕΕ μετά την πανδημία — του οποίου είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος.

Η Ισπανία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία υποστηρίζουν την πρόταση της Επιτροπής.

Πηγή : https://thepressproject.gr