Πώς γιόρταζαν τα Χριστούγεννα οι Αθηναίοι την περίοδο της γερμανικής Κατοχής και ποιες συνήθεις “υιοθέτησαν” ώστε να καταφέρουν να επιβιώσουν.

Η ζωή των Αθηναίων τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, την περίοδο της γερμανικής Κατοχής, 1941-1944, πέρασε χωρίς μεγάλες διαφοροποιήσεις από τις υπόλοιπες ημέρες.

Οι Αθηναίοι και τα Χριστούγεννα καλούνταν να επιβιώσουν ως μία άλλη καθημερινή ημέρα, σχεδόν. Οι συνταγές της πείνας τούς οδήγησαν σε νέες συνήθειες. Να μην πετάνε τα κουκούτσια, κάπου θα χρησιμεύσουν, να μην πετάνε τις κλωστές από τα φασολάκια, τρώγονται και αυτές, αν δεν υπάρχει ζάχαρη, δεν πειράζει, να βράζουν σταφίδες ή σύκα και έχουν κάτι γλυκό.

Τρία Χριστούγεννα γιόρτασαν οι Αθηναίοι με γερμανική κατοχή. Ο Δεκέμβριος του 1941 είχε σκορπίσει θανατικό στα σπίτια. Το ίδιο και το 1942 και το 1943 που ήταν χρονιές των μπλόκων με τους κουκουλοφόρους, των εκτελέσεων στο σκοπευτήριο της Καισαριανής, των συλλήψεων, των βασανιστηρίων.

Παρ΄ όλη τη θλιβερή αυτή ατμόσφαιρα οι Αθηναίοι έκαναν προσπάθειες να γίνουν ξεχωριστές οι γιορτινές ημέρες. Λίγο διαφορετικά βέβαια, αλλά τις γιόρταζαν. Έκαναν επισκέψεις σε φίλους με δώρο μία χούφτα φουντούκια ή αμύγδαλα ή κάποιο άλλο τρόφιμο. Στην προσπάθειά τους να επιζήσουν, δεν έπαψαν να ζουν. Και σε γιορτές πήγαιναν, και σε θέατρο, και σε κινηματογράφο. Έδειξαν αντοχή και σθένος.

Οι ελλείψεις των τροφίμων που οδηγούσαν στην πείνα και την έλλειψη βιταμινών γέννησαν τις συνταγές χωρίς… υλικά. Η μαγειρική των περιστάσεων, λοιπόν, ήταν το κύριο θέμα του Αθηναίου και στις γιορτές. Συνταγές επιβίωσης δημοσίευαν σχεδόν καθημερινά οι εφημερίδες για να τους βοηθήσουν να αλλάξουν διατροφικές συνήθειες και να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Οι πατατοφλουδοκεφτέδες μαγειρεύονταν από τις φλούδες της πατάτας, δεν τις πετούσαν, τις άλεθαν, πρόσθεταν και όποιο άλλο λαχανικό ήταν εύκαιρο, το έπλαθαν και να ο κεφτές για το τηγάνι ή τον φούρνο. Το ίδιο και με τις φλούδες των μήλων. Τις έπλεναν, τις έβραζαν και το σιρόπι ήταν για σερβίρισμα. Αν μάλιστα έβαζαν στη βράση και σταφίδες ή σύκα τότε τα παιδιά θα… ξετρελαίνονταν!

Έτρωγαν πατάτα αντί για ψωμί και λούπινα αντί για κρέας, μαζεύαν τα ψίχουλα από το τραπέζι και σε μία εβδομάδα είχαν ικανή ποσότητα ψωμιού! Δεν πετούσαν τα λιωμένα, μαραμένα φρούτα, γίνονταν μαρμελάδα με σταφυλοζάχαρο!

Ανταλλακτική οικονομία

Στην κατοχική Αθήνα το μόνο που είχε ανταλλακτική αξία, ήταν το κάθε είδους τρόφιμο. Έτσι οι Αθηναίοι μάθαιναν ότι για να ράψουν ένα κουστούμι μπορούσαν να πληρώσουν και με τρόφιμα. Μία επιγραφή οίκου ραπτικής αναφέρει τα εξής:

«Ταγιέρ: 5 οκάδες φασόλια ή 4 οκάδες λάδι. Φόρεμα απλό: 3 οκάδες φασόλια ή 2 οκάδες λάδι».
Στη βιτρίνα καταστήματος πωλούνταν μία ραπτομηχανή έναντι 6.000 δραμιών ή δύο οκάδων λάδι.

Το κέντρο της Αθήνας, δηλαδή η οδός Αθηνάς, έχει γίνει μία μεγάλη υπαίθρια αγορά που βασιζόταν στο νόμο της ανταλλαγής. Ό,τι είχε ο καθένας το πήγαινε εκεί και προσπαθούσε να το ανταλλάξει με κάτι που χρειαζόταν και δεν το είχε. Παλιά αντικείμενα, ρούχα και παπούτσια ανταλλάσσονταν με τα πιο απίθανα πράγματα. Κάποιος αντάλλαξε ένα ζευγάρι παπούτσια με αλάτι ή ποτάσα, ένας άλλος αντάλλαξε ένα γραμμόφωνο με λάδι και κάποιος άλλος πρόσφερε τσιγάρα για λίγο ψωμί. Πωλούσαν ή αγόραζαν τεντζερέδες, γραμμόφωνα, κουβέρτες, παλιά νομίσματα, χαλιά, σόλες φτιαγμένες από ρόδες αυτοκινήτων, κούνιες μωρών κ.λπ.

Στα πεζοδρόμια της οδού Αθηνάς μέχρι και την κεντρική αγορά υπήρχαν ατελείωτες σειρές από φουφούδες, μικρές και μεγάλες, τηγάνια και τηγανάκια, σχάρες και άλλα σύνεργα, πιάτα και ό,τι άλλο χρειαζόταν ο υποψήφιος πωλητής, αμφιβόλου ποιότητας, μαγειρευτού φαγητού.

Το κέντρο γέμιζε με κόσμο που πούλαγε και αγόραζε.

Μαύρα κουφέτα στους γάμους

Οι γάμοι που γίνονταν στις εκκλησίες δεν είχαν κανονικές μπουμπουνιέρες. Και αυτό γιατί τα κουφέτα ήταν πανάκριβα, αν μπορούσε να τα βρει, βέβαια, κανείς. Πιο συνηθισμένο ήταν να μοιράζουν… μαύρα κουφέτα φτιαγμένα από “καμένη” ζάχαρη.

Παπούτσια

Στους Αθηναίους προστίθεται ένα επιπλέον σοβαρό πρόβλημα. Αυτό των παπουτσιών. Στις εφημερίδες αναφέρεται πως οι γυναίκες στα παπούτσια τους αντί για σόλα, βάζουν ξύλο. Οι σόλες, κυρίως, λιώνουν και η επισκευή τους κοστίζει τόσο ακριβά που τους είναι αδύνατο να τις φτιάξουν.

Οι Αθηναίοι επιδιορθώνουν τα παπούτσια τους σε πωλητές πετάλων, οι οποίοι έχουν γίνει τόσο ακριβοί που είναι απλησίαστοι για τον περισσότερο κόσμο. Μερικοί από αυτούς πωλούν και κομμάτια δέρματος για να γίνουν επιδιορθώσεις στα τακούνια.

Η ανάγκη κάνει τους Αθηναίους να εφευρίσκουν… παπούτσια, έτσι κάνουν την εμφάνισή τους σχοινένια και ξύλινα παπούτσια. Τα σχοινένια και ξύλινα παπούτσια εμφανίστηκαν, εξ’ ανάγκης, στην Κατοχή και έκτοτε πήραν τη θέση τους -με τις αναγκαίες παραλλαγές φυσικά- στην ποικιλία παπουτσιών μέχρι την εποχή μας.

Αντιστοιχία μισθού με τιμές προϊόντων

Και ενώ η τροφή ήταν η μόνιμη σκέψη τους, οι μισθοί τους δεν έφταναν ούτε για την πρώτη εβδομάδα, λόγω του πληθωρισμού και της ακρίβειας.

Έτσι τον Φεβρουάριο του 1943 δημοσιεύεται ο ανώτερος και ο κατώτερος μισθός ενός ιδιωτικού υπαλλήλου.

Ένας υπάλληλος την Αθήνα πληρωνόταν, σύμφωνα με την ανακοίνωση των εφημερίδων, από 35.000 έως 115.000 δραχμές. Η αντιστοιχία αυτών των μισθών με προϊόντα αυτής της περιόδου καταδεικνύει ότι ούτε ο ανώτερος μισθός ήταν αρκετός για να ζήσει ένας Αθηναίος.

Σύμφωνα με τα στοιχεία των γερμανικών υπηρεσιών, στις αρχές του καλοκαιριού του 1943, οι τιμές είχαν ξεπεράσει κατά 1.000 φορές το προπολεμικό επίπεδο, ενώ οι μισθοί και τα ημερομίσθια είχαν ανέβει, ανάλογα με την κατηγορία των μισθωτών από 25 ως 150 φορές και παρέμεναν έτσι κάτω από το βιοτικό ελάχιστο.

Σημείωση:

1.Οι ενδεικτικές συνταγές από την περίοδο της Κατοχής δεν συστήνονται για σημερινή εφαρμογή.

2.Η οκά ήταν οθωμανική μονάδα μέτρησης της μάζας που επίσημα καταργήθηκε το 1959. Μία οκά ήταν ίση με 1.280 γραμμάρια.

Πηγή: Ελένη Νικολαΐδου, Η ζωή στην Αθήνα την περίοδο της Κατοχής. Οι συνταγές της πείνας, εκδόσεις ΚΨΜ

Πηγή : https://www.news247.gr