untitled 2
Επιβαρυμένη είναι η ατμόσφαιρα της Αττικής και της Θεσσαλονίκης τις τελευταίες εβδομάδες εξαιτίας της θεαματικής αύξησης της λειτουργίας τζακιών. Από τις απογευματινές ώρες περιοχές ολόκληρες καλύπτονται με κάπνα από σωματίδια διαφόρων διαμετρημάτων (PM 1, P 2,5 κ.λπ.), που είναι εισπνεύσιμα αλλά και μεγαλύτερα αφού οι καύσεις στα τζάκια είναι χαμηλής ενεργειακής απόδοσης.
Το νέφος από τα τζάκια γίνεται περισσότερο ορατό και αισθητό επειδή τα σωματίδια που το προκαλούν συνιστούν πυρήνες συμπύκνωσης. Πάνω τους, δηλαδή, προσκολλώνται υδρατμοί και ο όγκος τους αυξάνεται, ενώ οι χαμηλής εντάσεως άνεμοι που έπνεαν τις τελευταίες ημέρες ευνόησαν τη συσσώρευση του νέφους πάνω από τον νομό σε σχετικά μικρό μάλιστα ύψος πάνω από το έδαφος.
Η εμφάνιση του νέφους απασχολεί σοβαρά τους επιστήμονες και ήδη τις επόμενες ημέρες αναμένεται να αρχίσει μια μεγάλη έρευνα με τη συνεργασία διαφόρων επιστημονικών φορέων, όπως το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, ο Δημόκριτος, το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Πολυτεχνείο. Στόχος είναι, όπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Βαγγέλης Γερασόπουλος που είναι διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Ερευνών και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Αστεροσκοπείου, «να διαπιστώσουμε εκτός από τα επίπεδα των συγκεντρώσεών του και την κατανομή του στον αττικό ουρανό, τη χημική του σύσταση ώστε να γνωρίζουμε για τι ακριβώς πρόκειται».
Γεγονός είναι ότι κανείς ειδικός δεν μπορεί να προδικάσει αν και πόσο βλαβερό είναι το νέου τύπου νέφος που εδραιώθηκε, ειδικά στην Αττική τους δύο τελευταίους χειμώνες. Και μπορεί, όπως λέει στα «ΝΕΑ» ο αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ Γιάννης Ζιώμας, τα στοιχεία μετρήσεων του υπουργείου Περιβάλλοντος να μη δείχνουν τις συγκεντρώσεις σωματιδίων σε υπερβολικά μεγάλες τιμές, το γεγονός ωστόσο ότι η κάπνα διαχέεται σε μεγάλο βαθμό και σε ύψος 100 μέτρων από το έδαφος αποτελεί ανησυχητικό παράγοντα.
Οι ενώσεις άνθρακα που απελευθερώνονται από τις καύσεις στα τζάκια και στις ξυλόσομπες, εγκλωβίζονται μέχρι και τις πρώτες πρωινές ώρες σε υψόμετρο 500 – 1000 εξαιτίας του φαινομένου της θερμοκρασιακής αναστροφής στην ατμόσφαιρα: στρώματα αέρα με διαφορετική θερμοκρασία δημιουργούν ένα «ταβάνι» που εμποδίζει τη διαφυγή των ρύπων. Τα σωματίδια ρύπων με πολύ μικρή διάμετρο που είναι εισπνεύσιμα ενοχοποιούνται για την πρόκληση βλαβών στο καρδιογγειοαναπνευστικό σύστημα.
Χαρακτηριστικό πάντως είναι το γεγονός ότι από το 2009 και ύστερα, όταν εμφανίστηκε η οικονομική κρίση, η συσσώρευση ρύπων στον ουρανό της Αττικής άρχισε να μειώνεται. Αυτό οφείλεται στην ελάττωση του κυκλοφοριακού φόρτου και των εκλυόμενων από τις εξατμίσεις ρύπων, στην ελάττωση της βιομηχανικής, εργοστασιακής παραγωγής αλλά και στους καυστήρες πολυκατοικιών που λειτουργούν πλέον λιγότερο.
Ο ρυθμός μείωσης ρύπων όπως το οξείδιο του αζώτου και το διοξείδιο του θείου επιταχύνθηκε από 4 μέχρι 8 φορές, σύμφωνα με τους ειδικούς από το Αστεροσκοπείο.