Ο Νοάμ Τσόμσκι είναι ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους, αναλυτές και γλωσσολόγους του αιώνα που διανύουμε και, φυσικά, του προηγούμενου. Στα 90 του παραμένει ακμαίος, εγκατέλειψε το MIT μετά από 60 χρόνια διδασκαλίας και ζει στην Αριζόνα στα όρια της ερήμου.

Κάθε παρέμβασή του στο δημόσιο διάλογο έχει τη δική της σημασία και ο σπουδαίος διανοητής μας προσφέρει για ακόμη μία φορά μια εκ βαθέων ανάλυση των καιρών που ζούμε.

Η ισπανική El Pais τον βρήκε στο τμήμα Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα και τον ρώτησε για το εάν ζούμε σε περίοδο απογοήτευσης.

«Πριν από 40 χρόνια», λέει ο Τσόμσκι, «ο νεοφιλελευθερισμός, υπό την ηγεσία του Ρέιγκαν και της Θάτσερ εξαπέλυσε επίθεση στον κόσμο. Και αυτό είχε αποτέλεσμα. Η τεράστια συγκέντρωση πλούτου σε ιδιωτικά χέρια συνοδεύτηκε από μια απώλεια ισχύος στον πληθυσμό. Οι άνθρωποι οδηγήθηκαν σε μια επισφαλή ζωή με χειρότερες θέσεις εργασίας. Το αποτέλεσμα είναι ένα μίγμα θυμού, φόβου και απόδρασης. Δεν εμπιστεύονται πλέον ούτε τα ίδια τα γεγονότα. Μερικοί το ονομάζουν λαϊκισμό, αλλά αυτή η πραγματικότητα αποκρύπτεται από τους θεσμούς. Η απογοήτευση από τις θεσμικές δομές έχει οδηγήσει σε ένα σημείο όπου οι άνθρωποι δεν πιστεύουν πλέον στα ίδια τα γεγονότα. Εάν δεν εμπιστεύεστε κανέναν, γιατί πρέπει να εμπιστευτείτε τα γεγονότα; Αν κανείς δεν κάνει τίποτα για μένα, γιατί να πιστεύω σε κάποιον;».

Ο Αμερικανός διανοητής εκτιμά ότι η πλειοψηφία των ΜΜΕ εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Τραμπ δηλώνοντας «Παρακολουθήστε την τηλεόραση και τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Δεν υπάρχει τίποτα παρά ο Τραμπ, ο Τραμπ και ο Τραμπ. Τα μέσα ενημέρωσης έχουν πέσει θύματα στη στρατηγική που σχεδίασε ο Τραμπ. Κάθε μέρα τους δίνει ένα κίνητρο ή ένα ψέμα για να βρεθεί στο επίκεντρο και να καταλάβει το κέντρο της προσοχής. Εν τω μεταξύ, η άγρια πλευρά των Ρεπουμπλικάνων αναπτύσσει την άκρα δεξιά πολιτική της, μειώνοντας τα δικαιώματα των εργαζομένων και εγκαταλείποντας την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η οποία είναι ακριβώς αυτή που μπορεί να τελειώσει όλους μας».

«Βλέπετε τον Τραμπ ως κίνδυνο για τη δημοκρατία;» ρωτάει ο δημοσιογράφος της El Pais και ο Τόμσκι συμφωνεί. «Έχει συνειδητά και σκόπιμα απελευθερώσει ένα κύμα ρατσισμού, ξενοφοβίας και σεξισμού που ήταν σε αδράνεια, αλλά κανείς δεν είχε νομιμοποιήσει», λέει συνεχίζοντας «Ο Τραμπ είναι ένας δημαγωγός και showman που ξέρει πώς να κρατήσει τη βάση λατρείας του ενεργή. Προς όφελός του, παίζει επίσης το γεγονός ότι οι Δημοκρατικοί είναι σε σύγχυση και δεν είναι σε θέση να παρουσιάσουν ένα πειστικό πρόγραμμα».

Ο Τσόμσκι δηλώνει οπαδός του Δημοκρατικού Γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς. «Είναι ένας αξιοπρεπής άνθρωπος. Χρησιμοποιεί σοσιαλιστική ορολογία, αλλά σε αυτό σημαίνει μια νέα δημοκρατική συμφωνία. Οι προτάσεις του, στην πραγματικότητα, δεν θα ήταν παράξενες για τον πρόεδρο Αϊζενχάουερ [ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος από το 1953 έως το 1961]. Η επιτυχία του, περισσότερο από αυτή του Tραμπ, ήταν η πραγματική έκπληξη στις εκλογές του 2016. Για πρώτη φορά εδώ και έναν αιώνα υπήρχε κάποιος που επρόκειτο να είναι υποψήφιος πρόεδρος χωρίς την υποστήριξη των εταιριών ή των μέσων ενημέρωσης, αλλά μόνο με τη λαϊκή υποστήριξη».

Δεξιά μετατόπιση της πολιτικής ελίτ

Ο Τσόμσκι λέει ότι στην ελίτ του πολιτικού φάσματος έχει καταγραφεί μιά μετατόπιση προς τα δεξιά, αλλά όχι στον πληθυσμό. Από τη δεκαετία του 80 υπάρχει χάσμα ανάμεσα στο τι θέλουν οι άνθρωποι και τι οι πολιτικοί. Είναι εύκολο να το δούμε αυτό στην περίπτωση των φόρων. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι περισσότεροι θέλουν υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους. Αλλά αυτό δεν γίνεται ποτέ. Ενάντια σε αυτό έχει προωθηθεί η ιδέα ότι η μείωση των φόρων φέρνει πλεονεκτήματα για όλους και ότι το κράτος είναι ο εχθρός. Αλλά ποιος ωφελείται από τη μείωση των νοσοκομείων, του καθαρού νερού ακόμη και του καθαρού αναπνευστικού αέρα;»

Όπως λέει ο Τσόμσκι, «ο νεοφιλελευθερισμός υπάρχει, αλλά μόνο για τους φτωχούς. Η ελεύθερη αγορά είναι για τους πολύ πλούσιους, όχι για εμάς. Αυτή είναι η ιστορία του καπιταλισμού. Οι μεγάλες εταιρίες έχουν ξεκινήσει έναν ταξικό αγώνα. Οι αρχές της ελεύθερης αγοράς είναι εξαιρετικά χρήσιμες για τους φτωχούς, αλλά οι πολύ πλούσιοι προστατεύονται. Οι μεγάλες βιομηχανίες ενέργειας, για παράδειγμα, λαμβάνουν επιδοτήσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Τελικά όμως, οι φόροι χρησιμεύουν για την επιδότηση αυτών των οντοτήτων και μαζί τους για την ενίσχυση των πλουσίων και των ισχυρών. Αλλά μας λένε επιπλέον ότι το κράτος είναι το πρόβλημα και το πεδίο δράσης του πρέπει να μειωθεί. Και τι συμβαίνει; Ο χώρος του κράτους καταλαμβάνεται από την ιδιωτική εξουσία και η τυραννία των μεγάλων οντοτήτων αυξάνεται».

«Και ο Όργουελ θα είχε εκπλαγεί»

«Ακόμη και ο Όργουελ θα είχε εκπλαγεί σήμερα», λέει. «Ζούμε τη φαντασίωση ότι η αγορά είναι θαυμάσια γιατί μας λένε ότι αποτελείται από ενημερωμένους καταναλωτές που λαμβάνουν ορθολογικές αποφάσεις. Αλλά απλά βάλτε την τηλεόραση και δείτε τις διαφημίσεις: προσπαθούν να ενημερώσουν τον καταναλωτή για να πάρει λογικές αποφάσεις; Ή προσπαθουν να τον εξαπατήσουν; Προσπαθούν στην πράξη να υπονομεύσουν την αγορά. Οι επιχειρήσεις δεν θέλουν ελεύθερες αγορές, θέλουν δεσμευμένες αγορές. Διαφορετικά, θα καταρρεύσουν».

-«Και σε αυτή την περίπτωση, η κοινωνική απάντηση δεν είναι πολύ αδύναμη;», ρωτάει ο δημοσιογράφος.

-«Υπάρχουν πολλά δημοφιλή κινήματα πολύ δραστήρια, αλλά δεν τους δίνεται προσοχή γιατί οι ελίτ δεν θέλουν να δεχτούν το γεγονός ότι η δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει. Αυτό είναι επικίνδυνο γι ‘αυτούς. Μπορεί να απειλήσει τη δύναμή της. Αυτό που θέλουν είναι να επιβάλουν ένα όραμα που λέει ότι το κράτος είναι ο εχθρός σας και ότι πρέπει να κάνετε ό,τι μπορείτε μόνοι σας … Φυσικά υπάρχει ελπίδα. Υπάρχουν ακόμη λαϊκα κινήματα, άνθρωποι πρόθυμοι να αγωνιστούν … Οι ευκαιρίες υπάρχουν, το ερώτημα είναι αν είμαστε σε θέση να τις αδράξουμε».

Via : www.efsyn.gr