ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΟΥΡΤΑΛΗ

Μία σημαντική διαφορά της Ελλάδας με τις υπόλοιπες χώρες που βρέθηκαν σε πρόγραμμα και η οποία θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην πορεία της στις αγορές είναι ο «παράγοντας Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα».

Οι υπόλοιπες χώρες που βγήκαν από τα μνημόνια και επέστρεψαν στις αγορές είχαν τη στήριξη της εξαιρετικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία συμπεριελάμβανε ιστορικά χαμηλά επιτόκια αλλά και αγορές στοιχείων ενεργητικού. Τα spreads τους σημείωσαν σημαντική πτώση τους μήνες μετά την έξοδο, χάρη στη στήριξη που παρείχε ο Μάριο Ντράγκι.

Ωστόσο, για την Ελλάδα, το περιβάλλον δεν θα είναι το ίδιο. Αν και η πολιτική της ΕΚΤ παραμένει ακόμη διευκολυντική, η Ελλάδα θα βγει από το πρόγραμμα σε μια περίοδο που στον ορίζοντα θα βρίσκεται η σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής. Για τις άλλες χώρες στον ορίζοντα υπήρχε η περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας.

Αυτό, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο σε ό,τι αφορά τις συνθήκες με τις οποίες θα βρεθεί αντιμέτωπη η Ελλάδα κατά την έξοδό της, όπου το κόστος δανεισμού θα είναι σημαντικά αυξημένο.

Το επικρατέστερο σενάριο είναι ότι η ΕΚΤ θα δώσει τέλος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), το οποίο και στήριξε τις αγορές ομολόγων της ευρωπεριφέρειας για περίπου τέσσερα χρόνια, στα τέλη του 2018, και σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές θα ξεκινήσει τον κύκλο αύξησης των επιτοκίων στο β΄ εξάμηνο του 2019, ένα χρόνο δηλαδή μετά την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα. Η Ελλάδα, αν και δεν συμμετείχε στο QE, ωστόσο είναι σίγουρο ότι θα παρασυρθεί και αυτή από την αύξηση που θα σημειώσουν οι αποδόσεις των ομολόγων στην Ευρωζώνη και ειδικά της ευρωπεριφέρειας και δεν θα μείνει απρόσβλητη από τον κύκλο σύσφιγξης της πολιτικής που είναι πιθανό να έλθει στα πρώτα χρόνια της επόμενης δεκαετίας και σε αυτή τη συγκεκριμένη περίοδο, όπως προειδοποιεί η Goldman Sachs, το πρόγραμμα αποπληρωμών της Ελλάδας είναι βαρύ. Αυτό πάντως που πρέπει να επισημανθεί, είναι ότι η καθαρή έξοδος της Ελλάδας δεν μπορεί να συγκριθεί με την καθαρή έξοδο που ακολούθησαν οι τρεις χώρες.

Σε αντίθεση με τον χαλαρό βαθμό αξιολογήσεων στη μεταμνημονιακή περίοδο της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας και της Κύπρου, η Ελλάδα θα βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, ανάλογης με αυτήν που υπάρχει στους «κανόνες» της προληπτικής πιστωτικής γραμμής.
Η ενισχυμένη εποπτεία σημαίνει, με βάση τους κανόνες της Ευρωζώνης, ότι η Ελλάδα συνεχίζει να αποτελεί εστία κινδύνου για την Ε.Ε., έχει αξιολογήσεις ανά τρίμηνο, επιτρέπει στους δανειστές να διεξάγουν stress tests στις τράπεζες και να υποβάλλουν πολιτικές συστάσεις στην ελληνική κυβέρνηση όποτε και εάν το θεωρούν αναγκαίο εμπλέκει το ΔΝΤ, και περιλαμβάνει νέα μέτρα, αν και όταν οι δανειστές το αποφασίσουν.

Ωστόσο, αυτός είναι ο βαθμός εποπτείας που φαίνεται να ζητάει η αγορά σε σχέση με την Ελλάδα, αφού σύμφωνα και με τους οίκους αξιολόγησης αυτό που έχει σημασία για την περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και θα φέρει τα ελληνικά ομόλογα όλο και πιο κοντά στην κατηγορία του «επενδυτικού βαθμού» είναι να υπάρχουν όροι και προϋποθέσεις ώστε οι ελληνικές αρχές να παραμείνουν αφοσιωμένες στις δημοσιονομικές πολιτικές και στη μεταρρυθμιστική πορεία.

Via : www.kathimerini.gr