Κοιτάζοντας πίσω, τον 20ό αιώνα, μπορεί κάποιος να αισθανθεί τα συναισθήματα του Τσαρλς Ντίκενς όταν αποτιμούσε το αιματηρό τέλος του 18ου αιώνα στην «Ιστορία δύο πόλεων». Ο Ντίκενς ξεκινούσε με τα ακόλουθα: «Ηταν τα καλύτερα αλλά και τα χειρότερα χρόνια, ήταν η εποχή της σοφίας, ήταν η εποχή της απρονοησίας, ήταν η περίοδος της πίστης, η περίοδος της δυσπιστίας, ήταν η εποχή του Φωτός, ήταν η εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας, ήταν ο χειμώνας της απελπισίας…».

Το μακρινό 1918 η Ευρώπη μετρούσε πληγές του Α’ Παγκοσμίου. Τα θύματα έφταναν περί τα 9 εκατομμύρια στρατιώτες∙ μαζί με τους άμαχους ξεπερνούσαν τα 20 εκατομμύρια. Αρκετά από όλα όσα συνέβησαν στο χάραμα του 20ού είχαν ήδη εκδηλωθεί στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Η κυριαρχία του καπιταλισμού laissez-faire, η Β’ βιομηχανική επανάσταση, η Μπελ Επόκ, αλλά και οι περιφερειακές εξεγέρσεις, οι εθνικιστικές και κοινωνικές συγκρούσεις, ο εξτρεμισμός, ο πρωτο-φασισμός, η κομμουνιστική ιδεολογία γεννήθηκαν σ’ εκείνη τη φάση.

Πάντως, το 1918, η πανίσχυρη Ευρώπη έβγαινε καταχρεωμένη, με τη συνολική παραγωγή της στο μισό (σε σχέση με τα προπολεμικά επίπεδα), με κλονισμένη τη δημοσιονομική κατάσταση των κρατών της, ανοίγοντας τον δρόμο, κυρίως, στις ΗΠΑ ή στη νεοανερχόμενη τότε Ιαπωνία.

Το 1914, κανείς δεν προέβλεπε ότι θα κατέρρεαν τέσσερις ισχυρές αυτοκρατορίες∙ ότι θ’ άλλαζε ο χάρτης της Ευρώπης. Οπως σημείωνε ο Xομπσμπάουμ, ακόμα και τον Ιούλιο του 1914, όταν η Αυστρία ήταν σε πόλεμο με τη Σερβία, οι σοσιαλιστές ηγέτες νόμιζαν ότι δεν θα γινόταν πόλεμος και ότι σίγουρα θα βρισκόταν κάποια ειρηνική λύση στην κρίση. «Εγώ προσωπικά», δήλωνε στις 29 Ιουλίου ο Bίκτορ Αντλερ, ο σημαντικότερος Αυστριακός μαρξιστής, «δεν πιστεύω ότι θα γίνει ένας γενικευμένος πόλεμος». Λίγες μέρες μετά, οι Μεγάλες Δυνάμεις έριχναν στον πόλεμο 19 εκατομμύρια στρατιώτες.

Ποιες θα είναι οι ημέρες για το 2018; Ο,τι μας κληροδότησε το τέλος του 20ού αιώνα. Η παγκοσμιοποίηση, η απορρύθμιση, ο καπιταλισμός-καζίνο και η τραπεζική κερδοσκοπία προκάλεσαν οδυνηρές αντιδράσεις το 2007-08, με τη σοβαρότερη Μεγάλη Υφεση να συνεχίζεται σήμερα στην κουρασμένη Ευρώπη.

Θα θυμόμαστε το 2017 ως χαμένη χρονιά με αντιφάσεις, με επιτάχυνση της άνεργης ανάπτυξης, πολιτικό κατακερματισμό, πόλωση και ένταση, τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο. Οι προκλήσεις για τον ευρωπαϊκό Νότο και ειδικότερα οι κίνδυνοι για την Ελλάδα θα συνεχιστούν. Μακροπρόθεσμα, οι οικονομικές θα επηρεαστούν από τις φυγόκεντρες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που οι αγορές θέλουν να αγνοούν.

Τι βλέπουν οι αγορές; Το βουνό του παγκόσμιου χρέους (περί τα 215 τρισεκατομμύρια δολάρια) που αυξάνει τους κινδύνους αποσταθεροποίησης του συστήματος. Το Ηνωμένο Βασίλειο αντιμετωπίζει το Brexit που επηρεάζει την Ευρώπη. Η Καταλονία επηρεάζει την Ιβηρική και την Ευρώπη. Η κλονισμένη καγκελάριος Μέρκελ αγωνίζεται να σφυρηλατήσει μια κυβέρνηση συνασπισμού με τους επίσης σοβαρά ασθενείς σοσιαλδημοκράτες.

Ο Μακρόν, αμφισβητούμενος στο εσωτερικό, περιμένει τη Γερμανία για μια επείγουσα μεταρρύθμιση της Ευρώπης που, όπως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει ανάγκη τον γαλλογερμανικό άξονα.

Η απομάκρυνση του Τραμπ από τα ευρωπαϊκά και η επαναδιαπραγμάτευση, υποτίθεται, ευνοϊκότερων όρων για το «Πρώτα η Αμερική» έχουν ήδη βγάλει τις ΗΠΑ από τον ρόλο ρυθμιστή των κανόνων για τη «δίκαιη διαχείριση» της παγκόσμιας αλληλεξάρτησης και προοικονομούν την εποχή της Κίνας και τη μετατόπιση της διεθνούς επιρροής από τη Δύση προς την Ανατολή.

Με ασθενή Ευρώπη, χωρίς αιφνίδιες αλλαγές στο πρότυπο απασχόλησης, εισοδήματος, πολιτικής και κοινωνικής πόλωσης, κυρίως στις αναπτυγμένες χώρες, χωρίς ευδιάκριτες αλλαγές στον ορίζοντα.

Ο οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί, σε πρόσφατο άρθρο με τίτλο «Three Scenarios for the Global Economy», δίνει ένα αισιόδοξο και ένα απαισιόδοξο σενάριο για τις τέσσερις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου (Κίνα, ευρωζώνη, Ιαπωνία, ΗΠΑ). Εάν εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, θα ενισχυθεί η δυνητική ανάπτυξη.

Εάν όχι, η ευρωζώνη λ.χ. θα αποτύχει στην ολοκλήρωσή της και οι πολιτικές λιτότητας θα εμποδίσουν τις εθνικές πολιτικές να εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύουν την ανάπτυξη.

Το τρίτο, πιθανότερο σενάριο, προβλέπει «μια ασταθή ανισορροπία, ευάλωτη στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές διαταραχές. Οταν προκύψουν τέτοιες διαταραχές, η οικονομία θα επιβραδυνθεί ή, εάν ο κλονισμός είναι μεγάλος, προβλέπεται ακόμη και ύφεση και οικονομική κρίση».

Βέβαια, όλα είναι εικασίες. Η κουβέντα θα πρέπει να γίνει πάνω στη διεθνή ασυναρτησία. Είτε θα επινοηθούν καλύτερες μεσοπρόθεσμες προοπτικές είτε θα προκύψουν μακροπρόθεσμα κίνδυνοι στο παγκόσμιο χωριό.

Λοιπόν, ας ετοιμαζόμαστε να υποδεχτούμε το 2018 ως κανονική, αισιόδοξη χρονιά – με όλες τις ανισορροπίες που περιέγραψε ο Ντίκενς πριν από ενάμιση αιώνα ή ο Ρουμπινί πριν από μερικές μέρες. Ή, όπως έγραφε ο Ρεμάρκ στο «Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο»: «…Τώρα είμαστε σχεδόν ικανοποιημένοι. Ολα είναι μια συνήθεια. Ακόμα και τα χαρακώματα». Αλλά αυτό απέχει πολύ από το να είναι χαρμόσυνο.

Via : www.efsyn.gr