Τις προάλλες είχα πάει σε υποκατάστημα γνωστής τράπεζας για να κανονίσω κάποια πράγματα σχετικά με τον λογαριασμό μου.

Ο υπάλληλος στο γκισέ μού είπε όταν τελειώσαμε ότι έπρεπε να πάρω μια υπογραφή από τον διευθυντή.

Τον βρήκα μακριά από τους υπόλοιπους, στον δικό του χώρο, διακοσμημένο με ένα αφηρημένο έργο τέχνης, κάτι ανάμεσα σε πίνακα και γλυπτό. Ηταν καθισμένος σε πολυθρόνα με ψηλή ράχη και στο επιβλητικό γραφείο του δέσποζε η οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή.

Οταν τον πλησίασα όμως και του έδωσα το χαρτί πρόσεξα και κάτι άλλο: δίπλα στον υπολογιστή υπήρχε μια εικόνα της Παναγίας, πλαισιωμένη από δύο μικρότερες που δεν μπόρεσα να δω ποιου αγίου ήταν. (Υπάρχει προστάτης άγιος των τραπεζών;)

Δεν έτυχε να επισκεφτώ χώρες με θεοκρατικά καθεστώτα σαν το Ιράν ή τη Σαουδική Αραβία, αλλά έχω ζήσει μερικά χρόνια στην Ιταλία και σας διαβεβαιώνω ότι οι Ιταλοί είναι πολύ πιο βαθιά και έντονα θρησκευόμενοι από εμάς.

Ποτέ όμως δεν είδα τη Μαντόνα σε τράπεζες και άλλους δημόσιους μη θρησκευτικούς χώρους.

Ποτέ δεν είδα στην τηλεόραση ανθρώπους να απευθύνονται σε τηλεοπτικές κάμερες με φόντο ένα εικονοστάσι.

Ούτε πολιτικούς, από βουλευτές μέχρι υπουργούς και προέδρους της Δημοκρατίας, να κάνουν δηλώσεις υπό το βλέμμα της αμώμου παρθένου.

Ακόμα κι εκείνοι που πολιτικά ανήκουν στην παράδοση της Χριστιανοδημοκρατίας.

Ολα αυτά τα έχω δει και συνεχίζω να τα βλέπω στην Ελλάδα.

Και το κυριότερο είναι ότι το εν λόγω σκηνικό θεωρείται πλέον σύνηθες, αναμενόμενο, για να μην πω φυσιολογικό. Κάτι που περνάει ασχολίαστο.

Δυστυχώς δεν ισχύει μόνο για όσους είναι δεδηλωμένα θρησκευόμενοι.

Ο Αλέξης Τσίπρας πριν γίνει πρωθυπουργός επισκέφτηκε το Αγιον Ορος κι έμεινε δέκα λεπτά μόνος του με την εικόνα Αξιον Εστί.

Αν το επέβαλλε το πρωτόκολλο θα το καταλάβαινα. Σύμφωνα όμως με τις πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στα ΜΜΕ και δεν διαψεύστηκαν, εκείνος το ζήτησε.

Τι μπορεί να περίμενε ένας αριστερός ηγέτης, ο οποίος υποτίθεται ότι δεν θρησκεύεται, να συμβεί;

Να του μιλήσει η Παναγία και να του πει πώς θα σκίσει το Μνημόνιο;

Ας μην τα ρίξουμε όλα στην κρίση που μας έχει ταρακουνήσει συθέμελα και ίσως μας ωθεί να κάνουμε πράγματα ακραία και πρωτόγνωρα μέσα στην απελπισία μας.

Γιατί το κακό είχε αρχίσει πολύ πριν, την παλιά εκείνη καλή εποχή, τότε που δέναμε τα σκυλιά με τα λουκάνικα.

Τότε που το κάθε ψώνιο, ιδίως στον χώρο της διασκέδασης και του θεάματος, είχε και τον δικό του «πνευματικό» ή «γέροντα» (το μεταφυσικό ισοδύναμο της αστακομακαρονάδας).

Τότε που ο Γιώργος Καρατζαφέρης κατέθετε την εικόνα της Παναγίας στα πρακτικά της Βουλής. Το πράγμα έχει όντως μια γελοία διάσταση.

Δεν θα ξεχάσω τον Αγιορείτη μοναχό που γνώρισα κάποτε στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος διέκοψε (ευτυχώς για μένα) την προσπάθειά του να με πείσει ότι όλα τα έχουν πει οι Ησυχαστές και ο Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, επειδή χτύπησε το κινητό του.

Κάτι ανάλογο εξωφρενικό συνέβη πριν από μερικούς μήνες. Μια ποδοσφαιρική ομάδα υπέγραψε συμβόλαιο με κάποιον σπόνσορα και στις ειδήσεις έπαιξε η συνέντευξη Τύπου που έδωσαν ο πρόεδρος της ομάδας και ο πρόεδρος της εταιρείας.

Λίγες μέρες μετά, μια άλλη ομάδα έκανε ακριβώς το ίδιο. Αυτή τη φορά όμως, στη συνέντευξη Τύπου συμμετείχαν τρία άτομα.

Ανάμεσα στους δύο προέδρους καθόταν ο μητροπολίτης της περιοχής!

Μήπως υπάρχει και προστάτης άγιος του ποδοσφαίρου;

Για να σοβαρευτούμε, ο κάθε θεσμός προϋποθέτει και ταυτόχρονα κατασκευάζει τα μέλη του.

Σε αντίθεση με την Εκκλησία που μας κατατάσσει ανάλογα με το πόσο πιστοί είμαστε, η δημοκρατική Πολιτεία προϋποθέτει και κατασκευάζει πολίτες.

Δηλαδή υποκείμενα που έχουν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Με την έννοια αυτή, η Πολιτεία δεν είναι ούτε υπέρ, ούτε κατά της θρησκείας.

Συνεπώς οι μη ορθόδοξοι και οι άθεοι δεν θα πρέπει να θεωρούνται Ελληνες που τους λείπει κάτι, και τους οποίους οι «φωτισμένοι» χριστανοί –όχι ο Αγιος Καλαβρύτων– τους ανέχονται, δίνοντάς τους το δικαίωμα να αυτοεξαιρεθούν από τον γενικό κανόνα.

Για τη δημοκρατική σύγχρονη κοινωνία τέτοιος κανόνας δεν νοείται, εφόσον η Ελλάδα των Ελλήνων χριστιανών, όπως και η χούντα, εξέπνευσε το 1974.

Και με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις, ας μιλήσουμε ακόμα πιο καθαρά: Το πώς διδάσκεται το μάθημα των Θρησκευτικών στα σχολεία δεν το καθορίζει η Ιερά Σύνοδος, αλλά ο υπουργός Παιδείας της εκλεγμένης κυβέρνησης.

Και κάτι τελευταίο. Μέσα στην αντάρα της πολιτικής αντιπαράθεσης, όταν οι πολέμιοι του ΣΥΡΙΖΑ δεν τον κοντράρουν απλώς, άλλα τον δαιμονοποιούν, μερικοί ίσως αδράξουν την ευκαιρία να συνταχθούν με την Εκκλησία για να μαζέψουν ψήφους, επικαλούμενοι κατ’ ιδίαν ότι τέτοια και χειρότερα έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ για να πάρει την εξουσία.

Λάθος πελώριο. Και πολιτικό, και λογικό. (Περιμένω να δω πόσο πολιτικά φιλελεύθερος θα αποδειχτεί ο Κυρ. Μητσοτάκης).

Εξάλλου υπάρχουν τόσα άλλα να καταλογίσουν στην κυβέρνηση.

Αντί λοιπόν να σφυρίζουμε αδιάφοροι ή, ακόμα χειρότερα, να τα βάζουμε με τον Νίκο Φίλη επειδή προσπαθεί να εισαγάγει μερικές αυτονόητα ορθές θέσεις που κάνουν τους παπάδες να βγαίνουν απ’ τα ράσα τους, θα πρέπει μάλλον να τον πιέζουμε να τολμήσει περισσότερο.

Via : www.efsyn.gr