ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

«Αντί για δροσιά εστίες μόλυνσης»

Οι δημόσιες βρύσες και τα σιντριβάνια στις πλατείες και στα κέντρα των πόλεων αποτελούν ιδιαίτερο καλαισθητικό στοιχείο του αστικού τοπίου, αλλά συγχρόνως είναι και οάσεις δροσιάς. Δυστυχώς στην Θεσσαλονίκη, με ευθύνη της δημοτικής αρχής, αλλά και της αντιπολίτευσης η οποία αγνοεί επιδεικτικά το ζήτημα, έχουν “σφραγιστεί” πάμπολλες δημόσιες βρύσες σε διάφορα σημεία της πόλης, ενώ πολλά σιντριβάνια δεν λειτουργούν.

Το σιντριβάνι σε μια από τις πιο συμπαθητικές “γωνιές” του κέντρου της Θεσσαλονίκης, την πλατεία Άθωνος, δεν λειτουργεί τους τελευταίους μήνες, καταστρέφεται και τείνει να μετατραπεί σε εστία μόλυνσης από το στάσιμο –φαιοπράσινου πλέον χρώματος – νερό και τις διάφορες ακαθαρσίες. Στην παραλία της Θεσσαλονίκης οι πίδακες δίπλα στις “Ομπρέλες” του Γιώργου Ζογγολόπουλου [Βλ. σχετικώς και το Δελτίο Τύπου της Δευτέρας 4 Ιουνίου 2018] έχουν “στερέψει” προ πολλού και ο χώρος παρουσιάζει εικόνα εγκατάλειψης μέσα στο κατακαλόκαιρο.

Την ίδια εικόνα εγκατάλειψης παρουσιάζουν και τα δύο σιντριβανάκια στον πεζόδρομο της οδού Αγίας Σοφίας. Έτσι ένα από τα πιο πρόσφατα αξιόλογα έργα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης φαίνεται να ακολουθεί και αυτό τη μοίρα των παλαιότερων έργων που σχετίζονταν με το νερό στον αστικό χώρο. Η δημοτική αρχή ανίκανη να διαχειριστεί το υγρό στοιχείο στην πόλη, προχωράει αθόρυβα και συστηματικά στην εγκατάλειψή του. Σε πάμπολλες πλατείες και γωνίες της πόλης έχουν σφραγιστεί οι δημόσιες βρύσες.

Στην πλατεία Ρωμαϊκής Αγοράς, έχει σφραγιστεί πριν από χρόνια η βρύση δίπλα στην Παναγία Χαλκέων, τώρα το κοίλωμα της βάσης συγκεντρώνει τα νερά της βροχής, που δεν μπορούν να διαφύγουν λόγω της φραγής της αποχετεύσεως. Ψηλά στην Άνω Πόλη (οδός Κυκλώπων), αλλά και κάτω χαμηλά (οδός Ηροδότου) οι δύο “σφραγισμένες” κρήνες υπενθυμίζουν απλώς την εγκαταλειμμένη, πλέον, προσπάθεια να προστεθεί μια ακόμη γραφικότητα στην περιοχή και, φυσικά, περισσότερη δροσιά. Δυστυχώς το εγχείρημα προσέκρουσε στις διαχειριστικές αδυναμίες της διοίκησης του δήμου και την αδιαφορία των αντιπολιτευόμενων παρατάξεων και τα χρήματα που ξοδεύτηκαν από τις προηγούμενες διοικήσεις του δήμου πήγαν στον βρόντο. Ανάλογες εικόνες μπορεί να παρατηρήσει κανείς και σε άλλες περιοχές της πόλης, ακόμη και στις υποτιθέμενες “αναβαθμισμένες” περιοχές της λεγόμενης “ανατολικής” Θεσσαλονίκης.

Η δημοτική “Κίνηση: ποια πόλη μας αξίζει;” καταγγέλλει δημοσίως την δημοτική αρχή και όλες τις δημοτικές παρατάξεις για την πλήρη αδιαφορία τους απέναντι στο ζήτημα των “σφραγισμένων” δημόσιων βρυσών και των ανενεργών σιντριβανιών. Εάν παρόμοια έργα δεν μπορούν να λειτουργήσουν για λόγους κόστους ή συντήρησης, αναρωτιόμαστε γιατί πρέπει να υλοποιούνται και να δαπανώνται κονδύλια, που θα ήταν χρήσιμα για άλλα έργα; Η απουσία τους θα ήταν προτιμότερη από την σημερινή εικόνα της εγκατάλειψης και της ερήμωσης που παρουσιάζουν. Πιο πρόσφατο παράδειγμα οι πολυδάπανες μικρές “δεξαμενές νερού” κατά μήκος της Νέας Παραλίας, οι οποίες όχι μόνο δεν λειτουργούν, αλλά γίνονται και σημεία συγκέντρωσης σκουπιδιών.

Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται ένα ενιαίο σχέδιο διαχείρισης του υδάτινου αποθέματος και των δικτύων του στον δημόσιο χώρο ως μέρος ενός γενικότερο σχεδίου για την οικολογική και καλαισθητική μεταδόμηση του πολεοδομικού συγκροτήματος της.

Η δημοτική “Κίνηση: ποια πόλη μας αξίζει;” δηλώνει επίσης την ανησυχία της και καταγγέλλει το γεγονός ότι στο παρελθόν (μόνο;) το “σφράγισμα” κάποιων δημοσίων βρυσών σε περιοχές της πόλης στηρίχθηκε στα ρατσιστικά κίνητρα των εισηγητών της συγκεκριμένης πρότασης και έκτοτε έγινε πάγια πρακτική για την επίλυση διαφόρων υπαρκτών και ανύπαρκτων προβλημάτων στον δημόσιο χώρο.