του Αντώνη Ανηψητάκη

Εισαγωγή

Ως χάρη και ως τύχη βιώνω τούτη τη συνάντηση με την Ασπασία Παπαδοπεράκη (ΑΠ). Κοντεύουν 9 μήνες από τότε που ο Μιλτιάδης Παπαδάκης με το βιβλίο του “Ερωτοκρι(η)τολογικές Ψηφίδες” με έσπρωξε στη γοητευτική θάλασσα του Κορνάρου. Βάρκα είχα το βιβλίο του και δυο κουπιά, κριτικό το ένα, κρητικό και τ’ άλλο. Κριτική είναι η δομή της σκέψης μου, κρητική, Στειακή κι η ματιά μου. Δεν είναι μικρό πλεονέκτημα να ψάχνεις τον τρόπο του Κορνάρου ζώντας στον ίδιο τόπο, έχοντας την ίδια φύση για τροφό, δασκάλα και μούσα.

Από κείνη τη βαρκάδα μου έμεινε έμμονη, ισόβια προβλέπω, η πίστη μου πως το νοηματικό – φιλοσοφικό υπόβαθρο του Κορνάρου ενώ είναι σπουδαίο για τα ευρωπαϊκά γράμματα έχει υποτιμηθεί, όπως αντίστοιχα έχει υποτιμηθεί η αξία του χρυσού αιώνα της Κρητικής Αναγέννησης, 1560-1660, της οποίας επιφανέστατο τέκνο είναι ο Στειακός ποιητής. Ο κύριος λόγος γι’ αυτήν την υποτίμηση θεωρώ πως είναι η λαθεμένη εθνικότροπη ανάγνωση του έργου. Ενώ η λογοτεχνική αξία του έργου είναι πλέον αδιαμφισβήτητη, θεωρώ ότι οι “ανακαλύψεις” συμβολισμών που συσχετίζουν τον Κορνάρο με τις ανάγκες ταυτότητας του μεταγενέστερου κατά δυο αιώνες Ελληνικού κράτους είναι ανιστόρητες και λαθεμένες.

Για το θράσος μου εκείνο -τι δουλειά έχει ένας μηχανικός στο φιλολογικό παζάρι, είχα κάνει ενδοφλέβιες θάρρους, ανακάλεσα την εικόνα του καθηγητή μου στο ΕΜΠ, πολιτικού μηχανικού και φιλόσοφου Θεοδόση Τάσσιου να συζητά με το Δημήτρη Μαρωνίτη[2] για τις τεχνολογικές γνώσεις την εποχή του Ομήρου, αλλά και το διακεκριμένο πολιτικό μηχανικό Αλέξανδρο Κουμπή (1921-2009), που με το ψευδώνυμο Αλέξανδρος Αργυρίου έγραψε κυριολεκτικά Ιστορία στα νεοελληνικά γράμματα.

Χάρη στο βιβλίο της ΑΠ “Ο Λουκρήτιος στον “Ερωτόκριτο” του Βιτσέντζου Κορνάρου και η Εποχή στην Ποίησή του” το θράσος μου εκείνο ανδρώθηκε, έγινε θάρρος, η βάρκα μου έγινε καΐκι με άρμενα και μηχανή, δεν έχω ανάγκη πια ενέσεις, απολαμβάνω μια επικούρεια φιλία και μια ενδιαφέρουσα συζήτηση στο κατάστρωμα με την ΑΠ που έχει το εξής χαρακτηριστικό: συμφωνούμε στο μείζον, στον προορισμό, πως ο Ερωτόκριτος πρέπει να αναδειχθεί και ως φιλοσοφικό έργο, διαφωνώντας στα επί μέρους, στο αν ευσταθούν οι εθνικότροποι συμβολισμοί.

Η ΑΠ είναι διακεκριμένη γλύπτρια, αλλά θεωρώ κατ’ εξοχήν ποιητικό το συμβάν, να ψάχνει τη μορφή του Κορνάρου για να την σμιλέψει και να ανακαλύπτει τη σκέψη του, τις φιλοσοφικές επιρροές του.

%ce%bf-%ce%ad%cf%81%cf%89%cf%84%ce%b1%cf%82-%cf%84%ce%bf-%ce%b3%cf%85%ce%bc%ce%bd%cf%8c-%ce%ba%ce%bf%cf%80%ce%ad%ce%bb%ce%b9

Σοφία Δατσέρη, “Ο Έρωτας, το Γυμνό Κοπέλι”, 43Χ43, λαδοπαστέλ σε χαρτόνι, 2015

Ο Κορνάρος της Κρητικής Αναγέννησης

Ο Χρυσούς Αιώνας της Κρητικής Αναγέννησης είναι εφάμιλλης αξίας με την Αναγέννηση στη Δύση. Αντίστοιχα ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου  συνιστά γραμματολογική τομή στα Ευρωπαϊκά Γράμματα.

“Η Κρητική Αναγέννηση όπως η Αγγλική, η Γαλλική, η Ισπανική, η Ολλανδική και άλλες αντλούσαν την έμπνευσή τους από την Ιταλία, όπου μια εκπληκτική διαδικασία πολιτιστικής ανανέωσης ξεκίνησε στα τέλη του 14ου αιώνα, η οποία όμως βαφτίστηκε “Αναγέννηση” μόνο κατά το 19ο αιώνα. Οι Βενετοί κατακτητές της Κρήτης έφεραν μαζί τους και την ιταλική κουλτούρα τους. Βέβαια η Κρήτη είχε ήδη μια δική της δημώδη λογοτεχνική παραγωγή καθώς επίσης και τέχνη, αρχιτεκτονική και μουσική, που προέρχονταν από βυζαντινά πρότυπα και ρυθμούς. Ωστόσο  ένα αξιοθαύμαστο πάντρεμα  ντόπιας και  ιταλικής κουλτούρας πραγματοποιήθηκε σε κρητικό έδαφος κατά τη διάρκεια του 16ου και και του 17ου αιώνα Και αυτό είναι που αποκαλούμε Κρητική αναγέννηση” μας είπε ο David Holton, σημειώνοντας εν συνέχεια πως παρά τις σημαντικές προόδους που έγιναν τα τελευταία χρόνια με την μελέτη αρχειακών πηγών “δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί διεθνώς όπως θα της άξιζε”[3]

Το 1570 οι Ενετοί χάνουν την Κύπρο και ξοδεύουν πακτωλό χρημάτων για να οχυρώσουν την Κρήτη. Ο πλούτος αυτός διαχέεται στην κοινωνία που εκχρηματίζεται και αστικοποιείται ραγδαία με ένα δημιουργικό κοινωνικό συγκρητισμό Ενετών και Ελλήνων όπου αποδυναμώνονται έως εξαφανίσεως οι κάθε είδους διακρίσεις, κατακτητής – υπόδουλος, καθολικός – ορθόδοξος. Ειδικά στο θρησκευτικό πεδίο η ανοχή και η ανεξιθρησκία έχει αντικαταστήσει τις προηγούμενες έντονες αντιπαραθέσεις καθολικών – ορθοδόξων. Οι αστοί ανεξαρτήτως καταγωγής ή δόγματος πρωτοστατούν, η μόρφωση υπερτερεί κάθε τίτλου ευγενείας, ο αναλφαβητισμός υποχωρεί ταχύτατα, στα ιταλικά πανεπιστήμια σπουδάζουν πολλοί Βενετοκρητικοί και Έλληνες.  Το 1600 στον Χάνδακα των 15000 κατοίκων έχουν καταγραφεί 148 συμβολαιογράφοι, 63 δικηγόροι, 68 γιατροί, 41 ζωγράφοι. Στο οικονομικό πεδίο πλάι στους θαλασσοκράτορες Βενετούς αναπτύσσονται Κρητικοί εφοπλιστές που συνδέουν την Κωνσταντινούπολη με την Αλεξάνδρεια και την Κύπρο και την Βηρυτό με την Αγγλία και τις Κάτω Χώρες, ανάμεσα σε αυτούς και ο μεγαλύτερος αδερφός του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου Μανούσος. Στο πολιτισμικό πεδίο ακμάζουν οι τρεις Ακαδημίες της Κρήτης, στο Ρέθυμνο, στο Χάνδακα και στα Χανιά. Οι ακαδημίες ήταν σύλλογοι λογίων όπου συνυπάρχουν Κρήτες και Ενετοί και ασχολούνται με ποικίλα φιλολογικά, φιλοσοφικά και ιστορικά θέματα παράγουν εξαιρετικό έργο στις τέχνες και στα γράμματα. Χρησιμοποιούν και τις δυο γλώσσες, ιταλικά και ελληνικά. Ιδρυτής της Ακαδημίας των Stravaganti του Χάνδακα ήταν ο αδερφός του ποιητή Ανδρέας, ενώ και ο ίδιος ο ποιητής ήταν δραστήριο μέλος της.

Με όλα αυτά την περίοδο της Κρητικής Αναγέννησης δημιουργείται μια ιδιότυπη βενετοκρητική συνείδηση όπου κάθε εθνικιστικό στοιχείο υποχωρεί. Αυτό συνιστά ένα πλεονέκτημα της Κρητικής Αναγέννησης σε σχέση με τις ομόλογες Αναγεννήσεις της Δύσης. Η αποδυνάμωση της κοσμικής επιρροής της Εκκλησίας είναι ένα δεύτερο πλεονέκτημα της καθ’ ημάς Αναγέννησης. Την ίδια περίοδο στη Ευρώπη μαίνονται θρησκευτικοί πόλεμοι, που διαπλέκονται με εθνικιστικά χαρακτηριστικά και απλώνονται λόγω του συνεχούς του εδάφους της γηραιάς ηπείρου παντού. Το αναγεννησιακό πνεύμα αντιμετωπίζει ακραίες αντιδράσεις από την Εκκλησία. Στην πυρά καίγονται μαζικά υποτιθέμενες μάγισσες, αλλά και φωτεινά μυαλά, που αρνούνται να συμμορφωθούν στα θέσφατα της εκκλησίας. Η Κρήτη, ένα προνομιούχο σχετικά απομακρυσμένο νησί, προστατεύεται απ’ όλα αυτά και γίνεται συγκριτικά μια όαση απρόσκοπτης δημιουργίας με εξασθενημένες κοινωνικές ιεραρχήσεις, εθνοτικούς δεσμούς και κοσμική επιρροή  της εκκλησίας.

Μέσα σε μια τέτοια κοινωνία, μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα ζει και δημιουργεί ο Βιτσέντζος Κορνάρος αρχικά στην έδρα της οικογένειας στη Σητεία και μετέπειτα στο Χάνδακα. Κάθε προσπάθεια να παρουσιαστεί ο Κορνάρος ως ορθόδοξος Ελληνοποιημένος Βενετός είναι αντιεπιστημονική. Δεν υπάρχει πλέον καμιά αμφιβολία πως ο Βιτσέντζος Κορνάρος του Ιακώβου ήταν Βενετοκρητικός που αισθανόταν απολύτως άνετα σε ένα τέτοιο κλίμα ανεξιθρησκείας και ελεύθερης επιλογής εκείνου του γλωσσικού όργανου που τον βοηθούσε να εκφράσει καλύτερα τις σκέψεις του.[4] Ο αδερφός του Ανδρέας, είχε γράψει την Ιστορία της Κρήτης στα Ιταλικά.

Ο ίδιος επέλεξε την κρητική διάλεκτο και το έκανε με απαράμιλλο τρόπο.

Από πουθενά δεν προκύπτει ότι ο Κορνάρος εκείνη την ευτυχή εποχή της Κρήτης νοιάζονταν για εθνικά Ελληνικά ιδεώδη, που έγιναν επίκαιρα δυο αιώνες μετά. Παρ´ όλα αυτά η κυρίαρχη εθνικότροπη ανάγνωση του έργου επιμένει να “ανακαλύπτει” στα κονταροχτυπήματα τέτοια ιδεώδη.

Αν ο στόχος του Κορνάρου ήταν μια πρώιμη ενοποίηση του αλύτρωτου Ελληνικού Έθνους θα έβαζε τον πρωταγωνιστή του να ζητά από τα Άστρα και τον Ήλιο να τιμωρήσουν το σκληρό Βασιλιά με μια εκστρατεία των εχθρών του εναντίον του;[5]

Η αιματηρή κατάληψη της Κύπρου από τους Οθωμανούς 1570 -1571 και η επακολούθησασα ναυμαχία της Ναυπάκτου (Lepanto) τις 7-10-1571 με την συντριπτική ήττα του Οθωμανικού στόλου είναι δυο γεγονότα σύγχρονα του Κορνάρου που συνδέονται με τους συμβολισμούς που “ανακαλύπτονται” στα κονταροχτυπήματα. Όμως τα γεγονότα αυτά έχουν αντίθετο πρόσημο και ως ένα βαθμό αλληλοαναιρούνται. Σε κάθε περίπτωση δεν θεωρώ πως επηρέασαν την πνευματική ζωή της Κρήτης περισσότερο απ’ ότι επηρέασαν την πνευματική ζωή της γενιάς μου η εισβολή στην Κύπρο το 1974, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1989 η ο διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας.

Ως λόγιος ευκατάστατος βενετοκρητικός μπορούσε από μια απόσταση να παρατηρεί τις ραγδαίες κοινωνικές ανακατατάξεις που γίνονταν όπως προείπα χωρίς αιματηρές συγκρούσεις, κοινωνικές ή θρησκευτικές, που την ίδια περίοδο μαίνονταν στη Δύση και βέβαια χωρίς Ιερή Εξέταση και απερίσπαστος να εστιάζει σε λογοτεχνικά, επιστημονικά  και φιλοσοφικά ζητήματα.

Προς τι όμως τότε η μεγάλη έκταση των κονταροχτυπημάτων στο έργο; Νομίζω πως σχετίζονται με τις ανάγκες τις πλοκής,[6] διακειμενικές συσχετίσεις με τις ομηρικές μάχες, ελάχιστα φονικές όμως στο Ερωτόκριτο,  καθώς και τον Μαινόμενο Ορλάνδο του Ariosto που έχουν επισημανθεί, αλλά κυρίως συνδέονται με το διδακτικό – φιλοσοφικό χαρακτήρα του έργου. Ο Κορνάρος περιγράφει τους αγωνιζόμενους ως διαφορετικούς ανθρώπινους χαρακτήρες που μάχονται με ίσους όρους, υπάρχει  fair play, μετράνε οι αξίες τους, δεν μετράει η καταγωγή, ούτε τα πλούτη, ούτε το αίμα, ούτε το χρώμα.

Αντιπαραβάλλοντας τον Ερωτόκριτο με το έργο του Ariosto ο Αλεξίου σημειώνει[7]. “Το έργο υποφέρει από φόρτο μυθικών ονομάτων ηρώων, στα οποία ο αυλικός ποιητής (Ariosto) προσθέτει μνείες των ισχυρών της εποχής και του περιβάλλοντος του. Ο Κορνάρος ήταν απαλλαγμένος από αυτά”.

Αυτή η αφαίρεση είναι πέρα για πέρα συνειδητή και υπηρετεί τον ίδιο στόχο, την ανάδειξη των ουμανιστικών αξιών. Τυχόν αναφορά του Κορνάρου σε μυθικά ή ιστορικά πρόσωπα, πόσο μάλλον στην πολιτική συγκυρία της εποχής του θα θόλωνε τον ξεκάθαρο ηθικό και αξιακό, φιλοσοφικό εν τέλει στόχο του.

Με ανάλογο τρόπο η εθνικότροπη ανάγνωση αντιμετώπισε και αυτό το θέμα.  Θεωρήθηκε αρχικά από τον κρητικό οπλαρχηγό και φιλόλογο Αντώνιο Γιάνναρη το 1889 ότι ο Κορνάρος δεν ξέρει γεωγραφία, ιστορία, μυθολογία επειδή ήταν νέος.  Παρομοίως και ο Στέφανος Ξανθουδίδης το 1915 θεωρεί πως ο Κορνάρος δεν κατάφερε να παραστήσει σωστά την αρχαιότητα, επειδή οι γνώσεις του δεν επαρκούσαν.

Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο βίος του Κορνάρου ο οποίος πλέον έχει ταυτιστεί με μεγάλη ακρίβεια 26 Μαρτίου 1553 Σητεία – 1613 ή 1614 Ηράκλειο μας δίδει το επιπλέον σημαντικό γεγονός ότι ο Κορνάρος δεν έζησε την μακρόχρονη πολιορκία του Χάνδακα (1645-1669) και άρα αυτή δεν τον επηρέασε, αφού ξεκίνησε 31 ολόκληρα χρόνια μετά το θάνατό του.

Ο Ξανθουδίδης μάλιστα μη γνωρίζοντας το νεότερο στοιχείο, ότι ο δηλαδή ποιητής πέθανε το 1613-1614, θεωρεί ότι έγραψε μετά το 1647 στο πολιορκημένο Κάστρο και ότι “από πρόνοιας απέφυγε να κάμη λόγο περί Τούρκων, ίνα μη δι άκαιρου επιθέσεως επισύρη κατόπιν, αν η τύχη τον έρριπτεν εις τας χείρας των, όπως και συνέβη, την εκδίκησιν του κατακτητού”.

Το ενδιαφέρον των λαθεμένων αυτών απόψεων των Γιάνναρη και Ξανθουδίδη, που επαναλαμβάνονται πιο εκλεπτυσμένα από μεταγενέστερους μελετητές, δεν βρίσκεται στο λάθος πραγματολογικό στοιχείο, αλλά στην ευκολία με την οποία προβάλουν στον ποιητή, που έγραψε τρεις αιώνες πριν διατυπώσουν τις δικές τους ερμηνείες, τα δικά τους εθνικότροπα στερεότυπα. Γι’ αυτά όμως ο Βενετοκρητικός ποιητής θα έπρεπε να ήταν μάλλον ανυποψίαστος, αφού έζησε πολύ πριν αυτά μορφοποιηθούν.

Ο Ερωτόκριτος, μια Ευρωπαϊκή Γραμματολογική Τομή

Ο  Ερωτόκριτος συνιστά γραμματολογική τομή στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό με αντίστοιχο τρόπο που οι θεωρίες του Γαλιλαίου (1564-1642), σύγχρονου του Κορνάρου, αποτέλεσαν επιστημονική τομή[8] στο χώρο των επιστημών.  Αποτελεί όμως μια ιδιότυπη τομή γιατί δεν είχε συνέχεια.

Αναφέρομαι σε γραμματολογική τομή και όχι σε λογοτεχνική για να υπογραμμίσω τη σημασία του Ερωτόκριτου ως φιλοσοφικού έργου που έχει υποτιμηθεί. Αν στον Πλάτωνα έχει αναγνωρισθεί η λογοτεχνική αξία των διαλόγων του, στον Ερωτόκριτο έχει υποτιμηθεί η αξία των φιλοσοφικών ιδεών που προκύπτει από την εστίαση, σχεδόν αποκλειστικά, στις εξαιρετικές πράγματι λογοτεχνικές αρετές του έργου. Η υποτίμηση αυτή αφορά τους λόγιους μελετητές του έργου, όχι το λαό που αγάπησε τον Ερωτόκριτο και ως φιλοσοφικό έργο, που του δίδασκε αξίες και πρότυπα ζωής. Ο λαός επεφύλαξε στον Ερωτόκριτο την ύψιστη δεξίωση, τον έκανε διαχρονικό τραγούδι.

Παραθέτω το χαρακτηρισμό του Roderick Beaton για τον Κορνάρο “ως πρωτοπόρο που προλαμβάνει το σύγχρονο μυθιστόρημα”, ένα χαρακτηρισμό που αναβαθμίζει τον Κορνάρο από εξέχοντα παράγοντα των νεοελληνικών γραμμάτων σε πρωτοπόρο της  Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.

”… το αριστούργημα του ΒΚ πιο συχνά θαυμάζεται για τις λυρική και δραματική του ποιότητα παρά ως αφηγηματικό μυθιστόρημα … Έδωσα μερικά μόνο παραδείγματα μιας προηγμένης αφηγηματικής τεχνικής και αδρή ματιά της πολυπλοκότητας και της λεπτομέρειας των χαρακτήρων του … Αυτή η ανάγνωση, φυσικά, δεν προτείνει την υποτίμηση του των ποιητικών αρετών του Ερωτόκριτου. Ένα από τα αξιοσημείωτα επιτεύγματα του ΒΚ είναι η εξαιρετική σύνθεση στοιχείων από διαφορετικά γραμματολογικά είδη. Αλλά ενώ κάποια συστατικά αυτής της μίξης απέσπασαν μερίδιο της προσοχής μας, ελάχιστα έχουν ειπωθεί για τον Ερωτόκριτο ως αφηγηματικό μυθιστόρημα. Σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση ο Κορνάρος ήταν πραγματικά πρωτοπόρος. Ποιος ξέρει, αν η ιστορία της Κρήτης και η βενετική αυτοκρατορία είχαν εξελιχθεί διαφορετικά, πόσο επιδραστική μπορεί να είχε αποδειχτεί αυτή η καλλιτεχνική  και ανθρωπιστική ανάμειξη των ειδών του λόγου”[9]

Γενικότερα, το σύγχρονο μυθιστόρημα αναπτύχθηκε παράλληλα με τις σύγχρονες επιστήμες σε μια κοινή πορεία σύγκρουσης με την Εκκλησία. Οι επιστήμες τής αφαιρούσαν γνωστική ύλη, ενώ το μυθιστόρημα τολμούσε να αντιποιηθεί την θεϊκή αρχή, αφού έφτιαχνε κι αυτό ανθρώπινους χαρακτήρες κατά το γούστο του συγγραφέα, τους οποίους ο δημιουργός τους επόπτευε ως πανταχού παρών θεός, φωτίζοντας τις κινήσεις, τα έργα και τις σκέψεις τους.

Μια άλλη ένδειξη γι’ αυτή την μοναδική ιδιότυπη γραμματολογική τομή είναι η αλυσιτελής συζήτηση που κρατεί δυο αιώνες και έχει αναζωπυρωθεί τις τελευταίες δεκαετίες για το τι είδους έργο είναι ο Ερωτόκριτος. Ο Ερωτόκριτος δεν χωρά σε κανένα από τα καθιερωμένα είδη του λόγου. Ακόμα και ο ευστοχότερος ως σήμερα χαρακτηρισμός του από τον Αλεξίου ως έμμετρο ερωτικό μυθιστόρημα δεν εμπεριέχει το σημαντικότατο φιλοσοφικό του υπόβαθρο.

Ο David Holton στο συνέδριο της Σητείας του 2009 προσπέρασε συνοπτικά αυτή τη διάσταση λέγοντας “ …θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε ως φιλοσοφική αλληγορία. Ή μήπως πρόκειται για κοινωνικοπολιτική αλληγορία επάνω στις διακρίσεις της καταγωγής και της κοινωνικής τάξης οι οποίες εμποδίζουν ταλαντούχους ανθρώπους να δείξουν την αξία τους και να συνεισφέρουν στην κοινωνία;”

Αυτήν ακριβώς την παραγνωρισμένη φιλοσοφική διάσταση του έργου, που διέφυγε από την κρησάρα των φιλολόγων ήρθε να ανακαλύψει η γλύπτρια Ασπασία Παπαδοπεράκη με τη μελέτη της που συζητάμε σήμερα. Ισχυρίζεται πειστικά πως ο Κορνάρος πρέπει να είχε μελετήσει το αριστούργημα του Λουκρήτιου “De Rerum Natura” που αποδίδει τις ιδέες του Επίκουρου και θεωρεί πως οι φιλοσοφικές ιδέες του Κορνάρου που διαποτίζουν το ποίημα και ήταν επηρεασμένες από τον Επίκουρο.

Σοφία Δατσέρη, “Απελπισμένος Ερωτόκριτος”, 33Χ33, λαδοπαστέλ σε χαρτόνι, 2013

Σοφία Δατσέρη, “Απελπισμένος Ερωτόκριτος”, 33Χ33, λαδοπαστέλ σε χαρτόνι, 2013

Κορνάρος – Λουκρήτιος – Επίκουρος

Ο ισχυρισμός της ΑΠ ευσταθεί ιστορικά, πραγματολογικά, εννοιολογικά και μορφολογικά.

Ιστορικά γιατί η Επικούρεια σκέψη ήταν το εμβληματικό φιλοσοφικό αγκωνάρι των νέων καιρών σε όλη την Ευρώπη. Οι Επικούρειοι άντεξαν 7 αιώνες από το 300 π.Χ ως το 400 μ.Χ. Μετά ο Χριστιανισμός κυριάρχησε παντελώς. ) Άγιος Αυγουστίνος επαίρετο τον 5ο αιώνα πως “οι στάχτες (της Επικούρειας Φιλοσοφίας) είναι τόσο κρύες που καμιά σπίθα δεν μπορεί να ξεπηδήσει πια απ’ αυτές”[10]. Τα έργα του Επίκουρου (341 π.Χ. – 270 π.Χ.) που ήταν πολυγραφότατος καταστράφηκαν πλην ελαχίστων, σε αντίθεση με τα βιβλία του Πλάτωνα κυρίως, που διασώθηκαν σχεδόν όλα και του Αριστοτέλη ως ένα βαθμό, επειδή θεωρήθηκαν συμβατά με το Χριστιανισμό. Αντίθετα ο Επίκουρος διαστρεβλώθηκε, αντιμετωπίστηκε ως έκφυλος ηδονιστής σε πλήρη αντίθεση με αυτό που πραγματικά ήταν. Ο Επίκουρος ως γνωστόν αναζητούσε την αταραξία, την αποφυγή του πόνου, σώματος και ψυχής μέσω ενός ήρεμου λιτού βίου – λάθε βιώσας, βασισμένου στην αλήθεια που προκύπτει από τη γνώση της φύσης των πραγμάτων και σε υψηλές αξίες με πρώτη τη φιλία.

Η ουσία της αντιπαράθεσης Χριστιανισμού – Επικούρειων ήταν ο υλισμός του Επίκουρου. Δεν θεωρούσε ότι οι θεοί ασχολούνται με τα ανθρώπινα, διακήρυσσε ως ανόητο το φόβο του θανάτου, δεν πίστευε στη μετά θάνατο ζωή, θεωρούσε ότι η ύλη πάντοτε υπήρχε μετασχηματιζόμενη αενάως, πίστευε στην ύπαρξη πολλαπλών κόσμων, υιοθέτησε ελαφρώς μετασχηματισμένη τη θεωρία του Δημόκριτου με την κρίσιμη αλλαγή της τυχαίας παρέκκλισης των ατόμων που συσχέτισε με την ελευθερία της βούλησης. Στην σχολή του Επίκουρου, στον κήπο του, έτσι την ονόμαζε, μαθήτευαν ισοτίμως άνδρες, γυναίκες, δούλοι και εταίρες.

Ο διασημότερος Επικούρειος υπήρξε ο Τίτος Λουκρήτιος Κάρος, Ρωμαίος ποιητής, ο οποίος έζησε το πρώτο μισό του 1ου π.Χ. αιώνα και εκλαΐκευε στα Λατινικά σε ποιητική μορφή το έργο του Επίκουρου “περί Φύσεως”. Το De Rerum Natura, Για της Φύσεως των Πραγμάτων, αποτελείται από 6 μέρη και έχει συνολικά 7413 στίχους. Θεωρείται από τα κορυφαία ποιήματα όλων των εποχών. Μέσω αυτού του βιβλίου κυρίως που ανακαλύφθηκε τον 15ο αιώνα ο Επίκουρος πήρε την εκδίκηση του από την Εκκλησία και έγινε ο εμβληματικός φιλόσοφος που σηματοδότησε την αμφισβήτηση της αυθεντίας του Αριστοτέλη, την Αναγέννηση των επιστημών και της Φιλοσοφίας. Αυτό δεν έγινε χωρίς κόστος, πολλοί σύγχρονοι επικούρειοι εξοντώθηκαν με χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτή του σπουδαίου Jordano Bruno (1548-1600), που όπως λέγονταν μετέφερε τον Λουκρήτιο στην τσέπη.  Ο Bruno οδηγήθηκε στην πυρά ως αιρετικός το 1600, την περίοδο δηλαδή που ο ομοϊδεάτης του Κορνάρος συνέγραφε ανεμπόδιστος το αριστούργημα του στην ακμάζουσα Κρήτη, με την Εκκλησία να έχει εκείνα τα χρόνια συγκριτικά ελάχιστη κοσμική επιρροή.

Η σύγχρονη επιτυχία του Επικουριανισμού μπορεί να πιστοποιηθεί από το γεγονός ότι τα σύγχρονα πανεπιστήμια εγκατέλειψαν το ρόλο τους ως κέντρα για τη μελέτη των άυλων οντοτήτων, των μεταφυσικών υποθέσεων κι έγιναν θεσμοί αφιερωμένοι στη στενή και προσεκτική εξέταση και αναδιαμόρφωση του υλικού και κοινωνικού κόσμου, αφιερωμένα παράλληλα στην καλλιέργεια των πνευματικών και αισθητικών απολαύσεων, στην εξάλειψη του πόνου και της στέρησης.[11]

Πραγματολογικά γιατί είναι λογικό να υποθέσουμε πως κάποιο αντίτυπο από τις 28 εκδόσεις που ευτύχησε το έργου του Λουκρητίου στο διάστημα 1473 – 1600 είχε εισχωρήσει στον λόγιο οίκο των ευκατάστατων Κορνάρων. Οι εκδόσεις ήταν στη Λατινική, την οποία προφανώς θα ήξερε ο ποιητής. Για την ιστορία το ποίημα του Λουκρήτιου ανακαλύφθηκε το 1417 σε χειρόγραφο στη Γερμανία από τον μανιώδη συλλέκτη Poggio Pragiollini και οι πρώτες εκδόσεις του έγιναν στην Μπρέσια το 1473, στη Βερόνα το 1486 και στην Βενετία το 1495.[12]

Εννοιολογικά γιατί ο Κορνάρος συμμερίζεται βασικές ιδέες του Επίκουρου και μορφολογικά γιατί υπάρχει κοινή εστίαση σε λέξεις και φράσεις στο έργο του Κορνάρου και του Λουκρήτιου. Η συχνότητα της κομβικής έννοιας “η φύση των πραγμάτων” στα δυο έργα όπως την εντοπίζει η συγγραφέας είναι αποκαλυπτική (σελ. 43-44) . Την τιμητική τους στον Ερωτόκριτο  έχουν και οι άλλες βασικές επικούρειες έννοιες όπως η φρόνηση (109), η φιλιά (146), ο φόβος (166).

Ο Ερωτόκριτος τοποθετείται σε μιαν Αθήνα ανιστορική, από την οποία έχουν αφαιρεθεί όλα τα ιστορικά και πολεοδομικά χαρακτηριστικά της, δεν υπάρχουν Μαραθώνες, Σαλαμίνες, ούτε καν αυτή η Ακρόπολη και ο Παρθενώνας. Δεν αναφέρονται ναοί, ιερά, βωμοί, ιερείς.

Η θρησκεία λείπει παντελώς από τον “Ερωτόκριτο“. Λείπει ακόμα και η μυθολογία που θα μπορούσε ενδεχομένως να συσχετιστεί  με τη θρησκεία. Σημειώνω επίσης πως τον έρωτα που είναι το κεντρικό θέμα του ποτέ δεν τον αναφέρει ως θεό και δεν το συνδέει με καμιά Αφροδίτη κι αυτό είναι άλλη μια αξιοπρόσεκτη αφαίρεση, αφού στην Αναγέννηση ο ύμνος στον έρωτα και ο εικαστικός  συσχετισμός του με το θείο βρέφος είναι ευρύτατα διαδεδομένο μοτίβο της αναγεννησιακής τέχνης,  ζωγραφικής και γλυπτικής. Το επισημαίνει στην εισαγωγή του ο Αλεξίου .

Αντίθετα στο έργο του Cypėde, Paris et Vienne (1417) που θεωρείται ότι είναι το σαφώς υποδεέστερο λογοτεχνικό πρότυπο απ΄ όπου ο Κορνάρος άντλησε την μυθιστορηματική του ιδέα, βρίθουν οι θρησκευτικές αναφορές. Στην αναλυτική περίληψη του Αλεξίου εντόπισα δέκα.[13]

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι είναι πέρα για πέρα συνειδητή η πλήρης εκκοσμίκευση του αρχικού μύθου, ο εξοβελισμός κάθε τι θρησκευτικού.

Οι λέξεις άγιος, ιερός, όσιος, άγγελος απουσιάζουν από το ποίημα, ενώ η λέξη Θεός υπάρχει μόνο μια φορά[14], η προτελευταία λέξη του ποιήματος, εκτός πλοκής, στους τελευταίους αυτοβιογραφικούς στίχους.

Στο Κάστρον επαντρεύτηκε σαν αρμηνεύγει η φύση,

το τέλος του έχει να γενή όπου ο Θεός ορίσει.  (Ε1547-1548)

Η ομολογία της πίστης του γίνεται με τον πιο διακριτικό τρόπο, ο οποίος μάλιστα σε δυο σημεία έρχεται σε αντίθεση με το χριστιανικό δόγμα, στο “να βρεθή ακριμάτιστος” και στο “σαν αρμηνεύει η φύση”. Αυτό το τελευταίο είναι πέρα για πέρα Επικούρειο.

Αντίθετα συναντάμε τις λέξεις φύση (38), γη (84), ήλιος (43), θάλασσα (16), ουρανός (54), άνεμος (42). Ισχυρίζομαι πως η απουσία θεολογικών λέξεων στον Ερωτόκριτο, κυρίως αυτή, αλλά και η μεγάλη συχνότητα λέξεων που παραπέμπουν σε βασικές έννοιες του υλικού Επικούρειου κόσμου επιβεβαιώνουν την ανακάλυψη της ΑΠ.

Είπα προηγουμένως αναφερόμενος στα κονταροχτυπήματα πως δεν πρέπει να τα διαβάζουμε εθνικότροπα. Πράγματι η λέξη Έλληνες συναντάται μόνο μια φορά στον Ερωτόκριτο και αφορά μια ανιστορική αρχαιότητα, ενώ οι λέξεις πατρίδα, έθνος, κράτος καμιά. Αντίθετα η λέξη λαός, που δεν έχει εθνική φόρτιση,  συναντάται 45 φορές.

Στο θέμα αυτό διαφωνώ με την ΑΠ που διαβάζει κι εκείνη τα κονταροχτυπήματα ως προτροπή αντίστασης και απελευθερωτικού αγώνα. Η δικιά μου μη εθνικότροπη ανάγνωση των κονταροχτυπημάτων ταιριάζει θεωρώ περισσότερο στις επικούρειες ιδέες που δεν προέτρεπαν σε τέτοιους αγώνες και με αυτή την έννοια γίνονται ενισχυτικό επιχείρημα στην κύρια ανακάλυψη της ΑΠ για την επικούρεια επίδραση στον Ερωτόκριτο.

Ωστόσο μια σημαντική διάσταση αντίστασης υπάρχει στον Ερωτόκριτο, δεν αφορά όμως σε απελευθερωτικούς αγώνες, αλλά στην αντίσταση των πρωταγωνιστών απέναντι σε ιεραρχικές κοινωνικές και δομές, εναντιώθηκαν στο θεσμό της ισογαμίας, που ήθελε γόνους βασιλικών οικογενειών να παντρεύονται ομόλογους τους. Υπάρχει και μια αντίσταση στις πατριαρχικές δομές, οι πρωταγωνιστές σέβονται τους γονείς τους αλλά πάνω από το σεβασμό βάζουν το δικαίωμα τους να ζευγαρώσουν. Στο έργο υπάρχει επίσης άλλο ένα σημαντικό χαρακτηριστικό, η ισοτιμία άνδρα γυναίκας, Ερωτόκριτου Αρετούσας. Πολλοί μάλιστα θεωρούν πως η Αρετούσα είναι πιο ολοκληρωμένη προσωπικότητα από τον Ερωτόκριτο στο έργο.

Επικούρεια και Λουκρήτια είναι και η έκδηλη διδαχτική πλευρά του έργου αλλά και το γεγονός πως σε πλήρη αντίθεση με το σύγχρονο μυθιστόρημα, τους απολύτως σύγχρονους του Σέξπιρ και Θερβάντες ο Ερωτόκριτος είναι ένα απολύτως έργο όπου δεν υπάρχει ίχνος χιούμορ ή φαιδρότητας.

Επικούρεια είναι και στον Ερωτόκριτο η ιεράρχηση των αξιών, πλούτος, φτώχεια, δόξα, απλή ζωή. Το επισημαίνει με τον ευστοχότερο τρόπο η ΑΠ. Διαβάζω από τη σελίδα 52…

Με όσα ανέφερα αποδεικνύεται νομίζω η εγκυρότητα και η σπουδαιότητα της ανακάλυψης της ΑΠ, για την επικούρεια φιλοσοφική επίδραση στον Κορνάρο μέσω του ομότεχνου του Λουκρήτιου.  Ωστόσο υπάρχουν και ορισμένες σημαντικές διαφορές. Οι Επίκουρος, Λουκρήτιος, με μια έννοια και ο μελετητής του Κορνάρου Massimo Peri[15] που στην πρωτότυπη προσέγγιση του επισημαίνει τις ιατρικές και ψυχολογικές γνώσεις του ποιητή, αντιμετωπίζουν τον έρωτα ως αρρώστεια που εμποδίζει την επίτευξη της Αταραξίας. Θα έλεγα μάλιστα πως υπάρχει στην Επικούρεια αντίληψη υπάρχει μια ανισοτιμία στην αξιολόγηση του άνδρα και της γυναίκας.

Ακούστε αυτό το απολαυστικό απόσπασμα από το Λουκρητιο βιβλίο IV 1141-1170.

Ο Κορνάρος σηκώνει το γάντι από το φιλοσοφικό του δάσκαλο και τολμά μια επαναστατική μετάθεση, παίρνει τον έρωτα από το index των αποτρεπτικών καταστάσεων για την ευδαιμονία και το βάζει στη φύση των πραγμάτων. Είναι στη φύση των πραγμάτων να ερωτεύονται οι άνθρωποι, δεν είναι αρρώστια ο έρωτας, αλλά ποθητή κατάσταση ύψιστης ολοκλήρωσης, ύψιστης ευδαιμονίας, που γι’ αυτή αξίζουν οι μέγιστες θυσίες.

Σοφία Δατσέρη, “Ερωτόκριτος και Αρετούσα”, 40Χ40, λαδοπαστέλ σε χαρτόνι, 2014

Σοφία Δατσέρη, “Ερωτόκριτος και Αρετούσα”, 40Χ40, λαδοπαστέλ σε χαρτόνι, 2014

Ερωτόκριτος και αυθεντίες

Νιώθω έντονη την ανάγκη να επισημάνω τον παραδειγματικό τρόπο με τον οποίο η ΑΠ αντιμετώπισε τον κορυφαίο μελετητή του Ερωτόκριτου, τον Στυλιανό Αλεξίου, στον οποίο οφείλουμε την έγκυρη, απ’ όλους αναγνωρισμένη ως αυθεντική, τελική εκδοχή του ποιήματος.

(σελ. 42. )

Όσο έχω ερωτοκριτολογίσει και το έχω κάνει αρκετά δεν είδα πουθενά τέτοια τόλμη αμφισβήτησης στον Αλεξίου διατυπωμένη όμως με ανυπόκριτη ευγένεια και σεβασμό. Τηρουμένων των αναλογιών θεωρώ πως εντάσσεται στην ίδια δύσκολη, αλλά συνάμα και ευτυχή εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης. Ο Αριστοτέλης αμφισβήτησε τον Πλάτωνα, ο Επίκουρος τον Αριστοτέλη και το Δημόκριτο. Αναλόγως και η γλύπτρια ΑΠ αμφισβήτησε τον φιλόλογο Αλεξίου δείχνοντάς του μια διακειμενική αναφορά πιο ουσιαστική κατά τη γνώμη μου από αυτές που ο ίδιος είχε εντοπίσει στον Cypede και στον Ariosto.

Με παράδειγμα τον τρόπο της Ασπασίας θα τολμήσω κι εγώ κάτι ανάλογο, αναφερόμενος στον Σεφέρη, στον Αλεξίου, στο Holton.

Την αξία της γλώσσας του Ερωτόκριτου ανέδειξε μοναδικά ο Σεφέρης στην σχετική διάλεξη του 1946.

“…η γλώσσα του Ερωτόκριτου παρουσιάζει ένα μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία μας: είναι η τελειότερα οργανωμένη γλώσσα που άκουσε ο μεσαιωνικός κι ο νεότερος Ελληνισμός, μια γλώσσα που ξεπερνά με άνεση τις συνηθισμένες λαογραφικές εκδηλώσεις και εκφράζει, με σταθερό χαρακτήρα, την ευαισθησία του κόσμου που τη μιλούσε. …Δίνει την εντύπωση ότι τον σηκώνει η γλώσσα και τον οδηγεί, όπως ένας κολυμπητής που κολυμπά σ’ ένα ποτάμι σύμφωνα με το ρέμα. Δεν παλεύει με τη γλώσσα, όπως όλοι μας παλεύουμε από τα χρόνια του Σολωμού. Δεν έχει καμιά αμφιβολία ότι η φωνή του είναι η σωστή και δεν ξεχωρίζει από τη φωνή των άλλων…

…Και η εντέλεια αυτής της γλώσσας φανερώνεται ακόμη πιο καθαρά με το δεκαπεντασύλλαβο, που είναι ο στίχος που πλησίασε πιο κοντά από κάθε άλλο ρυθμό το βαθύτερο κυμάτισμα της λαλιάς μας. Ο ποιητικός λόγος μάς επιτρέπει να παρατηρούμε τη γλωσσική έκφραση σε βάθος. Δε δείχνει μόνο το λουλούδι, δείχνει το λουλούδι μαζί με τις ρίζες. Γιατί δεν είναι απλά ένας φραστικός, είναι συνάμα κι ένας ψυχικός και σωματικός τρόπος που μας φέρνει σύρριζα κοντά στον εαυτό μας.

… οι δεκαπεντασύλλαβοί μας μοιάζουν ακόμη με ψελλίσματα μπροστά στο λόγο του Ερωτόκριτου. Η κρητική αναγέννηση, προτού καταποντιστεί, έδωσε δυο καρπούς που θα ήταν αρκετοί για να τιμήσουν τόπους πολύ μεγαλύτερους από αυτό το νησί. Μια έντονη προσωπικότητα, το Θεοτοκόπουλο.

Κι ενώ η τέχνη του Θεοτοκόπουλου έμεινε στις εκκλησίες της Ισπανίας ώσπου να σωθούν τα χρόνια και να την ξαναβρούν οι φωτισμένοι, η έκφραση του κρητικού δεκαπεντασύλλαβου κυκλοφορούσε ανάμεσα στις θεραπαινίδες ώσπου να την ακούσει ο Σολωμός.”

Όμως το σημείο που θέλω να σχολιάσω βρίσκεται σε τούτο το απόσπασμα:

“Τη μόνη λέξη που ίσως έχει κάποια λόγια επίδραση, και πάλι δεν είμαι βέβαιος, τη βρίσκω στην ακόλουθη φράση:

Κι αν τα ονειροφαντάσματα δύναμην είχαν τόση,

τι ήξαζε το φτεξούσιο στον άνθρωπο κι η γνώση; (Δ137-138)

Τι αξίζει το αυτεξούσιο – η ελεύθερη βούληση. Αυτό είναι όλο. Ο κόσμος του Ερωτόκριτου μοιάζει να έχει ξεχάσει ολότελα ότι υπάρχει ο λογιότατος.”[16]

Παρατήρηση. Αν ο Σεφέρης είχε υπόψη του την συσχέτιση του Ερωτόκριτου με τον Επίκουρο και τον Λουκρήτιο αφ’ ενός θα κατανοούσε γιατί ο Κορνάρος χρησιμοποίησε αυτή την κομβική λέξη και αφ’ έτερου δεν θα έκρινε το ποίημα με μόνο γνώμονα το πόσο γλωσσικά εναρμονίζεται με τη δημώδη γλώσσα, αλλά θα προβληματίζονταν για τον τρόπο που ο ποιητής χρησιμοποιεί τη δημώδη γλώσσα με τις ελάχιστες λόγιες προσθήκες για να περάσει στο λαό ανεπαισθήτως επαναστατικές φιλοσοφικές ιδέες διαπαιδαγωγώντας τον.

Ο Στυλιανός Αλεξίου στη ρηξικέλευθη εισαγωγή του στην κριτική έκδοση του 1980, αφού επισημαίνει “ότι οι (οι ιστορικές και μυθολογικές) αποσιωπήσεις στον Ερωτόκριτο έγιναν με τη θέληση του ποιητή και εξυπηρετούν εσωτερική ανάγκη του ποιήματός” και ότι ο κόσμος του Κορνάρου είναι “κόσμος συστηματικά διαχρονικός με ενιαίο χαρακτήρα και νομοτέλεια” συνάγει το αντιφατικό κατά τη γνώμη μου συμπέρασμα ότι έτσι “δημιουργήθηκε ένας ιδανικός κόσμος της Ελληνικής Ανατολής”.[17]

Ο Αλεξίου επίσης προσπαθώντας να εξηγήσει την αγάπη των Τουρκοκρητικών για το έργο και τις μεταφράσεις του στα τουρκικά[18] μετάφραση που επαναλήφθηκε και πρόσφατα το 2011[19] θεωρεί ότι με την τοποθέτηση της σκηνής “του Καραμανίτη στα προχριστιανικά χρόνια” από τον Κορνάρο διευκολύνεται αυτή η θετική προσέγγιση του ποιήματος από τους Τούρκους. Το εθνικότροπο στερεότυπο επηρεάζει λαθεμένα το σοφό Αλεξίου με δυο τρόπους στην εξήγηση αυτή. Υπονοείται ότι ο Έλληνας Κορνάρος ξεγελάει τους Τούρκους και ταυτίζει το συνειδητά άθρησκο πλαίσιο του ποιήματος με το προχριστιανικό που είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.

Όμως το πιο διαδομένο κατά τη γνώμη μου λάθος είναι πως οι περισσότεροι μελετητές, ανάμεσα σε αυτούς και οι Αλεξίου και Holton αποδίδουν στον Κορνάρο τη Θυσία του Αβραάμ.

Η Θυσία του Αβραάμ γράφτηκε στη Σητεία πριν τον Ερωτόκριτο από τον Κορνάρο ως νεανικό έργο. Δεν θεωρώ πως ο ίδιος συγκροτημένος ποιητής που με τόση συνέπεια είχε γράψει το άθρησκο ποίημα “Ερωτόκριτος” θα μπορούσε να γράψει την ίδια περίοδο, έστω λίγο νωρίτερα τη “Θυσία του Αβραάμ”. Το να υπάρχουν παρεμφερείς στίχοι δεν συνιστά απόδειξη. Θεωρώ επίσης πως αν το έγραφε θα το υπέγραφε κιόλας, όπως έγινε με τον Ερωτόκριτο. Εκτιμώ πως αυτή η εμμονική σύνδεση του Κορνάρου με τη Θυσία του Αβραάμ εξηγείται από την εθνικότροπη δεξίωση του έργου που την εξυπηρετούσε ένας θρησκευόμενος ποιητής.

Για αυτό το θέμα πάντως ο Στέφανος Κακλαμάνης είπε το 2009 στη Σητεία επί λέξει  “Η Θυσία του Αβραάμ που αποδίδεται, όχι όμως με ισχυρά επιχειρήματα στον Κορνάρο, είναι θρησκευτικό δράμα”.

Θεωρώ πάντως πως όλη αυτή η φιλολογία που θεωρεί πως η Θυσία του Αβραάμ γράφτηκε από τον Κορνάρο θα υποχωρεί στο βαθμό που θα αναγνωρίζεται η άποψη της ΑΠ για τη συσχέτιση του Κορνάρου με τον Επίκουρο.

Επικαιρότητα του Ερωτόκριτου, Ευθείες, Κύκλοι, Δίπολα.

Παράλληλα με την ανακάλυψη της ΑΠ θεωρώ σημαντική και καινοτόμο τη θεώρηση του Ερωτόκριτου από τον Ερατοσθένη Καψωμένο[20] που δίνει στο προσφιλές στον Κορνάρο σχήμα του κύκλου μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προέκταση που αποκαλύπτει την ιδιαιτερότητα, αλλά και την επικαιρότητα της Κρητικής Αναγέννησης.

“Η πίστη στον ορθό λόγο και στη φρόνηση είναι γνώρισμα της ρεφορμιστικής κουλτούρας της Αναγέννησης, που έρχεται να αντιπαρατεθεί στο μυστικισμό του Μεσαίωνα. Τα έργα ωστόσο της Κρητικής Λογοτεχνίας μετέχουν σε ένα σύστημα αντίληψης και σημασιοδότησης του κόσμου πολύ πιο σύνθετο απ’ αυτό της τυπικής λογικής και του αυστηρού ρασιοναλισμού· ένα σύστημα που περιλαμβάνει και τη δυνατότητα σύζευξης των αντιθέτων, δηλαδή την υπέρβαση της αρχής της αντίφασης.”

Ο Ερατοσθένης Καψωμένος αντιπαραβάλει εδώ τον καρτεσιανό ρασιοναλισμό της Δύσης που συσσωρεύει γραμμικά γνώσεις με τη διαλεκτική σύζευξη των αντιθέτων, που συνιστά ευθεία αναφορά στο διαλεκτικό υλισμό, στο Μαρξισμό. Συνειρμική η σκέψη, δεν θα την αποκρύψω, η συγγένεια του υλιστή Μαρξ με τον Επίκουρο πιστοποιείται και από τη διατριβή του νεαρού Μαρξ πάνω στις διαφορές της ατομικής θεωρίας του Επίκουρου και του Δημόκριτου.

Η διαφορά αυτή συνδέει τον Επίκουρο με τη μοντέρνα φυσική και την αποδεκτή πλέον αρχή της απροσδιοριστίας, την κβαντική θεωρία. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Αϊνστάιν, αμφισβητούσε την κβαντική φυσική μέχρι το τέλος της ζωής του λέγοντας το περίφημο “Ο θεός δεν παίζει ζάρια”. Αν όμως οι Θεοί είναι Επικούρειοι και δεν ασχολούνται με τα εγκόσμια, τα οποία μεταλλάσσονται με βάση τη φύση των πραγμάτων, τότε η τύχη είναι μέρος αυτής της φύσης των πραγμάτων και ως γνωστόν η τύχη συνδέεται με τα ζάρια.

Με πολύ σχηματικό τρόπο ισχυρίζομαι πως η κύρια διαφορά της Δυτικής Αναγέννησης και της πρόωρα διακοπείσας  Κρητικής Αναγέννησης, είναι η διαφορά ευθείας και κύκλου.

Παραθέτω κατ’ αρχήν τα σημειολογικά δεδομένα. Οι λέξεις ευθεία και γραμμή δεν υπάρχουν στον Ερωτόκριτο ενώ ο κύκλος (7), ο τροχός (2) και η ρίζα γύρος που συναντάται σε 6 διαφορετικές μορφές γύρα (1), γυρεύω (154), γυρίζω (52), γύρισμα (1), γύρος (1), γύρου (3), συνολικά 212 φορές. Τυχαίο; Δεν νομίζω.

Η ευθεία γραμμή της Δυτικής Αναγέννησης έχει γίνει το σύμβολο της συνεχούς συσσώρευσης, μεγέθυνσης, ανάπτυξης που αντιμάχεται τον επικούρειο κόσμο, καθώς δεν ανήκει στη φύση των πραγμάτων, δεν υπάρχουν άπειρες ευθείες στον πραγματικό κόσμο. Η ευθεία γραμμή είναι εν τέλει το σχήμα της ύβρεως καθώς χωρίς κέντρο και χωρίς τέλος ζητά απλήστως συνεχώς το περισσότερο, το μεγαλύτερο, το δυνατότερο, το ταχύτερο.

Αντίθετα ο κύκλος είναι το γεωμετρικό σχήμα που εντάσσεται φυσικά στη φύση των πραγμάτων, ο κύκλος της ζωής, ο κύκλος της γης, των εποχών, ο κύκλος της σελήνης και τα συνακόλουθα μηναία των κήπων και των γυναικών. Ο κύκλος αποκλείει την ύβρη.

Η ευθεία της Δυτικής Αναγέννησης συσσωρεύει παρατακτικά επιστημονικές γνώσεις σε μια αέναη εξειδίκευση χωρίς να δίνει το πρέπον βάρος στην ουμανιστική και οικολογική σύνθεση αυτών των γνώσεων, αδιαφορώντας αν αυτή η επιστήμη αποβεί εν τέλει πανουργία ή αρετή. Η ευθεία της Δυτικής Αναγέννησης  συσσωρεύει παρατακτικά τρόπους savoir vivre και πολιτικά ορθών πρακτικών που όμως καθόλου δεν αποτρέπουν άθλιες, άδικες πρακτικές καταπίεσης και βίας των δυνατών προς τους αδύνατους και καταστροφικές επιδράσεις στο φυσικό περιβάλλον.

Αντίθετα οι αξίες αυτές της γνώσης και του τρόπου εμφανίζονται στην Ανατολική Αναγέννηση, στον κόσμο του Κορνάρου, απόλυτα συζευγμένες ως δίπολα που στην δυναμική τους συνύπαρξη κατατείνουν στο μέτρο απομακρυνόμενα από την ύβρη

Φανταστείτε ένα κύκλο με κέντρο τη γνώση (74) και στην περιφέρεια έναν κινούμενο τρόπο (15) που αναζητά την ορθή εφαρμογή της γνώσης.

Φανταστείτε έναν κύκλο με κέντρο τη φρόνηση (109) και στην περιφέρεια μια κινούμενη αντρεία (141) μια παλικαριά (44) που δεν επιτρέπουν στη φρόνηση να γίνει κατεστημένο τολμώντας την αναζήτηση μιας βελτιωμένης κοινωνικής κατάστασης.

Φανταστείτε έναν κύκλο με κέντρο το λαό (45), την κοινωνία και στην περιφέρεια το κινούμενο αυτεξούσιο άτομο που αναζητά την ολοκλήρωσή του χωρίς πιβουλιά, με σεβασμό στην κοινωνία, στον αντίποδα δηλαδή της μακιαβελικής αρχής “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”.

Πάνω σε αυτά τα δίπολα νομίζω πάτησε ο Σολωμός για να διατυπώσει το εξαίσιο δικό του δίπολο “με λογισμό και μ’ όνειρο”.

Δεν ήταν πάντοτε η Ανατολή υποδεέστερη πολιτισμικά της Δύσης. Η Κρητική Αναγέννηση εκφράζει την τελευταία αναλαμπή μιας φθίνουσας πολιτισμικής ηγεμονίας που άρχισε με τον Καρλομάγνο και είχε ως μηχανές της την Ανάπτυξη και τον Ανταγωνισμό σε αντίθεση με το μέτρο και τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της δικής μας Ανατολής.

Το αξίωμα που προσωπικά έχω σε σχέση με την σοβούσα πολυετή κρίση του τόπου μας είναι πως θα καταφέρουμε να την αντιμετωπίσουμε αν βάλουμε το σωστό ερώτημα. Σωστό ερώτημα δεν είναι το τι θα διεκδικήσουμε ή τι θα αντιγράψουμε από τη Δύση, αλλά το τι έχουμε να προσφέρουμε στη Δύση.

Ας αγαπήσουμε λοιπόν ξανά τους κύκλους του Κορνάρου και ας τους προσφέρουμε στη Δύση. Αυτό μπορεί να γίνει παράλληλα με μια άλλου τύπου πολιτική επικαιροποίηση του θεωρούμενου απολίτικού Επίκουρου που παραπέμπει στη σημασία του λιτού βίου για τη σωτηρία του πλανήτη.

“Χρειάστηκαν 23 αιώνες για να αποκαλυφθούν και να γίνουν αποδεκτές οι πλήρεις πολιτικές προεκτάσεις της Επικούρειας Σχολής. Αν η οικονομική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα είναι το φλέγον ζήτημα της εποχής μας τότε ο Επικουριανισμός, ως μια φιλοσοφία που προτρέπει σε μια αρμονική με τη φύση ζωή, αντιμετωπίζει τις πιο πιεστικές ανησυχίες με τον πιο δυναμικό – πειστικό τρόπο”.[21]

Ταυτόχρονα παραμένουν πάντα επίκαιρες οι ιδέες του Επίκουρου που μας λυτρώνουν από το φόβο μιας μεταθανάτιας αθανασίας, παραδείσιας ή κολασμένης. Σχετικό και το βιβλίο του δημοφιλούς Irvin Yialom “Στον Κήπο του Επίκουρου, αφήνοντας πίσω τον φόβο του θανάτου”[22].

Δυστυχώς όμως ο κόσμος του Κορνάρου, του Λουκρήτιου και του Επίκουρου είναι μπροστά από την εποχή μας, μια εποχή που επιτρέπει στην Εκκλησία να ορίζει τον Υπουργό Παιδείας και να υπαγορεύει τι τραγούδια θα τραγουδάνε τα παιδιά μας στα σχολεία. Φοβάμαι πως αν μάθει τις επικούρειες επιρροές του ποιητή πως θα απαγορεύσει και τον Ερωτόκριτο.

Κυρία Παπαδοπεράκη, νιώθω την ανάγκη να σας ευχαριστήσω για το περίσσιο φως που μου δώσατε με την εξαιρετικής σημασίας ανακάλυψή σας. Ο “Ερωτόκριτος” είναι ένα μοναδικό έμμετρο μυθιστόρημα αξιών εξαιρετικά επίκαιρων. Πιστεύω πως θα με συνοδεύει για πάντα, και για να το πω ακριβέστερα και επικούρεια, θα με φωτίζει όσο ζω.

[1] Η ομιλία αυτή έγινε στις 15-7-17 στη Σητεία, ενταγμένη στα Κορνάρεια, στο πλαίσιο της παρουσίασης του βιβλίου της Ασπασίας Παπαδοπεράκη “Ο Λουκρήτιος στον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου και η Εποχή στην Ποίησή του”, εκδόσεις Κοροντζή, 2015

Οι τρεις ένθετοι πίνακες εμπνευσμένοι από τον Ερωτόκριτο είναι της Σοφίας Δατσέρη. Την ευχαριστώ που μου τους εμπιστεύτηκε.

[2] Ίδρυμα Αικατερίνης Λαζαρίδη, 2-3-2015, εκδήλωση για τον «Πολύγλωσσο Οδυσσέα», ανακτήθηκε 3.11.16 από http://www.blod.gr/lectures/Pages/viewlecture.aspx?LectureID=1950

[3] Ο Κόσμος του Ερωτόκριτου και ο Ερωτόκριτος στον Κόσμο, Δήμος Σητείας, Ηράκλειο 2012, σ. 31-32

Οι υπογραμμίσεις δικές μου σε όλο το κείμενο.

[4] Το έδειξε ο καθηγητής Ιωάννης Μαυρομάτης με πλήθος στοιχείων το 2009 στο Συνέδριο της Σητείας. Η ομιλία του δεν περιλαμβάνεται στα εκδοθέντα πρακτικά αλλά την είχα ηχογραφήσει. Τα στοιχεία επίσης που παραθέτω για την Κρητική Αναγέννηση τα πήρα από την ομιλία του καθηγητή Στέφανου Κακλαμάνη στο ίδιο συνέδριο που επίσης ηχογράφησα.

[5] νζ’ Αλεξίου

Στυλιανός Αλεξίου, “Βιτσέντσος Κορνάρος, Ερωτόκριτος, κριτική έκδοση”, Ερμής, Αθήνα,1980.

Οπότε αναφέρομαι σε αυτό το βιβλίο θα σημειώνω μόνο τη σελίδα για την εισαγωγή και τον στίχο για το ποίημα.

[6] ιη’ Αλεξίου “ως προς τη διαίρεση σε πέντε μέρη, πιστεύω ότι προέρχεται από τον ποιητή, γιατί ανήκει στην οργανική δομή του Ερωτόκριτου και αντιστοιχεί σε βασικές ενότητες της πλοκής σε μια εναλλαγή του λυρικού με το αγωνιστικό στοιχείο.”

[7] ξθ’ Αλεξίου

[8] Η αναφορά σε γραμματολογική τομή γίνεται κατ’ αντιστοιχία του εμβληματικού βιβλίου του Thomas Kuhn, “Η Δομή των Επισστημονικών Επαναστάσεων”, Σύγχρονα Θέματα, 2008.

[9] Roderick Beaton, “Erotokritos and the history of the novel”: περ. Κάμπος: Cambridge Papers In Modern Greek, Vol. 12, 2004,1 – 25.

[10] Luke Slattery, Reclaiming Epicurus, Ancient Wisdom that could Save the World, Penguin Specials, p. 28

[11] Catherine Wilson, Epicureanism at the Origins of Modernity, Clarendon Press • Oxford, Preface, p 158

[12] Catherine Wilson, Epicureanism at the Origins of Modernity, Clarendon Press • Oxford, Preface, p 40

[13] ξγ-ξη’ Αλεξίου

[14] Η καταγραφή της συχνότητας λέξεων στο ποίημα προκύπτει από το φιλολογικό άθλο της δημιουργίας του Συμφραστικού πίνακα του Ερωτόκριτου, που κυκλοφορεί σε cd με τίτλο “στου δίσκου τα γυρίσματα” από τους Dia Philippides –  David Holton –  John L. Dawson. Όπου αναγράφεται συχνότητα λέξεων προέρχεται από αυτό το έργο.

[15] Του Πόθου Αρρωστημένος, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

[16] Γιώργος Σεφέρης, Δοκιμές Α’, Ίκαρος, Θ´ έκδοση, Αθήνα, 2013, σελ. 297

[17] οδ’, πα’, οε’ Αλεξίου

[18] ρβ’, ργ’ Αλεξίου

[19] http://www.archaiologia.gr/blog/2012/01/17/ο-ερωτόκριτος-για-πρώτη-φορά-στα-τουρκ/

[20] Ερατοσθένης Καψωμένος, “Πολιτισμικοί κώδικες στον Ερωτόκριτο” περιλαμβάνεται στα πρακτικά του συνεδρίου: Ο Κόσμος του Ερωτόκριτου και ο Ερωτόκριτος στον Κόσμο, Δήμος Σητείας, Ηράκλειο 2012, σ. 69

[21] Luke Slattery, Reclaiming Epicurus, Ancient Wisdom that could Save the World, Penguin Specials, p. 13-14

[22] εκδόσεις ΑΓΡΑ, 2009

Via : 104fm.gr